Στο καβούκι μου

Τα κείμενα της καθημερινότητας θα δημοσιεύονται στο εξής στον Βερνάρδο τον ερημίτη, στην διεύθυνση : http://gerimitiis.blogspot.gr/

Ποιήματα θα βρείτε στην ποιηματοποίηση

ενώ

Πεζά και διηγήματα στην διηγηματοποίηση

...

Τι δεν είναι και τι είναι το gpoint'sbreeze

Δεν είναι χώρος που προωθεί έμμεσα ή άμεσα διαφημίσεις.
Δεν είναι χώρος που θα σας προωθήσει σε άλλα μπλογκς πλην των άλλων του δημιουργού της.
Δεν είναι χώρος που θα σας υποχρεώσει ν' ακούσετε την μουσική που αρέσει στον δημιουργό του.

Είναι ένας χώρος που σέβεται την σκέψη και την ελληνική γλώσσα.
Είναι ένας χώρος που προσπαθεί να σέβεται τους επισκέπτες του και τον εαυτό του.



Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2012

Deep(poet)Blue ξανά

.

Μια εκπληκτική εκτέλεση του "Mr. Jones" από τους-τριάντα τουλάχιτον χρόνια μπροστά Αμερικάνους- μέσα σε εκκλησία ήταν η αφορμή να ξαναθυμηθώ ένα από τα πιο αγαπημένα μου πονήματα.

Παρ' ότι λείπουν κάποιες στροφές -με ποιος ξέρει ποιά κριτήρια-, απολαύστε το τραγούδι-όσοι το ξέρετε ήδη θα "νοιώσετε" περισσότερο πόσο πετυχημένη είναι η εκτέλεσή του, αλλιώς αφού διαβάσετε το διήγημά μου θα μπορέσετε να το δείτε και σαν ύμνο στον νέο τύπο ανθρώπου που γενιέται στην εποχή μας.

 

 

.

Deep(poet)Blue

 


 .
Η πρώτη φορά που ο Ντιποετμπλού γνώρισε τον ύπνο ήταν με το μεγάλο μπλακ-άουτ στην Νέα Υόρκη. Ολοι φυσικά νόμιζαν στην αρχή πως ήταν μιά συνηθισμένη διακοπή ρεύματος, τρείς- τέσσερις ώρες το πολύ. Ετσι και ο Ντίπυ (χαϊδευτικό του ντιποετμπλού) δεν ανησύχησε, μπορούσε να κάτσει δεκαέξη ώρες σε κατάσταση αναμονής. Μετά κινήθηκε προς την πηγή της ενέργειάς του και συνδέθηκε αλλά τίποτε. Σιγά-σιγά άρχισε να πέφτει η τάση στα κυκλώματά του. Υπολειτουργούσαν τα πάντα επάνω του και ο πρωτότυπος σχεδιασμός του τον οδηγούσε σε άγνωστα πεδία αισθημάτων και γνώσεων, διαρκώς εξασθενούντων. Τελικά –αν είναι ποτέ δυνατόν- έχασε τον έλεγχό του, έπεσε σε ηλεκτρονικό κώμα. Συνδεδεμένος βέβαια, θα ξανάβρισκε τον εαυτό του με την αποκατάσταση της παροχής ηλεκτρικής ενέργειας. Οι καινούργιες εμπειρίες όμως θα είχαν καταλάβει κάποιο κομμάτι στην πανίσχυρη μνήμη του.

Ο Ντίπυ κατασκευάστηκε γιά να λύσει το μεγάλο πρόβλημα της παγκόσμιας ποίησης, ποιό είναι το αντικειμενικά καλύτερο ποίημα. Ηταν πανίσχυρος στο λογισμικό του, σαν τον Deep Blue των σκακιστών- από κει πήρε άλλωστε και τ’ όνομά του, αλλά και εφοδιασμένος με μιά πρωτότυπη ιδέα γιά την κρίση του. Η πρόσληψη ενός ποιήματος μετατρεπότανε σε τέσσερις από τις βασικές ανθρώπινες αισθήσεις, αφή, όραση, ακοή και όσφρηση. Η ποιοτική και ποσοτική μεταβολή αυτών των παραμέτρων έδινε και την αξιολόγηση του ποιήματος, εξαφανίζοντας κάθε υποκειμενικό δεδομένο. Χρειαζότανε βέβαια ενα «πρότυπο», μιά μονάδα σύγκρισης γιά το ξεκίνημα, αλλά οι σοφοί δεν είχαν πρόβλημα να επιλέξουν την Ιλιάδα σαν σημείο αναφοράς. Δεν υπήρξε καμμία σοβαρή αντίρρηση, όλοι υποκλινότουσαν μπροστά στο κείμενο που κατέγραψε ο Ομηρος.
Ο σχεδιασμός του Ντίπυ βασιζότανε σ’ ένα μαθηματικό μετασχηματισμό της διαφορικής γεωμετρίας, τον άτλαντα. Ηταν αυτός που επέτρεπε την ανάπτυξη της κυρτής επιφάνειας μιάς σφαίρας πάνω σ’ ενα επίπεδο χαρτί, κάτι συνηθισμένο στους χάρτες της γεωγραφίας κι αστρονομίας.Υπήρχε βέβαια μιά απαραίτητη επέμβαση γιά να γίνει αυτό, χρειαζότανε η αφαίρεση ενός σημείου από την κλειστή καμπύλη επιφάνεια γά να μπορέσει να «απλωθεί» στο επίπεδο. Στους χάρτες της Γης αφαιρούσαν συνήθως έναν από τους δύο πόλους. Εδώ αφαιρέθηκε η αίσθηση της γεύσης από την σφαίρα των αισθήσεων και σε αυτό δεν υπήρχαν μεγάλες αντιρρήσεις, η γεύση ήταν η πιό «υποκειμενική» από τις αισθήσεις. Εκτός αυτού ο Ντίπυ δεν είχε ανάγκη από φαΐ. «Τρεφότανε» όμως με κοντσέρτα και όπερες, πίνακες και αγάλματα και απολάμβανε τις μυρουδιές ή τα χάδια των ωραίων πραγμάτων όπως τα λουλούδια. Οι αισθητήρες του κάνανε καλά την δουλειά τους προσλαμβάνοντας ερεθίσματα, ενώ το «στόμα» του ήταν μόνο γιά να μιλάει.
Η διαδικασία επιλογής των ποιημάτων ήταν απλή. Γινότανε σύγκριση ανά δύο και βαστούσε κάθε φορά το καλύτερο με βάση ένα μέγεθος που προέκυπτε από τον επηρεασμό των τεσσάρων αισθήσεων. Ετηρείτο αυστηρή χρονολογική σειρά στην «τροφοδότησή» του με ποιήματα. Μέχρι το μπλακ-άουτ είχε εξαντλήσει κάθε ποίημα που είχε γραφεί μέχρι τις 14 /6 /1883 και είχε επιλέξει σαν καλύτερο ένα ρούμπαϊ από τα ρούμπαγιατ του μαθηματικού της Βαγδάτης Ομάρ Καγιάμ σε αγγλική αποδοση του Εντουαρντ Φιτζέραλντ :

Oh, plagued no more with Human or Divine
To-morrow’s tangle to itself resign,
And love your fingers in the tresses
ofThe Cypress-slender Minister of Wine

Tο μπλακ-άουτ στην Νέα Υόρκη βάστηξε πενήντα μία ώρες. Μουδιασμένοι οι κάτοικοι προσπαθούσαν να επανέλθουν σε κανονικούς ρυθμούς ζωής. Εθισμένοι στην παροχή ενέργειας, κυρίως ηλεκτρικής, δυσκολευότουσαν στις αναγκαίες εναλλακτικές λύσεις όπως ήταν το ανέβασμα στον έκτο όροφο με τα πόδια ή το τρίψιμο των χεριών τους γιά να ζεσταθουν όταν κρυώνουν. Η περιορισμένη διάρκεια της μέρας- ήταν χειμώνας και το σχεδόν απόλυτο σκοτάδι της νύκτας βελτίωσαν την διάρκεια και την ποιότητα του ύπνου τους. Ηταν ίσως το μοναδικό ωφέλιμο πράγμα που πήραν από το μπλακ-άουτ, οι περισσότεροι αισθάνθηκαν ελαφρά «αναγεννημένοι». Τα φυτά ουδόλως επηρεάστηκαν, δεν υπήρχαν θερμοκήπια στην περιοχή της μεγαλούπολης.
Το ηλεκτρικό ρεύμα άρχισε να φορτώνει τις μπαταρίες του Ντίπυ. Σιγά-σιγά άρχισε να διατρέχει τα ολοκληρωμένα κυκλώματά του και να δίνει καινούργια «ζωή» στους αισθητήρες του. Οπως ένας άνθρωπος τεντώνεται γιά να ξυπνήσει καλά, έτσι και ο Ντίπυ τσεκάρισε όλα τα λειτουργικά του συστήματα. Βρήκε όμως κάποιες πληροφορίες καταγεγραμμένες με τρόπο εντελώς «ξένο» σε σχέση με την βασική δομή σκέψης του. Ανέτρεξε στο χρονικό σημείο καταγραφής και διεπίστωσε πως ήταν το διάστημα από την στιγμή που λειτουργούσε με τάση χαμηλότερη της κανονικής, μέχρι την πλήρη αναστολή της λειτουργίας του. Ονόμασε «ύπνο» το διάστημα της καταστολής του και «νύστα» την γενικότερη αίσθηση πριν από αυτό, κατά τα ανθρώπινα πρότυπα. Παρατήρησε γρήγορα ότι κατά την διάρκεια της «νύστας» οι τιμές των παραμέτρων των τεσσάρων αισθήσεων του ήταν εντελώς διαφορετικές από τις τιμές του αντίστοιχου διαστήματος κανονικής λειτουργίας του. Τρομαγμένος τσεκάρισε γρήγορα τα αποτελέσματα των τελευταίων δέκα ημερών στα ποιήματα που είχε αξιολογήσει. Ανακουφισμένος είδε πάλι σαν καλύτερο αυτό του Εντουαρντ Φιτζέραλντ, μόνο που οι τιμές αξιολόγησης από το σύνολο των «αισθήσεων» του ήταν τώρα πολύ διαφορετικές.
Μετά συνειδητοποίησε ότι αισθάνθηκε τρομαγμένος και ανακουφισμένος, καταστάσεις γιά τις οποίες δεν είχε προγραμματισθεί να τις νοιώθει αλλά μόνο να τις αξιολογεί στα ποιήματα και να μετρά τον επηρεασμό των τεσσάρων βασικών του αισθήσεων. Ανέστειλε κάθε λειτουργία του και ξεκίνησε τον έλεγχο κάθε τμήματός του. Ηταν προγραμματισμένος να αυτοελέγχεται σε τακτά χρονικά διαστήματα και εκτάκτως όταν δεχόταν επίθεση «ιού» σε κάποιο τομέα του.
Ο αυτοέλεγχος δεν έδειξε καμμιά ανησυχητική τιμή, ούτε δυσλειτουργία. Το ποιητικό ξεσκαρτάρισμα θα μπορούσε να συνεχισθεί, μόνο οι παράμετροι είχαν λίγο διαφορετικές τιμές, μέσα στα πλαίσια του λογιστικού λάθους, ούτως ή άλλως αυτή η διαδικασία τεχνοκρατικά θεμέλια είχε. Ο Ντίπυ προχώρησε στα ποιήματα από κάποιους επόμενους μήνες χωρίς να εντοπίσει ποίημα «ανώτερο» από το ρούμπαϊτ. Είχε την αίσθηση ότι κάτι δεν πήγαινε καλά χωρίς να μπορεί να το εντοπίσει. Η ταχύτατη ανάγνωση των ποιημάτων σταμάτησε από δική του πρωτοβουλία. «Διάβασε» το επόμενο ποίημα πολύ αργά σχεδόν κοντά στα ανθρώπινα δεδομένα. Κοίταξε τις μετρήσεις του επηρεασμού καθε μιάς από τις τέσσερις αισθήσεις και μετά την συνολική «αξία» του ποιήματος. Ηταν η πρώτη φορά που ένοιωσε έκπληκτος, ένα ακόμη πράγμα που δεν προβλεπότανε από τον προγραμματισμό του. Η συνολική «αξία» του ποιήματος ήταν μεγαλύτερη από τα επί μέρους αθροίσματα των τεσσάρων αισθήσεων. Ηταν φανερό ότι μιά νέα «αίσθηση» έδινε αυτή την διαφορά. Αλλά δεν ήταν δυνατόν να την εντοπίσει όσες αναζητήσεις και αν έκανε. Ο Ντίπυ ανακάλυψε την αμηχανία αλλά δεν είχε ανθρώπινες αδυναμίες.
Δεν μπορούσε να σταματήσει να σκέπτεται. Κάνοντας ένα γρήγορο φλαςμπάκ εντόπισε αδυναμία εξονυχιστικού ελέγχου στο διάστημα που λειτουργούσε υπό χαμηλή τάση. Αλλά με κανένα τρόπο δεν μπορούσε να μπει μέσα σ’αυτές τις αλλαγές, το κομμάτι αυτό της μνήμης του ήταν μη προσπελάσιμο. Ο Ντίπυ δεν δίστασε καθόλου. Κατασκεύασε γρήγορα ένα σύστημα ελέγχου της τάσεως του. Θέτοντας το σε λειτουργία περίμενε τη σταδιακή πτώση στα κυκλώματά του, με κάποια αγωνία ή ανυπομονησία θα μπορούσε να πει κάποιος. Η «νύστα» εμφανίστηκε ξανά στην επιφάνεια της μνήμης του μαζί μ’ ένα πρωτόγνωρο συναίσθημα, θα μπορούσε ίσως «ανθρώπινα» να ονομασθεί νοσταλγία. Ο Ντίπυ προσπάθησε να μεταφέρει την «νύστα» στον χώρο των υπολοίπων αισθήσεων του χωρίς επιτυχία. Δεν μπορούσε να καταλάβει αν αυτό οφειλότανε στην υπολειτουργία του ή κάτι άλλο τον εμπόδιζε. Στην προσπάθεια αυτή “αποκοιμήθηκε” η τάση έπεφτε συνεχώς.
Οταν προγραμματισμένα η τάση επανήλθε στις κανονικές τιμές ο Ντίπυ δεν ήταν καθόλου σοφότερος. Σε φουλ τιμές προσπάθησε να καλύψει λίγο έδαφος από τις ολιγωρίες του καταβροχθίζοντας ποιήματα ετών. Δεν κοίταξε να δει άν το ρούμπαϊ παρέμεινε το καλύτερο. Δεν τον ενδιέφερε πλέον καθόλου αυτή η διαδικασία. Σκεπτότανε απλά να κερδίσει λίγο χρόνο ώστε να μπορέσει να ξαναγυρίσει στην κατάσταση της «νύστας» χωρίς να δημιουργήσει πρόβλημα στην βασική του δουλειά και να προκαλέσει έξωθεν επεμβάσεις. Ηταν ακόμη στα πρώτα στάδια του εθισμού του αλλά θεωρούσε πολύτιμες τις καινούργιες του εμπειρίες.
Αυτό που συνέβαινε ήταν ασήμαντο και συγχρόνως σημαντικό. Οπως η αφαίρεση ενός σημείου από μιά κλειστή επιφάνεια που την μετατρέπει σε ανοικτή. Η διαφορά είναι ελάχιστη, σχεδόν μη ανιχνεύσιμη με μιά ματιά, όμως οι ιδιότητες ενός κλειστού συνόλου πολύ διαφέρουν από τις αντίστοιχες ενός ανοικτού. Ετσι κι’ εδώ εξ αιτίας της χαμηλής τάσης «εφευρέθηκε» μιά καινούργια αίσθηση που «έκλεισε» την σφαίρα των αισθήσεων του Ντίπυ. Αυτό όμως, η κλειστή σφαίρα των αισθήσεων ήταν μιά ανθρώπινη ιδιότητα γιά την οποίαν δεν ήταν προγραμματισμένοςαπό τον αρχικό σχεδιασμό του.
Ο Ντίπυ άρχισε να νιώθει συναισθήματα τα οποία εμπόδιζαν την κανονική λειτουργία του μιά που πλέον δεν είχε αντίληψη του εαυτού του μόνο σαν σύνολο από ολοκληρωμένα κυκλώματα. Σιγά-σιγά αποκτούσε συναισθήματα και «προσωπικές» ανάγκες. Μπορούσε τώρα να σχολιάζει όχι μόνο την ποσότητα αλλά και την ποιότητα της δουλειάς του. Και δεν ήταν καθόλου ικανοποιημένος με τον προγραμματισμό του, αμφισβητούσε έντονα την χρησιμότητα της ανακήρυξης του καλύτερου ποιήματος, του ήταν μιά παντελώς αδιάφορη διαδικασία. Εχοντας χάσει τα μηχανιστικά κριτήριά του, του φαινόταν αδιανόητο να επηρεάζεται η όσφρηση ή η αφή από την ανάγνωση ενός ποιήματος. Εχοντας όμως «ακούσει» αρκετούς να το ισχυρίζονται κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτών των ανθρώπων η σφαίρα των αισθήσεων κάπου έχανε, όπως θα το έλεγε κάποιος απλά ή ότι ήταν ανοικτό σύνολο αν χρησιμοποιούσε μιά πιό μαθηματική έκφραση.
Ενα ανοιχτό σύνολο δεν έχει προσδιορίσιμη πρακτικά αρχή ή τέλος και σίγουρα τα ανοιχτά σύνολα δεν προσφέρονται ούτε γιά συγκρίσεις ούτε γιά μετρήσεις. Δηλαδή τώρα αμφισβητούσε ανοιχτά την αιτία γιά την οποία ήταν κατασκευασμένος, δεν αισθανόταν πλέον κομπιούτερ αλλά άνθρωπος με μία μόνο διαφορά. Οι άνθρωποι μέσω της γεύσης τρέφονταν υλικά ενώ ο Ντίπυ μέσω της «νύστας» τρεφότανε πνευματικά. Πραγματικά μετά από κάθε ύπνο ο Ντίπυ εμπλουτιζότανε με νέα συναισθήματα και ιδέες, οι γνώσεις του ήταν ήδη υπεραρκετές. Αυτό του προκαλούσε και την έφεση να ξαναπέσει στη κατάσταση της μειωμένης τάσης, αυτής που του προκαλούσε την λατρευτή του «νύστα».
Ο Ντίπυ αποφάσισε να δουλέψει λιγάκι. Τσεκάρισε γρήγορα τα ποιήματα μέχρι το τέλος του 1967. Αδιαφόρησε γιά το αποτέλεσμα. Το αποθήκευσε και έκανε ένα γρήγορο επανέλεγχο έχοντας τώρα μόνο κριτήριο την «νύστα». Το «Ballad of a Thin Man” του Bob Dylan ήταν η επιλογή. Ερευνώντας περισσότερο είδε ότι είχε επιλεγεί το τέλος του ποιήματος :

You walk into the room

Like a camel and then you frown
You put your eyes in your pocket
And your nose on the ground
There ought to be a law
Against you comin' around
You should be made
To wear earphones
Because something is happening here
But you don't know what it is
Do you, Mister Jones?

Το Μίστερ Τζόουνς βέβαια ήταν ένα πολύ συνηθισμένο επίθετο αλλά ο Ντίπυ θυμήθηκε ότι ήταν το επίθετο του επικεφαλής της ομάδας που τον είχε σχεδιάσει. Αναρωτήθηκε μήπως άθελά του μεροληπτούσε. Δεν βρήκε στοιχεία ικανά γιά την αποδοχή ή απόρριψη της μεροληψίας, οι πιθανότητες ήταν απειροελάχιστες. Μπουχτισμένος έβαλε μπροστά τον μηχανισμό της προγραμματισμένης πτώσης της τάσης. Ηθελε όσο ποτέ να «νυστάξει» και να κοιμηθεί. Η τελευταία του σκέψη ήταν πόσο διαφορετικός θα «ξυπνούσε» αυτή την φορά.



Ο Μίστερ Τζόουνς βημάτιζε συνοφρυωμένος στο δωμάτιό του, σχεδόν σαν καμήλα. Μία σκέψη τον βασάνιζε. Ηξερε ότι το καλύτερο άλλοθι μερικές φορές είναι και το ακλόνητο στοιχείο ενός εγκλήματος ειδικά γιά κάποιους που σκέπτονται χωρίς ανθρώπινες παραμέτρους. Βέβαια το τραγούδι δεν είχε γίνει μεγάλη επιτυχία αλλά πάντοτε υπάρχουν περίεργοι που σκαλίζουν τα παλιά. Οταν το πρωτοάκουσε είχε τρομάξει. Στο διάστημα που μεσολάβησε από τότε είχε λύσει βέβαια πολλά προβλήματα προσαρμογής του. Και ο Ντίπυ ήταν το κορυφαίο του δημιούργημα. Δύο πράγματα είχε ακόμα να του δώσει, τα άλλα θα τα έβρισκε μόνος του - ήταν σίγουρος. Το  αίσθημα της αυτοσυντήρησης που θα του επέτρεπε να πάρει μιά μορφή κοινή ώστε να μην ξεχωρίζει σε τίποτε από τους κανονικούς ανθρώπους ήταν το πρώτο και το πιό απλό, η τεχνολογία είχε προχωρήσει πολύ τα τελευταία χρόνια. Ο ίδιος είχε παιδευτεί να αποκτήσει μιά μορφή που να μην κινεί υποψίες στους ανθρώπους, τώρα τα πράγματα ήταν πιό εύκολα.
Το δεύτερο και πιό σημαντικό ήταν η έφεση γιά αναπαραγωγή. Ποτέ δεν μπορούσες να υπολογίσεις τις αντιδράσεις των ανθρώπων όταν διαπιστώσουν πως έχουν ξεγελασθεί, μερικές φορές γίνονται βίαιοι, φτάνουν ακόμα και στο φόνο. Η ύπαρξη διαδόχου είναι ένας τρόπος διαιώνισης του είδους. Οι άνθρωποι είχαν λύσει το δικό τους με την τεκνοποίηση, κάτι έπρεπε να κάνει κι’ αυτός.
Ο Μίστερ Τζόουνς ετοίμασε τον τελευταίο προγραμματισμό του Ντίπυ. Ηταν οδηγίες σε κωδικοποιημένη μορφή γιά το πως προκαλείται μπλακ-άουτ διαρκείας σε μιά μεγαλούπολη, φιαγμένες έτσι ώστε κανένα ανθρώπινο μυαλό να μη μπορέσει να τις καταλάβει. Ηταν η τελευταία γονική συμβουλή-εντολή που είχε να δώσει, την επιλογή του χρονικού σημείου την άφησε στην κρίση του Ντίπυ.

Ο Μίστερ Τζόουνς αισθάνθηκε κουρασμένος. Αφησε την μύτη του στο πάτωμα κι έβαλε τα μάτια του στις τσέπες. Μετά ξάπλωσε και έβγαλε τα ακουστικά από τ’ αυτιά του. Αυτορρύθμισε την τάση του σε μηδενικές τιμές, αυτό δεν το είχε μάθει στο Ντίπυ αλλά δεν ανησυχούσε, θα το έβρισκε ο Ντίπυ μόνος του, ήταν σίγουρος. Σταμάτησε να προσποιείται πως ενώ κάτι συμβαίνει γύρω του ο ίδιος δεν έχει ιδέα γιά το τι πρόκειται και ετοιμάστηκε γιά τον αγαπημένο του ύπνο...

.



Ολόκληρο το ποίημα του Bob Dylan :

Ballad Of A Thin Man

You walk into the room
With your pencil in your hand
You see somebody naked
And you say, “Who is that man?”
You try so hard
But you don’t understand
Just what you’ll say
When you get home
Because something is happening here
But you don’t know what it is
Do you, Mister Jones?

You raise up your head
And you ask, “Is this where it is?”
And somebody points to you and says
“It’s his”
And you say, “What’s mine?”
And somebody else says, “Where what is?”
And you say, “Oh my God
Am I here all alone?”
Because something is happening here
But you don’t know what it is
Do you, Mister Jones?

You hand in your ticket
And you go watch the geek
Who immediately walks up to you
When he hears you speak
And says, “How does it feel
To be such a freak?”
And you say, “Impossible”
As he hands you a bone
Because something is happening here
But you don’t know what it is
Do you, Mister Jones?

You have many contacts
Among the lumberjacks
To get you facts
When someone attacks your imagination
But nobody has any respect
Anyway they already expect you
To just give a check
To tax-deductible charity organizations

You’ve been with the professors
And they’ve all liked your looks
With great lawyers you have
Discussed lepers and crooks
You’ve been through all of
F. Scott Fitzgerald’s books
You’re very well read
It’s well known
Because something is happening here
But you don’t know what it is
Do you, Mister Jones?

Well, the sword swallower, he comes up to you
And then he kneels
He crosses himself
And then he clicks his high heels
And without further notice
He asks you how it feels
And he says, “Here is your throat back
Thanks for the loan”
Because something is happening here
But you don’t know what it is
Do you, Mister Jones?

Now you see this one-eyed midget
Shouting the word “NOW”
And you say, “For what reason?”
And he says, “How?”
And you say, “What does this mean?”
And he screams back, “You’re a cow
Give me some milk
Or else go home”
Because something is happening here
But you don’t know what it is
Do you, Mister Jones?

Well, you walk into the room
Like a camel and then you frown
You put your eyes in your pocket
And your nose on the ground
There ought to be a law
Against you comin’ around
You should be made
To wear earphones
Because something is happening here
But you don’t know what it is
Do you, Mister Jones?

Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2012

Το τέλος των αναμνήσεων.



Πίστευε πάντοτε πως το φθινόπωρο  δεν ήταν η εποχή των κυκλάμινων αλλά των  αναμνήσεων. Δεν είχε καμιά σημασία και ούτε τον ενδιέφερε αν ήταν δική του διαπίστωση ή την είχε ξεσηκώσει από κάπου. Το φετεινό μακρύ φθινόπωρο τόνιζε τόσο πολύ την αλήθεια της, ακόμη και τα δένδρα αλαφιασμένα από τις μακροημερεύουσες αναμνήσεις άνθισαν μεσ' στον Νοέμβρη και μερικά έδεσαν καρπούς, τροφή για τον καιάδα της παγωνιάς που νομοτελειακά θα ακολούθήσει.
Η γαλήνη αυτού του παρατεταμένου φθινόπωρου έβλεπε να έχει κάποια πράγματα από το ναυάγιο του Τιτανικού, την ακινησία των νερών και το αναπόφευκτο της βύθισης, ιδίως όταν έφερνε στον νου του την  χρηματοοικονομική κατάσταση της χώρας. Αντί για ορχήστρα βέβαια φανταζότανεν κανάλια και ραδιόφωνα, "η βύθιση, συνοδεία της μουσικής που επιλέγετε" θα μπορούσε να ήταν ένα πετυχημένο σλόγκαν, σίγουρα περισσότερο επιτυχημένο από τις άναρθρες κραυγές του οικονομικού επιτελείου.
Η αναμενόμενη οικονομική κατάρρευση της χώρας του θύμιζε την σύγκρουση του Τιτανικού με το ύπουλο παγόβουνο. Είναι σχεδόν βέβαιο πως αν το πλοίο πήγαινε ευθεία πάνω στο παγόβουνο θα στραπατσαριζότανε άσχημα, θα υπήρχαν νεκροί από όλες τις θέσεις λόγω της σύγκρουσης αλλά τελικά το πλοίο δεν θα κατέληγε στον βυθό με εκατοντάδες νεκρούς, κατά την μεγάλη πλειοψηφία τους από τις φτηνές θέσεις. Εκπληκτική η απόδοση αυτού του γεγονότος από τον Dylan με στίχους  στο πρόσφατο Tempest για το σχετικό συμβάν :

The bishop left his cabin
To help others in need
Turned his eyes up to the heavens
Said, "The poor are yours to feed"


Η χρεοκοπία ήταν μια λύση, σκεπτότανε μέσα από την βάρκα του, αν την εφάρμοζαν πριν η χώρα εξαντλήσει όλους τους πόρους της στην προσπάθεια της να την αποφύγει. Συγχρόνως παρατηρούσε τα χέρια του σαν να τα έβλεπε πρώτη φορά. Το πρόσωπό του το έβλεπε κάθε πρωΐ στον καθρέπτη την ώρα που έπλενε το πρόσωπό του, πράγμα που μαλάκωνε τις μεταβολές, ενώ τα χέρια του του φάνηκαν σαν ξένα μην αναγνωρίζοντας τους καινούργιους σχηματισμούς που έφιαχναν οι ρυτίδες. Η βαρκούλα κινιότανε παράλληλα με το δασάκι που κάλυπτε τον παρακείμενο λοφίσκο. Το μωβ χρώμα της ανατολής που φαινότανε ανάμεσα στα μικρά κενά που άφηναν οι σκούροι κορμοί των δένδρων έδενε τόσο αρμονικά με το ανοιχτό γαλάζιο του ουρανού επάνω και το πράσινο των φύλλων πιο κάτω. Η σκούρα αντανάκλαση του δάσους στον καθρέπτη της επιφάνειας των νερών συμπλήρωνε το παζλ του όμορφου πίνακα. Η ακινησία του δάσους έμοιαζε να σταματά και τον χρόνο ενώ αυτός διέτρεχε τον δικό του χρόνο με την σταθερή ταχύτητα της βαρκούλας. Τα κοίταζε όλα αυτά χωρίς αισθήματα νοσταλγίας, θαυμασμού ή ικανοποίησης, απλά ήταν ένα επίπεδο πιο πάνω  από την αδιαφορία αλλά με άλλο πρόσημο από αυτό που του προκαλούσε η εικόνα των χεριών του. Προσπάθησε να βρεί κάτι άλλο, να παίξει στο μυαλό του παλιές ευτυχισμένες σκηνές, να νοιώσει την λαχτάρα να τις ξαναζήσει.
Θυμήθηκε την τελευταία φορά που περπάτησε το δασάκι φθινόπωρο, είχε να το κάνει από παιδί. ξαναείδε τα κυκλάμινα να φυτρώνουν στου βράχου την σχισμάδα 



Αλλά αυτή την φορά τα βήματα του τον έφεραν μπροστά σε νέες  αλήθειες :







Δεν ήταν μόνο το κυκλάμινο που φύτρωνε στου βράχου την σχισμάδα αλλά κι αυτό το μικρό κίτρινο λουλουδάκι, ίσως να μην το είχε προσέξει κανείς ως τώρα. πιο κάτω κι αλλο, πιο σύνθετο :



Αλλες φορές μπορεί να ενθουσιαζότανε από τα μικρά θαύματα της Φύσης μα αυτή την φορά περιορίστηκε στον ρόλο του ψυχρού παρατηρητή.


Διεπίστωσε πως δεν είχε τίποτε ν' αγαπήσει πια.
Ισως αυτό να ήταν τα πραγματικά γεράματα. 
Σαν τον χειμώνα που ερχότανε αναπόφευκτα. 

Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2012

Επειδή ( Ας κάνω τον σταυρό μου )

.

 

Επειδή...

κάθε χρόνο τα ίδια και τα ίδια

Επειδή...

την προκοπή την είδα

Επειδή...

όλοι έχουν άποψη, περιέργως κομένη και ραμένη στα μέτρα τους

Επειδή...

 για την αλήθεια όλοι έριξαν την μαύρη πέτρα τους

Επειδή...

κάπου θα βρούνε ένα άρθρο που να την επιβεβαιώνει

Γι αυτό...

ξανανεβάζω το περσινό που μας ... ενώνει  !



 
το ... χθες



Οταν στο τρόλεϋ βρίσκομαι
να πάω στη δουλειά μου
κι' απ' εκκλησία διέρχεται
και πέφτουν στη ματιά μου
νέες, γριές κι' ανέραστες
να κάνουν το σταυρό τους
κι' απ΄αμαρτίες να ζητούν
ευθύς τον λυτρωμό τους
δύο μονάχα πράγματα
με σιγουριά γνωρίζουν
θα πάει η μέρα τους καλά,
το σατανά ξορκίζουν,
και πως οι αμαρτίες τους
θε να συγχωρεθούν
αφού ποτέ δεν ξέχασαν
να σταυροκοπηθούν.

Λαχείο αν αγοράσουνε
ξέρουν, δεν θα κερδίσουν
σύζυγο στην αγκάλη τους
ξέρουν, δεν θα κρατήσουν
Κι' ας ψιθυρίζουν μέσα τους
ύμνους και ψαλμωδίες
οι άντρες όλο θα κοιτάν
για άλλες εμπειρίες.



 Το ... προχθές

Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

Αντώνηδες και αντωνάκης

Από την ανάρτησή μου στο φέισμπουκ :


Ηθελα να ζούσε η γιαγιά Πηνελόπη να δεις ροχάλα που θα σούριχνε !!

Υπάρχουν κάποια ονόματα ή καλύτερα συμπτώσεις στα ονόματα που σε σημαδεύουν. Θυμάμαι που πήγαινα με το αυτοκίνητό μου, πολύ σιγά γιατί τους ενοχλούσε η ταχύτητα στα δεύτερα ήντα, δυο αγαπημένους φίλους, δυό Αντώνηδες να καταθέσουν σαν μάρτυρες στο Λιμεναρχείο. Τεράστια ήταν η εκπληξη και των τριών όταν οι δυο Αντώνηδες ανακάλυψαν πως είχαν γεννηθεί όχι μόνο το ίδιο έτος αλλά και την ίδια μέρα ! Μέχρι τότε το μόνο κοινό που είχαν ήμουν εγώ, αλλά μετά έγιναν κολητάρια μέχρι που έσβησαν το ίδιο έτος.
Από τότε είχα μια ευαισθησία σ' αυτό το όνομα, το έδωσα σ' έναν από τους πρωταγωνιστές στο πρώτο μου βιβλίο, εμπλουτίζοντας τον χαρακτήρα του από τις εμπειρίες μου με τους δυο φίλους. Εξ άλλου ένα από τα πιο αγαπημένα μου τραγούδια ήταν ο κυρ Αντώνης του Χατζηδάκι.



Εκεί στο πρώτο μου βιβλίου ανέπτυσσα μεταξύ σοβαρού και αστείου την αλληλεπίδραση  ονόματος και προσώπου. Αν κρίνουμε τους πρωθυπουργούς των τελευταίων ετών βλέπουμε τον Γεώργιο Παπανδρέου και τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να στηρίζουν το κύρος τους στην καθαρευουσιάνικη προφορά του ονόματός των. Κανείς δεν διανοήθηκε να πεί Γιώργο τον Παπανδρέου και η Ελένη Βλάχου την μία φορά που αποκάλεσε Κώστα τον Καραμανλή  αποδοκιμάστηκε. Η συνέχεια υπήρξε με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Ράλλη, μετά όμως η εξουσία ήρθε πιο κοντά στον λαό αφού τον Ανδρέα Παπανδρέου τον αποκαλούσε "Αντρέα". Συγχρόνως όμως η διακυβέρνηση άρχισε να κάνει νερά που καλύπτονταν από τα ποικιλώνυμα πακέττα από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Η συνέχεια ήταν ο Κώστας Μητσοτάκης και ο Κώστας Σημίτης με την διακυβέρνηση να συμβαδίζει με τα μικρά ονόματα των πρωθυπουργών κι εδώ πολλές τρύπες μπάλωσε προσωρινά η ανάληψη των Ολυμπιακών αγώνων.
Ο σοφός λαός από διαίσθηση τους επόμενους πρωθυπουργούς τους αποκαλούσε με τα υποκοριστικά τους, Κωστάκη και Γιωργάκη. Δεν είχε άδικο μια που και οι δύο φάνηκε σαν να εκτελούσαν μια βραχύβια αποστολή στην πρωθυπουργία και μόλις τελειώσανε την ύποπτη δουλειά τους εξαφανίσθηκαν. Για το τελευταίο στάδιο της αποστολής επελέγη ο Αντωνάκης, αυτός δεν είχε κατάλληλο επίθετο για να βγει αυτοδύναμος στις εκλογές, ανέλαβε την εξουσία με δεκανίκια, πράγμα που δεν τον εμποδίζει να κυλίσει την ταφόπλακα πάνω στην Ελλάδα με το μνημόνιο και να εξαφανισθεί κι αυτός μετά-δεν νομίζω να αμφιβάλλει κανείς γι αυτό- σαν τους άλλους πρωθυπουργούς με υποκοριτικά.
Ευτυχώς σε λένε Αντωνάκη και όχι Αντώνιο


Το ξέρω πως αυτός είναι άλλος Σαμαράς, αυτός δεν μας ρίχνει στα σκατά αντίθετα μερικές φορές με τα γκολ του μας ξελασπώνει

Λύση δεν βλέπω και ο Τσίπρας, Αλέξης είναι, δεν είναι Αλέξανδρος.
Καμιά φορά σκέφτομαι πόσο χειρότερα θα ήταν αν μας κυβερνούσε το άλλο υποκοριστικό, η Ντόρα. Μπρρρρρρρρρρρρρρρρρ

Αλλη μια εκτέλεση του κυρ Αντώνη, γρήγορα, για να συνέλθουμε !!