Στο καβούκι μου

Τα κείμενα της καθημερινότητας θα δημοσιεύονται στο εξής στον Βερνάρδο τον ερημίτη, στην διεύθυνση : http://gerimitiis.blogspot.gr/

Ποιήματα θα βρείτε στην ποιηματοποίηση

ενώ

Πεζά και διηγήματα στην διηγηματοποίηση

...

Τι δεν είναι και τι είναι το gpoint'sbreeze

Δεν είναι χώρος που προωθεί έμμεσα ή άμεσα διαφημίσεις.
Δεν είναι χώρος που θα σας προωθήσει σε άλλα μπλογκς πλην των άλλων του δημιουργού της.
Δεν είναι χώρος που θα σας υποχρεώσει ν' ακούσετε την μουσική που αρέσει στον δημιουργό του.

Είναι ένας χώρος που σέβεται την σκέψη και την ελληνική γλώσσα.
Είναι ένας χώρος που προσπαθεί να σέβεται τους επισκέπτες του και τον εαυτό του.



Δευτέρα 26 Ιανουαρίου 2009

Προσέξτε μη σας ...υπερπηδήξει

ο Δήμαρχος και καταλήξετε όπως η παρακάτω εικόνα από την παρέμβασή του στο παρκάκι της γωνιάς Κύπρου και Πατησίων. Μην παρασύρεστε από τις ροζ γραβάτες και τα ροζ πουκάμισα που συνήθως φοράει...


όταν είναι γιά μπίζνες όπως βλέπετε στη συνάντησή του με γνωστούς αναπλάστες-περιβαλλοντολόγους φοράει και σκούρα πουκάμισα.


Aπό το in.gr το απόσπασμα :

Επίσημη πρόσκληση σε... διάλογο κατέθεσε η ΠΑΕ Παναθηναϊκός στους 131 πολίτες που έχουν καταθέσει προσφυγή στο ΣτΕ για την αναστολή των έργων του γηπέδου στον Βοτανικό, αλλά και στον ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να βρεθεί λύση και να συνεχιστούν οι εργασίες για την διπλή ανάπλαση. Για υπερπήδηση των δυσκολιών, έκανε λόγο και ο Δήμαρχος Αθηναίων, Νικήτας Κακλαμάνης.

O κ. Κακλαμάνης τόνισε: «Ο ΣΥΡΙΖΑ και οι 131 έχουν δηλώσει ότι δεν αντιτίθεται στην κατασκευή του γηπέδου, παρά τις αγωγές που έχουν καταθέσει. Τους καλούμε να αποδείξουν ότι πιστεύουν αυτά που λένε, τους καλούμε σε διάλογο και δηλώνουμε εμείς ότι αν αποσύρουν τις προσφυγές τους εμείς θα προχωρήσουμε άμεσα στην κατασκευή του γηπέδου».

Τώρα αυτό το "εμείς" πληθυντικός της μεγαλειότητας είναι ή μας προέκυψε Δήμαρχος- συνεταίρος με το Μπάμπη Βωβό ;;


Στην επόμενη φωτογραφία βλέπετε το παρκάκι πριν αναλάβει την...ανάπλασή του ο δήμαρχος παρ' οτι εκκρεμεί ακόμη η δικαστική απόφαση γιά την χρήση του χώρου.
Aντιλαμβάνεστε βέβαια πως...αντιλαμβάνεται τον διάλογο ο Δήμαρχος

οι φωτογραφίες από το σχόλιο του BassCadet στην lifo

Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2009

Νεοελληνική ανατροφή

Τι απέγιναν οι "καλοί" μαθητές όταν ήρθαν τα κομπιούτερς ;

Ο μικρός Γιαννάκης

Ο μικρός Γιαννάκης αναστέναξε πάνω στο κομπιούτερ του. Ο μικρός Γιαννάκης δεν ήτανε βέβαια μικρός την ηλικία αλλά υστερούσε λίγο στην πνευματική του ανάπτυξη, συνηθισμένο θύμα της μικροαστικής αντίληψης γιά την ανατροφή των παιδιών, ειδικότερα εκείνων που είχαν μιά έφεση στην αντιγραφή και στην απομνημόνευση αλλά υστερούσανε στην κριτική σκέψη. Γινόντουσαν οι κλασσικοί καλοί μαθητές στο δημοτικό και το γυμνάσιο και πετύχαιναν -ευνοούμενοι από το σύστημα - σε «καλές» σχολές στις πανελλήνιες εξετάσεις. Η επιλογή της σχολής βέβαια ήταν ένας συνδυασμός της κοντόφθαλμης πολιτικής του υπουργείου και της εξόφθαλμης ανικανότητας του μαθητή και του περιβάλλοντός του να διακρίνει την κλίση του, οπότε ακολουθούσε τις οικογενειακές συμβουλές. Το συνηθέστερο αποτέλεσμα ήταν κάποιο τμήμα του πολυτεχνείου, μερικές φορές η ιατρική σχολή. Το βασικότερο κριτήριο επιλογής ήταν το χρήμα βέβαια, όμως ελάχιστοι γονείς και υποψήφιοι είχαν προσέξει ότι χρήμα δεν έβγαζε ο μηχανικός αλλά ο εργολάβος που δεν ήταν βέβαια απαραίτητο να είναι και μηχανικός, όπως πολύ συχνά συνέβαινε. Ετσι όταν ο μικρός Γιαννάκης βρέθηκε με το δίπλωμα του μηχανικού στο χέρι (και όχι μόνο) και καθαρός από στρατό, διαπίστωσε ότι η μόνη εφικτή επαγγελματική λύση ήταν το υπαλληλίκι στον εργολάβο, μιά κλασσική καριέρα που στην αρχή θα τον έστελνε να αγοράσει τσιγάρα του αφεντικού, μετά στου διαόλου τη μάνα γιά τις ανάγκες της εταιρίας και στα κεντρικά αποκτηνωμένο «ανώτερο» στέλεχος λίγο πριν το έμφραγμα ή την σύνταξη. Τα κεφάλαια γιά να το παίξει εργολάβος δεν υπήρχανε και ήταν καιρός να εγκαταλείψει τον παραμυθένιο κόσμο που του είχε κτίσει η μάνα του όπου ο μικρός Γιαννάκης ήταν ο ασυναγώνιστος μαθητής, ο ευφυής που θα κυβερνούσε μιά μέρα την Ελλάδα -αν όχι ολόκληρο τον κόσμο- και θα παντρευότανε την πριγκίπισσα του υπερπέραν. Η προσαρμογή δεν ηταν καθόλου εύκολη και κάθε φορά που κάτι δεν πήγαινε καλά ο μικρός Γιανάκης αρνιότανε πεισματικά την πραγματικότητα, γύριζε συνειδητά στον κόσμο της μαμάς του. Αν δηλαδή έκανε κάποιο λάθος στη δουλειά του αντί να το παραδεχθεί ούρλιαζε υστερικά ότι ήταν σφάλμα άλλου δημιουργόντας μεγαλύτερο πρόβλημα ώστε να «ξεχαστεί» το λάθος του. Εξυπακούεται ότι το λάθος του σβηνότανε από τον χώρο της μνήμης του, ήταν μιά κλασσική περίπτωση επιλεκτικής μνήμης. Ετσι ο κόσμος της μητέρας του παρέμενε αλώβητος, έτοιμος να τον δεχθεί γιά μιά νέα «κάθαρση» αν οι συνθήκες το απαιτούσαν. Ηταν και ένας τρόπος να τιμά την μάνα του.
H ζωή του μικρού Γιαννάκη ακολούθησε τα στάνταρ της εποχής. Κάποια σχέση που κατέληξε σε αποτυχημένο γάμο, παιδιά και εξωσυζυγική σχέση- πολλές οι αιτίες, όχι μόνο η δουλειά του- και η παρηγοριά ότι έβγαζε περισσότερα λεφτά από τον μέσο όρο. Γιά όλους σχεδόν τους Γιαννάκηδες υπήρξε και κάποιο βραβείο γιά κάποια μελέτη, γιά κάποιο μνημείο πεσόντων ή κάτι αντίστοιχο, κάπου στην επαρχία- ποτέ δεν έμαθε τα κριτήρια της επιτροπής, αυτά ήταν προνόμια των εργολάβων και των τοπικών φορέων- αυτό ήταν η ηθική ανταμοιβή του. Εγινε πελάτης των μπαρ και φανατικός της ομάδας του. Προσπαθούσε να γεμίσει εκεί τα κενά της δουλειάς και της οικογένειας μέχρι που ανακάλυψε την επικοινωνία μέσω κομπιούτερ.
Ηταν μιά αναγέννηση γι’ αυτόν. Εστησε έναν καινούργιο εαυτό, διάλεξε ένα αστραφτερό νικ κι’ άρχισε να περνάει ατέλειωτες ώρες μπροστά στον υπολογιστή.

Η μικρή Ελενίτσα
Και η μικρή Ελενίτσα αναστέναζε πάνω στο κομπιούτερ της. Η μικρή Ελενίτσα δεν ήταν βέβαια μικρή στα χρόνια, ούτε θα μπορούσε να πει κανείς ότι υστερούσε στην πνευματική της ανάπτυξη. Ηταν ο τρόπος που αντιμετώπιζε την ζωή αυτός που της έκανε τόσο ταιριαστό το προσωνύμιό της , ίσως γιατί ζούσε μικρό μόνο μέρος της ζωής που της αντιστοιχούσε. Και η μικρή Ελενίτσα ήταν καλη μαθήτρια και μάλιστα δεν διακρινότανε μόνο στην απομνημόνευση. Παρ’ ότι απέφευγε να σηκώσει το χέρι ήξερε σχεδόν όλες τις απαντήσεις σε ερωτήσεις κρίσεως, θα μπορούσε να πει κανείς ότι προσπαθούσε να ξεγελάσει τους καθηγητές της να μην καταλάβουνε πόσο καλή ήτανε. Αυτή η πνευματική εσωστρέφεια αντισταθμιζότανε από μιά σωματική εξωστρέφεια που υπόγεια της υπέβαλε η οικογένειά της. Διότι όταν λες σ’ένα κορίτσι τι να τα κάνει τα γράμματα το σπρώχνεις να αποκτήσει αξία με άλλα κριτήρια. Η μικρή Ελενίτσα φοβότανε να μιλήσει με τον εαυτό της, φοβότανε να δει πως θάθελε να ζήσει την ζωή της. Εδινε περισσότερη σημασία στον καθρέπτη και τις διαστάσεις ης παρά σις σκέψεις της. Εδωσε τις εξετάσεις και πέρασε εύκολα στη Νομική αλλά μέσα της ήταν πεπεισμένη πως το καλύτερο πτυχίο δεν πιάνει μπάζα μπροστά σ’ ένα πεταχτό κωλαράκι ή ένα πλούσιο ντεκολτέ. Και μιά που αυτά τα είδη φυτρώνουν μόνο στα νιάτα, οι σπουδές πήγαν περίπατο μπροστά στο όνειρο των γονιών- και της ίδιας πλέον- ένα «πετυχημένο» γάμο. Ενα παιδί και καπάκι ένα δεύτερο, ως γνωστόν, «δένει» τον γάμο και παραπέμπει το πτυχίο στις καλένδες, η συζυγική ευτυχία είχε ήδη γράψει εκεί τις πρώτες σελίδες. Βέβαια αυτό το «φοιτήτρια της Νομικής» που την συνόδευε έκανε ταιριαστό το προσωνύμιό της σαν η μικρή Ελενίτσα, ίσως όμως να ήταν και η άρνησή της να «μεγαλώσει»., να αναλάβει την ευθύνη της ζωής της. Προτίμησε να την αναθέσει στον σύζυγο χαρίζοντας του γιά αντάλλαγμα αρκετές ελεύθερες ώρες γιά αντροπαρέες ή τσιλιμπούρδισμα. Δεν είχε ανάγκη πλέον ούτε την μητέρα της, αλλά δεν την είχε ξεπεράσει, την είχε αντικαταστήσει τρόπον τινά στην κοινωνία , ήταν έτοιμη να αναθρέψει τα παιδιά της ακριβώς όπως η μητέρα της. Το ότι πέρναγε κάποιες ώρες στο κομπιούτερ δεν άλλαζε τον ψυχισμό της, το κομπιούτερ ήταν γι’ αυτήν απλώς μιά νέα τεχνολογία, ένα ηλεκτρονικό κουτσομπολιό και όχι ένα πλάτεμα του μικρού κόσμου που ζούσε

Δευτέρα 5 Ιανουαρίου 2009

ΟΙ πρώτες μέρες απ' τον καινούργιο χρόνο

.

Φοβάμαι

Την καινούργια δεκαετία που πλησιάζει
Γυροβολιά στον χρόνο
Λίκνισμα σιγαλό στης ζωής τ’ ακρογιάλι
και παντοδύναμη η θάλασσα

Φοβάμαι

Μη μ’ ακουμπάς δυστυχισμένη
Με το δεξί αδέξιό σου χέρι

Φοβάμαι

Το ιερό το βρέφος, φαντάζει ασπρομάλλικο

Φοβάμαι

Τις νύχτες που θ’ απλώνονται παντού
Τα πρωϊνά του Απρίλη θα προλάβω ;
Τις καθημερινές μικροεκπλήξεις φοβάμαι,
το αλατοπίπερο της κάποτε ζωής μου

Φοβάμαι

Τις κουβέντες τις ελαφρές που μου ξεφεύγουνε
Φοβάμαι και τ’ αυτιά μου
Σαν να μην θέλουνε ν’ ακούσουν άλλο

Φοβάμαι τα μεγάλα πνεύματα που συνάντησα

Φοβάμαι πως δεν θα βρώ ποτέ την ζωγραφιά που ψάχνω

Φοβάμαι τόσο τις λάμψεις πλέον της καρδιάς και των ορμόνων
Θα καλωσόριζα την κάθε σπίθα μόνο

Ακόμα και την λάθος

Σάββατο 3 Ιανουαρίου 2009

Το θαύμα


Του φαινόταν σαν θαύμα. Τόχε διαβάσει παλιά αλλά δεν το πίστευε ή επειδή ήταν τόσο σπάνιο φαινόμενο δεν πίστευε ότι θα το δει ποτέ. Και τώρα ήταν μπροστά του αναμφισβήτητο, όσο αναμφισβήτητο είναι κάτι που βλέπουμε με τα μάτια μας. Αλλοι το ψάχνανε δεκαετίες σε μέρη πιό ζεστά κι' αυτός το βρήκε στην Αθήνα δυό δρόμους πάνω απ' το σπίτι του κάνοντας βόλτα. Εβγαλε αμέσως το κινητό του και αποθανάτισε την στιγμή. Ηξερε ότι η όλη διαδικασία δεν βαστούσε πάνω από μία ώρα και δεν ήξερε πότε ακριβώς είχε αρχίσει. Εκεί στα τρία με τέσσερα μέτρα πάνω από τον πεζόδρομο εκτυλισσόταν ένα δράμα, με την πρωταρχική σημασία της λέξης, αυτό που θα λέγαμε σήμερα ένα δρώμενο αλλά επειδή η κατάληξη ήταν πάντα η ίδια, η λέξη συνυφάνθηκε με ό,τι μας προκαλεί λύπη. Κι' εδώ το ίδιο δίλημμα υπήρχε. Ηταν μιά έκρηξη χαράς, ίσως ο τρόπος με τον οποίον κάνουνε έρωτα τα φυτά, ήταν ένα πελώριο λουλούδι. Αλλά δεν ήταν το αποτέλεσμα μιάς προσπάθειας διαιώνισης του είδους, δεν είχε σχέση με αναπαραγωγή. Μ' άλλα λουλούδια πιό μικρά και καθόλου εντυπωσιακά γίνονται οι χουρμάδες. Αυτό, το πελώριο ροζ, απαιτούσε ελάχιστη ύλη- ήταν μιά φούσκα σαν μπαλόνι- έβγαινε χωρίς μίσχο μεταξύ των φύλλων του φοίνικα μεγάλωνε μέχρι να σκάσει και διαλυότανε σε χρόνο λιγότερο από μιά ώρα.
Ισως πριν εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια να είχε άλλες λειτουργίες και σκοπιμότητες που σήμερα είχαν χαθεί. Ισως να ήταν το ίδιο αναπαραγωγικό εργαλείο και μετά οι συνθήκες να μην το ευνόησαν και να παρέδωσε την σκυτάλη για αναπαραγωγή σε πιό κοινές μορφές όπως ήταν τα κουκούτσια από τους χουρμάδες. Ισως ακόμα να ήταν ένα ισχυρό οπτικό σήμα γιά τα έντομα ή τα πουλιά της εποχής να βοηθήσουν την διαδικασία της γονιμοποίησης ή της διάδοσης των σπόρων. Μπορεί ακόμα -τότε- να μύριζε, σήμερα πάντως δεν είχε τέτοια ιδιότητα. Η χρησιμότητά του ήταν ένα μυστήριο. Αλλά τι στο επίσημο όνομα της χουρμαδιάς-ο φοίνιξ- δεν ήταν μυστήριο ;
Φοίνιξ είναι τό χρώμα απ΄την πορφύρα, το όστρακο, που την λέγανε φοίνικα κι' αυτήν και Φοίνικες τον λαό που την εμπορευόταν. Μα άν τον τόπο στα παράλια της Ασίας που τον λέμε σήμερα Λίβανο τον λέγανε τότε Φοινίκη και τους κάτοικους της Καρχηδόνας, απ' την μεριά της Αφρικής, στην Λιβύη, κι' αυτούς Φοίνικες τους έλεγαν. Στη μέση τους η Αίγυπτος κι΄η λέξη η αιγυπτιακή Φ' ενακιμ, ίσως η ρίζα του ονόματος. Και στα δυό μέρη άφθονες οι χουρμαδιές, πήραν κι' αυτές το ίδιο όνομα σαν δένδρο της Φοινίκων, της Ασίας ή της Αφρικής, ποιός ξέρει ; Κι' ίσως αυτό το μυστήριο λουλούδι που στατιστικά εμφανίζεται μιά φορά στην πολυετή ζωή κάθε φοίνικα γέννησε τον μυστηριώδη μύθο γιά τον άλλο φοίνικα, το πουλί που αυτοαναφλέγεται γιά να εκκολάψει τα αυγά του. Ισως, κι' αυτό να συμβαίνει τόσο συχνά, όσο εμφανίζεται το ροζ πελώριο λουλούδι της χουρμαδιάς.
Μήπως κι' αυτός ο Φοίνικας, ο αδελφός του Κάδμου δεν ήτανε λίγο μυστήριος ; Πως γίνεται να τον στείλει ο πατέρας του ο Αγήνορας να βρει την αδελφούλα τους, την Ευρώπη κι' αυτός να βρεθεί στην Αφρική ;
Ολες οι απορίες, όλα τα μυστήρια του ήρθαν στο κεφάλι την ώρα που αποσβολωμένος παρατηρούσε όσο καλύτερα μπορούσε το τεράστιο ροζ λουλούδι που έβγαινε από την καρδιά των φύλλων της χουρμαδιάς. Πυκνά τα φύλλα της, δεν επέτρεπαν την παρατήρηση από κάτω, έπρεπε να απομακρυνθεί λιγάκι γιά να το θαυμάσει. Ενα γλυκό αεράκι λικνιζε ελαφρά το σπάνιο λουλούδι. Στην πρώτη δυνατή ριπή του ανέμου η ροζ πλαστική σακκούλα στροβιλίστηκε και ξέφυγε απο τ' αγκαθάκια της χουρμαδιάς.

Παρασκευή 2 Ιανουαρίου 2009

Ωδή στην Σάρον



Θέλω να γράψω τραγουδάκια
γιά όνειρα, γιά ουρανούς
γιά χελιδόνια και ζουμπούλια
και για ό,τι άλλο βάζει ο νούς

Μα στο μυαλό μου ένα ποτάμι
αλλιώτικο έχω μοναχά
μ'ένα νησάκι μεσ' στη μέση
και γύρω γύρω του βουνά

Ηταν που άνοιξες τα πόδια
κι' είδα μπροστά μου ξαφνικά
μιά που δεν φόραγες βρακάκι
τον ποταμό να με κοιτά

Ω μεσ' στα γάργαρα νερά του
θάθελα ν'αναβαπτισθώ
από τις πίκρες να ξεφύγω
και μεσ' στη γλύκα του να ζω

Μα ξέρω ηθοποιός πως είσαι
και λύπη δίνεις και χαρά
σαν το ποτάμι που φουσκώνει
ή λιγοστεύει τα νερά