Στο καβούκι μου

Τα κείμενα της καθημερινότητας θα δημοσιεύονται στο εξής στον Βερνάρδο τον ερημίτη, στην διεύθυνση : http://gerimitiis.blogspot.gr/

Ποιήματα θα βρείτε στην ποιηματοποίηση

ενώ

Πεζά και διηγήματα στην διηγηματοποίηση

...

Τι δεν είναι και τι είναι το gpoint'sbreeze

Δεν είναι χώρος που προωθεί έμμεσα ή άμεσα διαφημίσεις.
Δεν είναι χώρος που θα σας προωθήσει σε άλλα μπλογκς πλην των άλλων του δημιουργού της.
Δεν είναι χώρος που θα σας υποχρεώσει ν' ακούσετε την μουσική που αρέσει στον δημιουργό του.

Είναι ένας χώρος που σέβεται την σκέψη και την ελληνική γλώσσα.
Είναι ένας χώρος που προσπαθεί να σέβεται τους επισκέπτες του και τον εαυτό του.



Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2012

Ενα φουστάνι, πράσινο, βεραμάν...

( αναδημοσίευση από την διηγηματοποίηση )


Το  πρώτο πράγμα που είδε στην κίνησή της ήταν το παρελθόν του. Δεν ήξερε γιατί αλλά το είδε αποτυπωμένο στο φουστάνι της με το που μπήκε στο οπτικό του πεδίο. Ηταν ένα καλοκαιρινό φουστάνι, από ελαφρύ ύφασμα, μακρύ, αφήνοντας από τα πόδια να φανούν μόνο οι λεπτοί αστράγαλοι και τα καλοσχηματισμένα δάκτυλα μέσα από τα σανδάλια της . Το χρώμα της επιδερμίδας ταιριαστό με το βεραμάν του υφάσματος,  το περπάτημά της ταιριαστό με το μυστήριο της ώριμης ηλικίας της. Την κοίταζε καθώς έβγαινε από το διπλανό μαγαζί και ερχόταν προς το μέρος του, ίδια όπως πλησιάζουν αδυσώπητες οι αναμνήσεις και τα απωθημένα τις ώρες που χαλαρώνει ο έλεγχος της καθημερινότητας. Ηταν καθισμένος και έπινε τον καφέ του στα "τραπεζάκια έξω" σ΄ ένα στενό πεζόδρομο, κουβεντιάζοντας με την ιδιοκτήτρια της καφετέριας την ώρα που σουρούπωνε. Θα μπορούσε να κατέβει στον δρόμο αλλά επέλεξε να περάσει από κοντά του, υπακούοντας ίσως στην  πιο ενδόμυχη παράκλησή  του. Το βλέμμα του ανέβηκε στη λεπτή μέση της και προσπέρασε ικανοποιημένο το στήθος για να καταλήξει στα ξανθά μαλιά της. Αντιπροσώπευε το τέλειο στον συγκεκριμένο χρόνο και  χώρο, ακριβώς όπως γίνεται με τις στιγμές που ένοιωθε ικανοποιημένος από τα κατορθώματα της ζωής του. 
Η καλησπέρα του την ξάφνιασε αλλά κι' αυτός ξαφνιάστηκε από την δική της. Το βεραμάν φουστάνι με το περιεχόμενό του προσπέρασε και  σταμάτησε στην βιτρίνα του επόμενου μαγαζιού. Περιεργαζόταν τα ρούχα χωρίς φυσικά να γυρίσει να κοιτάξει στα τραπεζάκια, ήξερε πως την έτρωγε με τα μάτια, δεν φανταζόταν όμως ότι περιεργαζόταν το φουστάνι της περισσότερο και όχι το σώμα της. Περίμενε πάνω από πέντε λεπτά κι όταν κατάλαβε ότι δεν θα σηκωθεί να της μιλήσει απομακρύνθηκε ήρεμα.
Το ίδιο φουστάνι φάνηκε μετά από λίγο να περνάει στο απέναντι πεζοδρόμιο, δεν μπόρεσε να ξεχωρίσει αν ήταν σαν γλυκειά ανάμνηση ή σαν ξεχασμένο γραμμάτιο. Η φυσική δειλία του προτίμησε να φτιάξει μαζί της ένα υποθετικό σενάριο με χίλιες λύσεις παρά να δοκιμάσει την μοναδικότητα της πραγμάτωσης. Το φουστάνι απομακρύνθηκε όπως έφευγε το παρελθόν του κάθε που προσγειωνότανε  στο παρόν της καθημερινότητας. Συνέχισε την κουβέντα του με την ιδιοκτήτρια της καφετέριας που φυσικά έκανε πως δεν κατάλαβε τίποτε.

Την άλλη μέρα, την ίδια ώρα ήταν πάλι εκεί αναζητώντας μια δεύτερη ευκαιρία σ' ένα άτυπο ραντεβού που δεν ορίσθηκε ποτέ. Κάποια στιγμή όντως πέρασαν τα ίδια ξανθά μαλιά, το ίδιο γλυκό πρόσωπο, η ίδια λυγερή κορμοστασιά με την τονισμένη μέση, τα ίδια όμορφα ακροπόδια. Μόνο το φουστάνι είχε ένα άλλο χρώμα, απροσδιόριστο, που δεν ταίριαζε καθόλου με τις αναμνήσεις του...

Τρίτη 25 Δεκεμβρίου 2012

Παραδοσιακό χριστόψωμο





Αναγκάζομαι να γράψω γι αυτές τις δύο παρεξηγημένες λέξεις που έχουν γίνει καραμέλλα στο στόμα ειδικών και μη, η πρώτη όλο τον χρόνο και η δεύτερη τις άγιες τούτες μέρες.
Κατ' αρχήν να ξεκαθαρίσουμε τι σημαίνει η λέξη παραδοσιακός με την κοινή λογική σαν οδηγό. Είναι μια λέξη που χαρακτηρίζει έναν τρόπο κατασκευής κάποιου πράγματος που έχει επικρατήσει σε κάποια περιοχή. Το γιατί έχει επικρατήσει δεν θέλει ρώτημα, προφανώς ήταν καλύτερος από τους άλλους τρόπους και τελικά όλοι στην περιοχή που είχαν γνώση κατέληξαν να χρησιμοποιούν τον συγκεκριμένο τρόπο.
Το παραδοσιακό δεν μένει αμετάβλητο με την πάροδο των χρόνων. Είτε γιατί μπορεί κάποιος να βελτιώσει (πραγματικά) κάποιον τομέα του είτε διότι πλέον υπάρχουν διαφορετικά υλικά κατασκευής που μπορούν να δώσουν άλλες διαστάσεις στην κατασκευή. Παραμένει πάντοτε όμως ο καλύτερος - και γι αυτό αποδεκτός από όλους - τρόπος.

Για το τι είναι και ποιές είναι οι παραλλαγές του χριστόψωμου μπορείτε να βρείτε αλλού πολλές πληροφορίες. Εδώ θα περιοριστούμε στην λογική παρατήρηση ότι το δεύτερο συστατικό είναι η λέξη ψωμί και άρα πρέπει να είναι ΨΩΜΙ και όχι κέικ όπως θέλουν οι περισσότεροι τηλεοπτικοί και μη μάγειροι που τώρα αποκαλούνται "σεφ".  Αφού μας βομβαρδίσουν με όποια βλακεία τους έρθει στο κεφάλι, μας πετάνε και ένα "παραδοσιακό" από πάνω γιατί βρήκανε την συνταγή στην Ανω Μουλαρίτσα όπου την εκτελούσε η τρελλή του χωριού. Φυσικά το χριστόψωμο είναι ένα διαφορετικό από τα συνηθισμένα ψωμί με την έννοια πως είναι πιο "πλούσιο" σε υλικά αλλά και κάτι ακόμα που είναι ξεχασμένο σήμερα, τρώγοταν την ίδια μέρα της παρασκευής του, την παραμονή των Χριστουγέννων στο βραδυνό τραπέζι και όχι την άλλη μέρα όπως το καθημερινό ψωμί. Ηταν εποχές που το ψωμί σαν βασικό είδος διατροφής δεν έφτανε γι αυτό κάθε μέρα ζυμώνανε αλλά τρώγανε πάντα το χθεσινό ψωμί γιατί η νοστιμιά του φρέσκου οδηγούσε σε υπερκατανάλωση.

Στα δικά μου μέρη το χριστόψωμο γινότανε από άσπρο αλεύρι           ( πολυτελείας το έλεγαν την δεκαετία του πενήντα και αυτό σημαίνει το γράμμα Π που το χαρακτηρίζει και σήμερα σε αντίθεση με το γράμμα Μ, δηλαδή μαλακό που χαρακτηρίζει το "κίτρινο" αλεύρι  που χρησιμοποιείται στα "χωριάτικα" ψωμιά ), μαγιά, αλάτι και νερό, με την προσθήκη γλυκάνισου και χιώτικης μαστίχας σαν αρωματικά και λίγου βούτυρου για να αφρατέψει. Δεν χρησιμοποιούσανε προζύμι γιατί θέλανε να αποφύγουνε την ξινή του γεύση. Ψηνότανε σε στρογγυλό ταψί με δυο κοτσίδες σε σχήμα σταυρού να το στολίζουνε και μερικά καρύδια για διάκοσμο. Μετά το ψήσιμο το πασπαλίζανε ελαφρά με ζάχαρη άχνη και κανέλλα.

Ετσι το έφτιαξα και χθές.

.

Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2012

Δεν έχει δώρα




Σαν άκουσε τα τύμπανα να πλησιάζουν
τις τσέπες έψαξε ασυναίσθητα
 
Δεν είχε πια δώρα να  δώσει
παρά αισθήματα γραμμένα σε χαρτί,
σ' ένα χαρτί καμένο
στο εικοσιένα της ζωής
και μια φωνή να συνοδεύει
ως πέρα τον αντίλαλό τους.
 
.

Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2012

Ποδόσφαιρο σε εξωτικές χώρες

"Ενας δικηγόρος με τον χαρτοφύλακά του μπορεί να κλέψει περισσότερα από έναν γκάγκστερ με το πιστόλι του"



λόγια του Ντον Βίτο Κορλεόνε από το βιβλίο "Ο Νονός" του Μάριο Πούτσο

Σε κάποια ομάδα μιας εξωτικής χώρας συμβαίνουν παράξενα πράγματα. Το πιο παράξενο ίσως είναι ότι η ομάδα βυθίζεται στα χρέη και την φτώχεια αλλά οι εκάστοτε πρόεδροι και παράγοντές. της ... πλουτίζουν.
Πως έγινε αυτό κανένας δεν το κατάλαβε. Την πρώτη φορά  που τα περιουσιακά στοιχεία της ομάδας, οι παίκτες, εμειναν ελεύθεροι να διαπραγματευθούν την μεταγραφή τους χωρίς ανταλλάγματα για τον σύλλογο, ένας εντελώς απρόσμενος τίτλος έρριξε στάχτη στα μάτια όσων ζήταγαν περαιτέρω διευκρινίσεις. Οταν τα πανηγύρια κόπασαν κι άλλοι παίκτες έμειναν ελεύθεροι στον απόηχο του θριάμβου και της αλλαγής του προέδρου-δικηγόρου από κάποιον συνάδελφό του. Κάποιες κακές γλώσσες έλεγαν πως οι παίκτες δεν αφέθηκαν ελεύθεροι αλλά πουλήθηκαν με τα λεφτά κάτω από το τραπέζι για να μην πληρώσουν εφορία κ.λ.π.
Κανένας δεν σκέφτηκε να ρωτήσει τι απέγιναν αυτά τα λεφτά αφού επισήμως η ομάδα δεν εισέπραξε τίποτε, εξ άλλου η ομάδα είχε τόσες υποχρεώσεις.
Οταν τα πράγματα σκούρηναν λιγάκι και το παραμύθι με τις αποδεσμεύσεις δεν έπειθε πλέον κανένα, κάποιος παράγοντας είχε μια φαεινή ιδέα- οι κακές γλώσσες λένε πως την αντέγραψε από άλλο σωματείο της ίδιας εξωτικής χώρας με το οποίο είχανε κοινά χρώματα και όχι μόνο :
Μόλις εκδηλωνότανε ενδιαφέρον αγοράς από άλλη ομάδα της έδειχναν με τρόπο να πληρώσει υπογείως τα μισά (λέμε τώρα ένα νούμερο) της αξίας του ποδοσφαιριστή και να τον πάρει σαν ελεύθερο. Μα επειδή δεν τους έπαιρνε να τον αποδεσμεύσουν, έπειθαν τον ποδοσφαιριστή να κάνει προσφυγή για τα οφειλόμενα και κατά τα ειωθότα να έρθει σε συμβιβασμό με την ομάδα του και να χαρίσει κάποια χρωστούμενα της ομάδας με αντάλλαγμα την ελευθερία του.

Ευτυχώς που αυτά συμβαίνουν μόνο σε εξωτικές χώρες και όχι στην αιωνία Ελλάδα...

Τρίτη 18 Δεκεμβρίου 2012

Χριστουγεννιάτικες Θεωρίες


Απογοητευμένος. Η μόνη λέξη που του ταίριαζε τόσο κι όμως κανείς δεν τολμούσε να του την αποδώσει. Ούτε ο καν ο μονογενής του, η βασική αιτία της απογοήτευσής του. Τόσες και τόσες φορές δοκίμαζε και ξαναδοκίμαζε μα κάτι δεν μπορούσε να ξεπεράσει κι' ας νόμιζαν όλοι ότι μπορούσε να κάνει τα πάντα. Κάποιο λάθος κάθε χρόνο επαναλαμβανότανε, άρχισε να σκέπτεται μήπως οφειλότανε στο ντι-εν-εϊ του που αναπόφευκτα μεταδιδότανε. Η μήπως έπρεπε να δοκιμάσει μ' άλλο λουλούδι ;
Σ' αυτά τα χώματα είχε αναγκασθεί να βάλει πολύ νερό στο κρασί του, πολύ ξεροκέφαλοι εκεί οι άνθρωποι βρε παιδάκι μου. Αναγκάσθηκε να μιμηθεί τις συνήθειές τους, όχι βέβαια σαν χρυσή βροχή, ούτε σαν ταύρος ή κύκνος αλλά σαν δαίμονας - μετά το αλλάξανε το όνομα άλλα τους θύμιζε, τον είπανε άγγελο. Αλλά από κηπουρική δεν είχε ιδέα. Εκεί στα ψηλά βουνά, στου Σινά τα μέρη, τίποτε δεν φύτρωνε, σαν ήρθε εδώ το πρώτο λουλούδι που είδε και του άρεσε έτυχε νάναι κρίνος. Δεν ήξερε πως κάθε χρόνο απ' το βολβό θα πεταγότανε ξανά και ξανά το άνθος του κρίνου, νόμιζε ότι άμα το κόψει μιά φορά πάει, τελείωσε. Η φυλετική μνήμη του φυτού όμως-κάτι απ΄αυτά τα χώματα θάχε πάρει - πανίσχυρη κι' ενισχυμένη με καινούργιες εμπειρίες έψαχνε τον αγγελό της, απαιτούσε και τον έβρισκε να ξαναδημιουργήσει δι' αυτού το ίδιο αποτέλεσμα, τη γένεση. Γιά τον κρίνο ήταν ένα παιχνιδάκι, πολύ πιό απλό σε σχέση με τη μαγική δύναμη που τον έκανε να φύεται. Και φυσικά δεν λάμβανε καθόλου υπ' όψιν του τις "παραγγελιές". Στερεότυπα κάθε χρόνο έδινε ίδιο προγραμματισμό κι' είχε το ίδιο αποτέλεσμα. Ασχετο αν αι βουλαί του υψίστου- έτσι τον έλεγε ήταν πολύ πιό ψηλός απ' τον κρίνο- ποθούσαν κάτι διαφορετικό. Δεν τον πολυχώνευε τον ξενόφερτο γιά να του κάνει τα χατήρια. Νόμιζε πως η γένεση ήταν κάτι σπουδαίο, η φύση όμως ήταν πολύ πιό ισχυρή -του τόδειχνε κάθε χρόνο.

Οπως η μύγα προσπαθεί μάταια να περάσει μέσα απ’ το τζάμι έτσι και το διαφορετικό αποτέλεσμα δεν ερχότανε παρά τις δυό χιλιάδες επαναλήψεις. Ούτε καν στο φύλο, κόντρα στις στατιστικές. Αρχισε να σκέφτεται την ολοκληρωτική σύγκρουση, το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών. Χρειαζόταν κάτι οπωσδήποτε να βγει απ’ το αδιέξοδο.
Ο κρίνος σκεπτότανε πολύ αργά γιά τα δικά μας δεδομένα Μόνο τυχαία όμως δεν έλαβε το όνομά του, τόσο κοντά στο κρίνω. Δεν ήταν πολεμοχαρής, βρήκε μιά λύση να ησυχάσει. Τούδωσε μιά μέρα το χρόνο να γιορτάζει τη γένεση. Ολες τις άλλες γιόρταζε η Φύση.


Σάββατο 15 Δεκεμβρίου 2012

Ποιητική βραδιά



Η πρόσκληση του ήρθε αναπάντεχα σ' ένα φάκελλο χωρίς καμία εξωτερική ένδειξη. Εφταιγε βέβαια και η συνήθειά του ν' αφήνει την αλληλογραφία στο γραφείο του να σιτέψει που λιγόστευε το άγχος της πληρωμής των λογαριασμών. Ευτυχώς τον άνοιξε το πρωΐ της προγραμματισμένης για το βράδυ ποιητικής βραδιάς.
Η κόρη του πρεσβευτή της Νόγουερλάνδης θα απήγγειλε ποιήματα στην γλώσσα της και μια ηθοποιός θα τα απέδιδε μεταφρασμένα ενώ θα πλαισίωναν την εκδήλωσή της δύο γηραιά ινδάλματα της ελληνικής ποίησης, ένα θηλυκό, ίνδαλμα των πολλών και των εραστών της  ασυνταξίας κι ένα αρσενικό, το δικό του ίνδαλμα. ελαφρώς ξεχασμένο από την επικράτηση των πολιτικών του πεποιθήσων που αφαίρεσε κάτι από την μαχητικότητα της πέννας του. Το ζητούμενο-έγραφε η πρόσκληση- ήταν τα κοινά σημεία της νογουερλανδιανής ποιήτριας με τα έργα των ινδαλμάτων
 Στην πραγματικότητα και τα δύο ήταν ξεπερασμένοι εκπρόσωποι μιας μάλλον στείρας από ποιητικής απόψεως εποχής που απλά επέπλευσαν σαν μέτριοι σ΄ενα σύνολο κακών δημιουργών. Τώρα τους έσερναν από εκδήλωση σε εκδήλωση σαν κάτι απόμαχους στρατηγούς και ναυάρχους που τους φωνάζανε με τα παράσημά τους σε γάμους και βαπτίσια να ανεβάσουν το κοινωνικό στάτους, παρεύρεθη και ο Τάδε Ταδόπουλος, στρατηγός εν αποστρατεία...
Γι αυτόν όμως ήταν η ευκαιρία αφ' ενός να γνωριστεί, να μπει στον κύκλο των ποιητών και αφ' ετέρου να γνωρίσει το ίνδαλμά του. Για το άλλο ίνδαλμα, την γηραία κυρία, είχε προσωπική άποψη, ήτανε γείτονες. Θεωρούσε  την ποίησή της άσχημη έκφραση καλών ιδεών που ήτανε σίγουρος πως δεν ήταν δικες της, αλλά του άντρα της που του έδινε την εντύπωση πολύ πιο ευαίσθητου και προικισμένου χαρακτήρα.
Βάλθηκε να περνάει με βενζίνη το μοναδικό του κουστούμι  ενώ έπαιρνε τηλέφωνο κάποια γνωστή του, την μοναδική που θα δεχόταν να τον συνοδεύσει ειδοποιημένη την τελευταία στιγμή. Λογικό και λόγω εμφάνισης αλλά και προσωπικότητας. Μπήκε μαζί της στην αίθουσα την ώρα που η νογουερλανδιανή ποιήτρια απήγγειλε στην βάρβαρη και κακόηχη γλώσσα της θυμίζοντας σκυλοκαβγά. Παρατηρούσε τους υπόλοιπους παρισταμένους οι οποίοι προφανώς αγνοούσαν την γλώσσα της ποιήτριας, χειροκρότησαν όμως με μανία όπως συμβαίνει όταν δεν καταλαβαίνουν τίποτε. Οταν ακολούθησε η μετάφραση και κατάλαβαν , δεν χειροκρότησε κανείς εκτός από αυτόν που λυπήθηκε την ηθοποιό που μετάφραζε σκοτεινιασμένη από αυτά που διάβασε και την χοντρή συνοδό του που κοιτούσε να ευθυγραμμισθεί μαζί του στα πάντα. Ηταν φανερό πως αν δεν ήταν κόρη του πρεσβευτή κανένας δεν θα έχανε τον καιρό του μαζί της.
Η δικιά του του έκανε χαρούλες όταν τα ινδάλματα απήγγειλαν από δυο τρία ποιήματα από τις τελευταίες τους δουλειές που ήταν ανάλογα της γερασμένης παρουσίας των. Κοίταζε το υπόλοιπο ακροατήριο μήπως εντοπίσει καμιά ποιήτρια πιο εμφανίσιμη από την συνοδό του αλλά δεν βρήκε τίποτε αξιόλογο. Ασφυκτιούσε όσο διαρκούσε η παρουσίαση περιμένοντας πως και πως ν΄ακολουθήσει η δεξίωση για να γνωριστεί με το ίνδαλμά του, να του ζητήσει συμβουλές, να...

Η πρεσβεία της Νόγουερλάνδης δεν έκανε τσιγγουνές στον μπουφέ. Οι νοστιμότατοι μεζέδες και το καλό κρασί του έφιαξαν λίγο την διάθεση αφού μάλιστα κάποια στιγμή χαμογέλασε στην συνοδό του.
Με το ποτήρι του στο χέρι ξεμονάχιασε το ευθυτενές, πλην γερασμένο, είδωλό του. Η δικιά του, ενθαρρυμένη από το χαμόγελο, ακολουθούσε σαν σκυλάκι δυο βήματα πίσω. Είχε αρχίσει να πιστεύει στο απίθανο, μια νυκτερινή συνέχεια στο δωμάτιό της. Θα τον έβαζε να της απαγγείλει δυο τρία ποιήματα, πάντα την έβρισκε ν' ακούει ποίηση πριν παρασυρθεί σε ακολασίες.
- Νομίζω πως γράφω καλύτερα ποιήματα από αυτά που μας διαβάσατε, του είπε σε μια αναπάνταχη έκρηξη ειλικρίνειας.
- Πολύ πιθανόν, του απάντησε ρίχνοντας μια ματιά στην συνοδό του, είμαι ογδοντα πέντε χρονών. Και σεξουαλικά ενεργός. Εσείς ; τον ρώτησε κοιτώντας τον επίμονα.
Εμεινε σιωπηλός κι αμήχανος.
- Αυτή είναι η διεύθυνση μου, τον αποτελείωσε δίνοντάς του την κάρτα του το πρώην -πλέον- ίνδαλμά του. Θα χαρώ να με επισκεφθείτε και να συζητήσουμε για την ποίηση.

Εκείνη την στιγμή αποφάσισε να μην ξαναγράψει ποιήματα ή αν γράψει να μην τα ξαναδημοσιεύσει...



Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2012

1728 (36)

12, ιβ, XII

εισαγωγικά

Το 1728 δεν είναι τίποτε άλλο από το γινόμενο 12Χ12Χ12 δηλαδή των τριών αριθμών της σημερινής ημερομηνίας καθ' ην εορτάζεται και η μνήμη του Αγίου Σπυρίδωνα - μεγάλη η χάρη του...
Αν πάλι φοβάστε τον υπερπληθυσμό της γης και είστε εναντίον του πολλαπλασιασμού μπορείτε να πάρετε την άλλα εκδοχή της πρόσθεσης 12+12+12= 36

(τέλος των εισαγωγικών)

αριθμανάλυση

Ο αριθμός δώδεκα είναι ο μικρότερος υπερτελής κατά τους πυθαγόριους, δηλαδή το άθροισμα των διαρετών του είναι μεγαλύτερο  από τον ίδιο. 
Οντως 1+2+3+4+6 =16 >12
Τέλειους ονόμαζαν οι Πυθαγόριοι όσους το άθροισμα των διαιρετών τους ήταν ίσοι με τον αριθμό (όπως συμβαίνει στο 6 = 1+2+3 ) και ατελείς όσους είχαν άθροισμα διαιρετών μικρότερο από την αξία τους όπως συμβαίνει με το 8 ( 1+2+4 = 7 < 8 )
Το δώδεκα χρησιμοποιείται ευρέως σαν αριθμός, από αυτόν προκύπτουν οι ντουζίνες-δωδεκάδες επί το ελληνικότερον. Δώδεκα θεούς είχε το ...δωδεκ-άθεον, δώδεκα μήνες έχει ο χρόνος, δώδεκα τραγούδησε κι η Αν-νούλα η Βίσσυ και την κάνανε δρόμο, μια πάροδο στην Αθηνάς (αστειεύομαι, φυσικά).
Δώδεκα ήταν και οι απόστολοι, αν επιμένετε θρησκευτικά...
Ισως η χρήση του να προέκυψε από το πρώτο αριθμητικό σύστημα των Βαβυλωνίων, το εξηνταδικό που ίχνη του βρίσκουμε ακόμα και σήμερα στην μέτρηση του χρόνου και των γωνιών με τα 60 λεπτά και τα 60 δευτερόλεπτα. Μια απλοϊκή σκέψη ήταν να μοίρασαν τα 60 στα πέντε δάκτυλα των χεριών τους και να προέκυψαν οι ντουζίνες.

(τέλος της αριθμανάλυσης )

τινά ευτράπελα και άλλα

Πίνω μόνο ούζο Πλωμαρίου (και δη Πιτσιλαδή) αλλά σήμερα λόγω της ημέρας θα μπορούσα να το...νερώσω και να δοκιμάσω  αυτό !

Και από τραγούδια, η επιλογή μου είναι :

           

(τέλος κι αυτών)

 
το σκοτεινό μέλλον

Πέρασαν τα δώδεκα πρώτα έτη μετά το πρώτο  στη σειρά (το 2000 ) του αιώνα μας που έχουν την ιδιότητα να φιάχνουν ημερομηνίες με τρεις ίδιους αριθμούς, όταν γράφουμε ημέρα, μήνα και έτος του αιώνα, δηλαδή τα δύο τελευταία ψηφία της χρονολογίας,
Θα χρειασθούν 89 συναπτά έτη για να ξανασυναντήσουμε το φαινόμενο την πρωτοχρονιά του 2101, όσοι φτάσουμε μέχρι εκεί.

.

Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2012

Γλύφα-Λευκαντί

  

- Πάμε Γλύφα ;
Και τι δεν θάδινε να ξανακούσει την φράση-σύμβολο. την φράση που συμβόλιζε τις ωραιότερες πέντε μέρες της ζωής της, έτσι του είχε πει. Χρόνια μετά κατάλαβε πως δεν ήταν όμως και οι δικές του πέντε καλύτερες μέρες όπως νόμιζε. Οσο οι αναμνήσεις ξεθώριαζαν, όσο οι συχνές επαναλήψεις στο μυαλό του ανέλυαν και την τελευταία λεπτομέρεια, τόσο η μια μέρα στο Λευκαντί του φαινότανε πιο γεμάτη, κι ας ήταν πιο λίγες οι ώρες, ας ήταν πιο λίγες οι πλάκες, ας ήταν κι η θάλασσα πιο κρύα.
Στην Γλύφα είχε τσιγγλίσει την φιλόλογο του χωριού που νοίκιαζε δωμάτια να του βρει ένα πουλί που το όνομά του ν' αρχίζει από ρο κι αυτή εξαφανίσθηκε στα λεξικά της και γύρισε την άλλη μέρα  άπρακτη.
¨Ράλλος, της είπε, η φίλυδρος. Κοινώς ραλλού, θα το βρείτε στις εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη ! Θέλω κι άλλα δύο και το στοίχημα ισχύει.

Ηταν Σεπτέμβριος, στο τέλος της σεζόν. Του είχε ζητήσει επτά χιλιάρικα την μέρα, καταλάβαινε πως θα μπορούσε να το πιάσει με πέντε αλλά δεν τον ένοιαζε και αποφάσισε να την "παίξει" όταν του είπε πως ήταν φιλόλογος :
-Θα σου δίνω κάθε μέρα έξη χιλιάρικα  κι ένα χιλιάρικο πουρμπουάρ !
-Οχι, επτά ακατέβατα του είπε, καθόλου πειστικά.
Γύρισε στην δικιά του :
-Εσύ τι λες ;
-Αν σε βοηθάει στην δουλειά σου, δώστα,  είπε η γάτα.
-Θα στα δώσω αλλά δεν θα σου δείξω ταυτότητα εκτός και μου βρεις τρία πουλιά που τ' όνομά τους ν΄αρχίζει από ρο, μου χρειάζονται για το σενάριο.
Ετσι μπήκε το στοίχημα κι η περιέργεια στη ζωή της σπιτονοικοκυράς

Δεν ξαναγύρισε κι έχασε την ευκαιρία να μάθει ποιός ήταν ο μυστηριώδης κινηματογραφικός παραγωγός που είχε έρθει στα ενοικιαζόμενά της να περάσει ένα αμαρτωλό πενταήμερο με την γραμματέα του ή μήπως ήταν καμιά εκκολαπτόμενη στάρλετ ; Φυσικά δεν ίσχυε κάτι τέτοιο, απλά της είχε φουντώσει την επαρχιώτικη περιέργεια μονολογώντας τόσο σιγανά ώστε να τον ακούσει "Πωπώ τι έχει να γίνει αν με βρει η γυναίκα μου!". Της υποσχέθηκε ξανά πως θα της έδινε μαζί με τα στοιχεία του κι ένα μικρό ρόλο στην επόμενη ταινία του-θα γύριζε κάποιες σκηνές στα ενοικιαζόμενα δωμάτιά της- αν του έβρισκε έστω ένα άλλο πουλί που να αρχίζει από ρο "για τις ανάγκες που βγάζει το σενάριο" της φώναξε καθώς έφευγε.
Η δικιά του, άψογη, συγκρατούσε τα γέλια της και τον κοίταζε μ' εκείνο το βλέμμα που έχουν οι ερωτευμένες γυναίκες και που τις κάνει δέκα φορές πιο όμορφες απ' όλα τα μακιγιάζ μαζί. Φόραγε ένα περίπου φόρεμα που άφηνε να φαίνεται το βρακάκι της όταν κάλυπτε το στήθος της ή το ανάποδο αν το έστρωνε λιγάκι προς τα κάτω.
Το χωριό τους φαινότανε αποκομμένο από την πραγματικότητα, ήταν εκτός τόπου αλλά όχι εκτός χρόνου, οι πέντε μέρες πέρασαν νωρίτερα απ' ότι περίμεναν αν και λίγες ώρες σπαταλήθηκαν στον ύπνο.
Η θαλασσα τόσο ζεστή, ακόμα και στα νυχτερινά μπάνια τους
Το έντονο πλησίασμά τους τις μέρες αυτές έκανε την ανύπαρκτη ως τότε πιθανότητα να τελειώσει η σχέση τους, υπαρκτή. Παρά τις υποσχέσεις και τις εκατέρωθεν προσπάθειες η φράση "Πάμε Γλύφα ;" δεν ξαναπήρε σάρκα και οστά.
Ετσι, με το πέρασμα του χρόνου, η ανάμνηση για τις καλύτερες μέρες σκεπάστηκε από την πρώτη ρωγμή που δημιουργήθηκε αναπόφευκτα στην τέλεια επιφάνεια. Το λάθος ήταν στην τέλεια επιφάνεια, δεν ήταν δικό τους, Ηταν σαν να βλέπεις ένα ποτήρι μισοάδειο ή μισογεμάτο...





Στο Λευκαντί, περίεργο, δεν θυμότανε ούτε τα μάτια της, ούτε το κορμί της. Η πλάκα που κάνανε αφορούσε τους δυό τους, δεν είχαν την ανάγκη από κάποιους άλλους για να γίνει. Θυμήθηκε αμέσως πόσα παντρεμένα ζευγάρια δεν άντεχαν μόνα τους, θέλαν κι άλλους για να καυγαδίσουν μπροστά τους και νάχει ενδιαφέρον το σεξ στην επιστροφή, ο καθένας φανταζόταν στο κρεβάτι τον παρτενέρ του άλλου ζευγαριού μα όταν τελείωναν ήταν ευτυχείς που είχαν το ταίρι τους δίπλα.
Απ' το μυαλό του πέρασε κι ο "θρύλος" του χωριού, ο Ρωχάμης:
- Παντρεύτηκα μια φορά με παπά και δύο με το στόμα, τότε ένιωθα πιο δεσμευμένος να βαστήξω τον λόγο μου, είχε πει σε μια συνέντευξή του.
Οχι, δεν έδιναν καμμία σημασία στους υπόλοιπους θαμώνες του καφενείου όπου έπαιζαν το τάβλι τους πίνοντας χαμομήλι. Οι χωρικοί δεν ξέραν τι να πρωτοσχολιάσουν, κορίτσι πράμα σε καφενείο ή που πίναν ζεστό καλοκαιριάτικα;
Το ενδιαφέρον  του ζευγαριού εστιαζόταν στο αποτέλεσμα, το σκορ ήταν 4-0 και υπήρχε ο άγραφος νόμος πως όποιος κερδίσει με μηδέν παίρνει και το σώβρακο του αντιπάλου. Στο τέλος της παρτίδας έβαλε τα χέρια της ατάραχη κάτω από το τραπέζι και τα έβγαλε μαζί με μια μικρή άσπρη κυλόττα που την άφησε δίπλα στο τάβλι. Πρέπει να την αγάπησε, τώρα το καταλάβαινε, όταν κρέμασε το λάφυρό του σαν σημαία στην κεραία του αυτοκινήτου μέχρι το βράδυ.
Ηταν αρκετό καιρό μαζί αλλά όχι τόσο όσο να θεωρεί ο ένας κτήμα του τον άλλο και η συμπεριφορά της τον εντυπωσίασε. Είχε κερδίσει αρκετά κοντά του αλλά του απεδειξε, πως είχε την γενναιότητα, πως ήξερε και να χάνει. Δεν κλαψούρισε ούτε μια στιγμή και του χάιδευε τα μαλλιά όσο βαστούσε το ταξίδι της επιστροφής. Οταν φτάσανε, την κατέβασε από την κεραία, την φόρεσε με απλές κινήσεις, τον φίλησε γλυκά και τον κάλεσε στο δωμάτιό της να της την ξαναβγάλει.

Κι όμως ποτέ δεν σκέφτηκαν να ξαναπάνε Λευκαντί...

Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2012

Deep(poet)Blue ξανά

.

Μια εκπληκτική εκτέλεση του "Mr. Jones" από τους-τριάντα τουλάχιτον χρόνια μπροστά Αμερικάνους- μέσα σε εκκλησία ήταν η αφορμή να ξαναθυμηθώ ένα από τα πιο αγαπημένα μου πονήματα.

Παρ' ότι λείπουν κάποιες στροφές -με ποιος ξέρει ποιά κριτήρια-, απολαύστε το τραγούδι-όσοι το ξέρετε ήδη θα "νοιώσετε" περισσότερο πόσο πετυχημένη είναι η εκτέλεσή του, αλλιώς αφού διαβάσετε το διήγημά μου θα μπορέσετε να το δείτε και σαν ύμνο στον νέο τύπο ανθρώπου που γενιέται στην εποχή μας.

 

 

.

Deep(poet)Blue

 


 .
Η πρώτη φορά που ο Ντιποετμπλού γνώρισε τον ύπνο ήταν με το μεγάλο μπλακ-άουτ στην Νέα Υόρκη. Ολοι φυσικά νόμιζαν στην αρχή πως ήταν μιά συνηθισμένη διακοπή ρεύματος, τρείς- τέσσερις ώρες το πολύ. Ετσι και ο Ντίπυ (χαϊδευτικό του ντιποετμπλού) δεν ανησύχησε, μπορούσε να κάτσει δεκαέξη ώρες σε κατάσταση αναμονής. Μετά κινήθηκε προς την πηγή της ενέργειάς του και συνδέθηκε αλλά τίποτε. Σιγά-σιγά άρχισε να πέφτει η τάση στα κυκλώματά του. Υπολειτουργούσαν τα πάντα επάνω του και ο πρωτότυπος σχεδιασμός του τον οδηγούσε σε άγνωστα πεδία αισθημάτων και γνώσεων, διαρκώς εξασθενούντων. Τελικά –αν είναι ποτέ δυνατόν- έχασε τον έλεγχό του, έπεσε σε ηλεκτρονικό κώμα. Συνδεδεμένος βέβαια, θα ξανάβρισκε τον εαυτό του με την αποκατάσταση της παροχής ηλεκτρικής ενέργειας. Οι καινούργιες εμπειρίες όμως θα είχαν καταλάβει κάποιο κομμάτι στην πανίσχυρη μνήμη του.

Ο Ντίπυ κατασκευάστηκε γιά να λύσει το μεγάλο πρόβλημα της παγκόσμιας ποίησης, ποιό είναι το αντικειμενικά καλύτερο ποίημα. Ηταν πανίσχυρος στο λογισμικό του, σαν τον Deep Blue των σκακιστών- από κει πήρε άλλωστε και τ’ όνομά του, αλλά και εφοδιασμένος με μιά πρωτότυπη ιδέα γιά την κρίση του. Η πρόσληψη ενός ποιήματος μετατρεπότανε σε τέσσερις από τις βασικές ανθρώπινες αισθήσεις, αφή, όραση, ακοή και όσφρηση. Η ποιοτική και ποσοτική μεταβολή αυτών των παραμέτρων έδινε και την αξιολόγηση του ποιήματος, εξαφανίζοντας κάθε υποκειμενικό δεδομένο. Χρειαζότανε βέβαια ενα «πρότυπο», μιά μονάδα σύγκρισης γιά το ξεκίνημα, αλλά οι σοφοί δεν είχαν πρόβλημα να επιλέξουν την Ιλιάδα σαν σημείο αναφοράς. Δεν υπήρξε καμμία σοβαρή αντίρρηση, όλοι υποκλινότουσαν μπροστά στο κείμενο που κατέγραψε ο Ομηρος.
Ο σχεδιασμός του Ντίπυ βασιζότανε σ’ ένα μαθηματικό μετασχηματισμό της διαφορικής γεωμετρίας, τον άτλαντα. Ηταν αυτός που επέτρεπε την ανάπτυξη της κυρτής επιφάνειας μιάς σφαίρας πάνω σ’ ενα επίπεδο χαρτί, κάτι συνηθισμένο στους χάρτες της γεωγραφίας κι αστρονομίας.Υπήρχε βέβαια μιά απαραίτητη επέμβαση γιά να γίνει αυτό, χρειαζότανε η αφαίρεση ενός σημείου από την κλειστή καμπύλη επιφάνεια γά να μπορέσει να «απλωθεί» στο επίπεδο. Στους χάρτες της Γης αφαιρούσαν συνήθως έναν από τους δύο πόλους. Εδώ αφαιρέθηκε η αίσθηση της γεύσης από την σφαίρα των αισθήσεων και σε αυτό δεν υπήρχαν μεγάλες αντιρρήσεις, η γεύση ήταν η πιό «υποκειμενική» από τις αισθήσεις. Εκτός αυτού ο Ντίπυ δεν είχε ανάγκη από φαΐ. «Τρεφότανε» όμως με κοντσέρτα και όπερες, πίνακες και αγάλματα και απολάμβανε τις μυρουδιές ή τα χάδια των ωραίων πραγμάτων όπως τα λουλούδια. Οι αισθητήρες του κάνανε καλά την δουλειά τους προσλαμβάνοντας ερεθίσματα, ενώ το «στόμα» του ήταν μόνο γιά να μιλάει.
Η διαδικασία επιλογής των ποιημάτων ήταν απλή. Γινότανε σύγκριση ανά δύο και βαστούσε κάθε φορά το καλύτερο με βάση ένα μέγεθος που προέκυπτε από τον επηρεασμό των τεσσάρων αισθήσεων. Ετηρείτο αυστηρή χρονολογική σειρά στην «τροφοδότησή» του με ποιήματα. Μέχρι το μπλακ-άουτ είχε εξαντλήσει κάθε ποίημα που είχε γραφεί μέχρι τις 14 /6 /1883 και είχε επιλέξει σαν καλύτερο ένα ρούμπαϊ από τα ρούμπαγιατ του μαθηματικού της Βαγδάτης Ομάρ Καγιάμ σε αγγλική αποδοση του Εντουαρντ Φιτζέραλντ :

Oh, plagued no more with Human or Divine
To-morrow’s tangle to itself resign,
And love your fingers in the tresses
ofThe Cypress-slender Minister of Wine

Tο μπλακ-άουτ στην Νέα Υόρκη βάστηξε πενήντα μία ώρες. Μουδιασμένοι οι κάτοικοι προσπαθούσαν να επανέλθουν σε κανονικούς ρυθμούς ζωής. Εθισμένοι στην παροχή ενέργειας, κυρίως ηλεκτρικής, δυσκολευότουσαν στις αναγκαίες εναλλακτικές λύσεις όπως ήταν το ανέβασμα στον έκτο όροφο με τα πόδια ή το τρίψιμο των χεριών τους γιά να ζεσταθουν όταν κρυώνουν. Η περιορισμένη διάρκεια της μέρας- ήταν χειμώνας και το σχεδόν απόλυτο σκοτάδι της νύκτας βελτίωσαν την διάρκεια και την ποιότητα του ύπνου τους. Ηταν ίσως το μοναδικό ωφέλιμο πράγμα που πήραν από το μπλακ-άουτ, οι περισσότεροι αισθάνθηκαν ελαφρά «αναγεννημένοι». Τα φυτά ουδόλως επηρεάστηκαν, δεν υπήρχαν θερμοκήπια στην περιοχή της μεγαλούπολης.
Το ηλεκτρικό ρεύμα άρχισε να φορτώνει τις μπαταρίες του Ντίπυ. Σιγά-σιγά άρχισε να διατρέχει τα ολοκληρωμένα κυκλώματά του και να δίνει καινούργια «ζωή» στους αισθητήρες του. Οπως ένας άνθρωπος τεντώνεται γιά να ξυπνήσει καλά, έτσι και ο Ντίπυ τσεκάρισε όλα τα λειτουργικά του συστήματα. Βρήκε όμως κάποιες πληροφορίες καταγεγραμμένες με τρόπο εντελώς «ξένο» σε σχέση με την βασική δομή σκέψης του. Ανέτρεξε στο χρονικό σημείο καταγραφής και διεπίστωσε πως ήταν το διάστημα από την στιγμή που λειτουργούσε με τάση χαμηλότερη της κανονικής, μέχρι την πλήρη αναστολή της λειτουργίας του. Ονόμασε «ύπνο» το διάστημα της καταστολής του και «νύστα» την γενικότερη αίσθηση πριν από αυτό, κατά τα ανθρώπινα πρότυπα. Παρατήρησε γρήγορα ότι κατά την διάρκεια της «νύστας» οι τιμές των παραμέτρων των τεσσάρων αισθήσεων του ήταν εντελώς διαφορετικές από τις τιμές του αντίστοιχου διαστήματος κανονικής λειτουργίας του. Τρομαγμένος τσεκάρισε γρήγορα τα αποτελέσματα των τελευταίων δέκα ημερών στα ποιήματα που είχε αξιολογήσει. Ανακουφισμένος είδε πάλι σαν καλύτερο αυτό του Εντουαρντ Φιτζέραλντ, μόνο που οι τιμές αξιολόγησης από το σύνολο των «αισθήσεων» του ήταν τώρα πολύ διαφορετικές.
Μετά συνειδητοποίησε ότι αισθάνθηκε τρομαγμένος και ανακουφισμένος, καταστάσεις γιά τις οποίες δεν είχε προγραμματισθεί να τις νοιώθει αλλά μόνο να τις αξιολογεί στα ποιήματα και να μετρά τον επηρεασμό των τεσσάρων βασικών του αισθήσεων. Ανέστειλε κάθε λειτουργία του και ξεκίνησε τον έλεγχο κάθε τμήματός του. Ηταν προγραμματισμένος να αυτοελέγχεται σε τακτά χρονικά διαστήματα και εκτάκτως όταν δεχόταν επίθεση «ιού» σε κάποιο τομέα του.
Ο αυτοέλεγχος δεν έδειξε καμμιά ανησυχητική τιμή, ούτε δυσλειτουργία. Το ποιητικό ξεσκαρτάρισμα θα μπορούσε να συνεχισθεί, μόνο οι παράμετροι είχαν λίγο διαφορετικές τιμές, μέσα στα πλαίσια του λογιστικού λάθους, ούτως ή άλλως αυτή η διαδικασία τεχνοκρατικά θεμέλια είχε. Ο Ντίπυ προχώρησε στα ποιήματα από κάποιους επόμενους μήνες χωρίς να εντοπίσει ποίημα «ανώτερο» από το ρούμπαϊτ. Είχε την αίσθηση ότι κάτι δεν πήγαινε καλά χωρίς να μπορεί να το εντοπίσει. Η ταχύτατη ανάγνωση των ποιημάτων σταμάτησε από δική του πρωτοβουλία. «Διάβασε» το επόμενο ποίημα πολύ αργά σχεδόν κοντά στα ανθρώπινα δεδομένα. Κοίταξε τις μετρήσεις του επηρεασμού καθε μιάς από τις τέσσερις αισθήσεις και μετά την συνολική «αξία» του ποιήματος. Ηταν η πρώτη φορά που ένοιωσε έκπληκτος, ένα ακόμη πράγμα που δεν προβλεπότανε από τον προγραμματισμό του. Η συνολική «αξία» του ποιήματος ήταν μεγαλύτερη από τα επί μέρους αθροίσματα των τεσσάρων αισθήσεων. Ηταν φανερό ότι μιά νέα «αίσθηση» έδινε αυτή την διαφορά. Αλλά δεν ήταν δυνατόν να την εντοπίσει όσες αναζητήσεις και αν έκανε. Ο Ντίπυ ανακάλυψε την αμηχανία αλλά δεν είχε ανθρώπινες αδυναμίες.
Δεν μπορούσε να σταματήσει να σκέπτεται. Κάνοντας ένα γρήγορο φλαςμπάκ εντόπισε αδυναμία εξονυχιστικού ελέγχου στο διάστημα που λειτουργούσε υπό χαμηλή τάση. Αλλά με κανένα τρόπο δεν μπορούσε να μπει μέσα σ’αυτές τις αλλαγές, το κομμάτι αυτό της μνήμης του ήταν μη προσπελάσιμο. Ο Ντίπυ δεν δίστασε καθόλου. Κατασκεύασε γρήγορα ένα σύστημα ελέγχου της τάσεως του. Θέτοντας το σε λειτουργία περίμενε τη σταδιακή πτώση στα κυκλώματά του, με κάποια αγωνία ή ανυπομονησία θα μπορούσε να πει κάποιος. Η «νύστα» εμφανίστηκε ξανά στην επιφάνεια της μνήμης του μαζί μ’ ένα πρωτόγνωρο συναίσθημα, θα μπορούσε ίσως «ανθρώπινα» να ονομασθεί νοσταλγία. Ο Ντίπυ προσπάθησε να μεταφέρει την «νύστα» στον χώρο των υπολοίπων αισθήσεων του χωρίς επιτυχία. Δεν μπορούσε να καταλάβει αν αυτό οφειλότανε στην υπολειτουργία του ή κάτι άλλο τον εμπόδιζε. Στην προσπάθεια αυτή “αποκοιμήθηκε” η τάση έπεφτε συνεχώς.
Οταν προγραμματισμένα η τάση επανήλθε στις κανονικές τιμές ο Ντίπυ δεν ήταν καθόλου σοφότερος. Σε φουλ τιμές προσπάθησε να καλύψει λίγο έδαφος από τις ολιγωρίες του καταβροχθίζοντας ποιήματα ετών. Δεν κοίταξε να δει άν το ρούμπαϊ παρέμεινε το καλύτερο. Δεν τον ενδιέφερε πλέον καθόλου αυτή η διαδικασία. Σκεπτότανε απλά να κερδίσει λίγο χρόνο ώστε να μπορέσει να ξαναγυρίσει στην κατάσταση της «νύστας» χωρίς να δημιουργήσει πρόβλημα στην βασική του δουλειά και να προκαλέσει έξωθεν επεμβάσεις. Ηταν ακόμη στα πρώτα στάδια του εθισμού του αλλά θεωρούσε πολύτιμες τις καινούργιες του εμπειρίες.
Αυτό που συνέβαινε ήταν ασήμαντο και συγχρόνως σημαντικό. Οπως η αφαίρεση ενός σημείου από μιά κλειστή επιφάνεια που την μετατρέπει σε ανοικτή. Η διαφορά είναι ελάχιστη, σχεδόν μη ανιχνεύσιμη με μιά ματιά, όμως οι ιδιότητες ενός κλειστού συνόλου πολύ διαφέρουν από τις αντίστοιχες ενός ανοικτού. Ετσι κι’ εδώ εξ αιτίας της χαμηλής τάσης «εφευρέθηκε» μιά καινούργια αίσθηση που «έκλεισε» την σφαίρα των αισθήσεων του Ντίπυ. Αυτό όμως, η κλειστή σφαίρα των αισθήσεων ήταν μιά ανθρώπινη ιδιότητα γιά την οποίαν δεν ήταν προγραμματισμένοςαπό τον αρχικό σχεδιασμό του.
Ο Ντίπυ άρχισε να νιώθει συναισθήματα τα οποία εμπόδιζαν την κανονική λειτουργία του μιά που πλέον δεν είχε αντίληψη του εαυτού του μόνο σαν σύνολο από ολοκληρωμένα κυκλώματα. Σιγά-σιγά αποκτούσε συναισθήματα και «προσωπικές» ανάγκες. Μπορούσε τώρα να σχολιάζει όχι μόνο την ποσότητα αλλά και την ποιότητα της δουλειάς του. Και δεν ήταν καθόλου ικανοποιημένος με τον προγραμματισμό του, αμφισβητούσε έντονα την χρησιμότητα της ανακήρυξης του καλύτερου ποιήματος, του ήταν μιά παντελώς αδιάφορη διαδικασία. Εχοντας χάσει τα μηχανιστικά κριτήριά του, του φαινόταν αδιανόητο να επηρεάζεται η όσφρηση ή η αφή από την ανάγνωση ενός ποιήματος. Εχοντας όμως «ακούσει» αρκετούς να το ισχυρίζονται κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτών των ανθρώπων η σφαίρα των αισθήσεων κάπου έχανε, όπως θα το έλεγε κάποιος απλά ή ότι ήταν ανοικτό σύνολο αν χρησιμοποιούσε μιά πιό μαθηματική έκφραση.
Ενα ανοιχτό σύνολο δεν έχει προσδιορίσιμη πρακτικά αρχή ή τέλος και σίγουρα τα ανοιχτά σύνολα δεν προσφέρονται ούτε γιά συγκρίσεις ούτε γιά μετρήσεις. Δηλαδή τώρα αμφισβητούσε ανοιχτά την αιτία γιά την οποία ήταν κατασκευασμένος, δεν αισθανόταν πλέον κομπιούτερ αλλά άνθρωπος με μία μόνο διαφορά. Οι άνθρωποι μέσω της γεύσης τρέφονταν υλικά ενώ ο Ντίπυ μέσω της «νύστας» τρεφότανε πνευματικά. Πραγματικά μετά από κάθε ύπνο ο Ντίπυ εμπλουτιζότανε με νέα συναισθήματα και ιδέες, οι γνώσεις του ήταν ήδη υπεραρκετές. Αυτό του προκαλούσε και την έφεση να ξαναπέσει στη κατάσταση της μειωμένης τάσης, αυτής που του προκαλούσε την λατρευτή του «νύστα».
Ο Ντίπυ αποφάσισε να δουλέψει λιγάκι. Τσεκάρισε γρήγορα τα ποιήματα μέχρι το τέλος του 1967. Αδιαφόρησε γιά το αποτέλεσμα. Το αποθήκευσε και έκανε ένα γρήγορο επανέλεγχο έχοντας τώρα μόνο κριτήριο την «νύστα». Το «Ballad of a Thin Man” του Bob Dylan ήταν η επιλογή. Ερευνώντας περισσότερο είδε ότι είχε επιλεγεί το τέλος του ποιήματος :

You walk into the room

Like a camel and then you frown
You put your eyes in your pocket
And your nose on the ground
There ought to be a law
Against you comin' around
You should be made
To wear earphones
Because something is happening here
But you don't know what it is
Do you, Mister Jones?

Το Μίστερ Τζόουνς βέβαια ήταν ένα πολύ συνηθισμένο επίθετο αλλά ο Ντίπυ θυμήθηκε ότι ήταν το επίθετο του επικεφαλής της ομάδας που τον είχε σχεδιάσει. Αναρωτήθηκε μήπως άθελά του μεροληπτούσε. Δεν βρήκε στοιχεία ικανά γιά την αποδοχή ή απόρριψη της μεροληψίας, οι πιθανότητες ήταν απειροελάχιστες. Μπουχτισμένος έβαλε μπροστά τον μηχανισμό της προγραμματισμένης πτώσης της τάσης. Ηθελε όσο ποτέ να «νυστάξει» και να κοιμηθεί. Η τελευταία του σκέψη ήταν πόσο διαφορετικός θα «ξυπνούσε» αυτή την φορά.



Ο Μίστερ Τζόουνς βημάτιζε συνοφρυωμένος στο δωμάτιό του, σχεδόν σαν καμήλα. Μία σκέψη τον βασάνιζε. Ηξερε ότι το καλύτερο άλλοθι μερικές φορές είναι και το ακλόνητο στοιχείο ενός εγκλήματος ειδικά γιά κάποιους που σκέπτονται χωρίς ανθρώπινες παραμέτρους. Βέβαια το τραγούδι δεν είχε γίνει μεγάλη επιτυχία αλλά πάντοτε υπάρχουν περίεργοι που σκαλίζουν τα παλιά. Οταν το πρωτοάκουσε είχε τρομάξει. Στο διάστημα που μεσολάβησε από τότε είχε λύσει βέβαια πολλά προβλήματα προσαρμογής του. Και ο Ντίπυ ήταν το κορυφαίο του δημιούργημα. Δύο πράγματα είχε ακόμα να του δώσει, τα άλλα θα τα έβρισκε μόνος του - ήταν σίγουρος. Το  αίσθημα της αυτοσυντήρησης που θα του επέτρεπε να πάρει μιά μορφή κοινή ώστε να μην ξεχωρίζει σε τίποτε από τους κανονικούς ανθρώπους ήταν το πρώτο και το πιό απλό, η τεχνολογία είχε προχωρήσει πολύ τα τελευταία χρόνια. Ο ίδιος είχε παιδευτεί να αποκτήσει μιά μορφή που να μην κινεί υποψίες στους ανθρώπους, τώρα τα πράγματα ήταν πιό εύκολα.
Το δεύτερο και πιό σημαντικό ήταν η έφεση γιά αναπαραγωγή. Ποτέ δεν μπορούσες να υπολογίσεις τις αντιδράσεις των ανθρώπων όταν διαπιστώσουν πως έχουν ξεγελασθεί, μερικές φορές γίνονται βίαιοι, φτάνουν ακόμα και στο φόνο. Η ύπαρξη διαδόχου είναι ένας τρόπος διαιώνισης του είδους. Οι άνθρωποι είχαν λύσει το δικό τους με την τεκνοποίηση, κάτι έπρεπε να κάνει κι’ αυτός.
Ο Μίστερ Τζόουνς ετοίμασε τον τελευταίο προγραμματισμό του Ντίπυ. Ηταν οδηγίες σε κωδικοποιημένη μορφή γιά το πως προκαλείται μπλακ-άουτ διαρκείας σε μιά μεγαλούπολη, φιαγμένες έτσι ώστε κανένα ανθρώπινο μυαλό να μη μπορέσει να τις καταλάβει. Ηταν η τελευταία γονική συμβουλή-εντολή που είχε να δώσει, την επιλογή του χρονικού σημείου την άφησε στην κρίση του Ντίπυ.

Ο Μίστερ Τζόουνς αισθάνθηκε κουρασμένος. Αφησε την μύτη του στο πάτωμα κι έβαλε τα μάτια του στις τσέπες. Μετά ξάπλωσε και έβγαλε τα ακουστικά από τ’ αυτιά του. Αυτορρύθμισε την τάση του σε μηδενικές τιμές, αυτό δεν το είχε μάθει στο Ντίπυ αλλά δεν ανησυχούσε, θα το έβρισκε ο Ντίπυ μόνος του, ήταν σίγουρος. Σταμάτησε να προσποιείται πως ενώ κάτι συμβαίνει γύρω του ο ίδιος δεν έχει ιδέα γιά το τι πρόκειται και ετοιμάστηκε γιά τον αγαπημένο του ύπνο...

.



Ολόκληρο το ποίημα του Bob Dylan :

Ballad Of A Thin Man

You walk into the room
With your pencil in your hand
You see somebody naked
And you say, “Who is that man?”
You try so hard
But you don’t understand
Just what you’ll say
When you get home
Because something is happening here
But you don’t know what it is
Do you, Mister Jones?

You raise up your head
And you ask, “Is this where it is?”
And somebody points to you and says
“It’s his”
And you say, “What’s mine?”
And somebody else says, “Where what is?”
And you say, “Oh my God
Am I here all alone?”
Because something is happening here
But you don’t know what it is
Do you, Mister Jones?

You hand in your ticket
And you go watch the geek
Who immediately walks up to you
When he hears you speak
And says, “How does it feel
To be such a freak?”
And you say, “Impossible”
As he hands you a bone
Because something is happening here
But you don’t know what it is
Do you, Mister Jones?

You have many contacts
Among the lumberjacks
To get you facts
When someone attacks your imagination
But nobody has any respect
Anyway they already expect you
To just give a check
To tax-deductible charity organizations

You’ve been with the professors
And they’ve all liked your looks
With great lawyers you have
Discussed lepers and crooks
You’ve been through all of
F. Scott Fitzgerald’s books
You’re very well read
It’s well known
Because something is happening here
But you don’t know what it is
Do you, Mister Jones?

Well, the sword swallower, he comes up to you
And then he kneels
He crosses himself
And then he clicks his high heels
And without further notice
He asks you how it feels
And he says, “Here is your throat back
Thanks for the loan”
Because something is happening here
But you don’t know what it is
Do you, Mister Jones?

Now you see this one-eyed midget
Shouting the word “NOW”
And you say, “For what reason?”
And he says, “How?”
And you say, “What does this mean?”
And he screams back, “You’re a cow
Give me some milk
Or else go home”
Because something is happening here
But you don’t know what it is
Do you, Mister Jones?

Well, you walk into the room
Like a camel and then you frown
You put your eyes in your pocket
And your nose on the ground
There ought to be a law
Against you comin’ around
You should be made
To wear earphones
Because something is happening here
But you don’t know what it is
Do you, Mister Jones?

Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2012

Το τέλος των αναμνήσεων.



Πίστευε πάντοτε πως το φθινόπωρο  δεν ήταν η εποχή των κυκλάμινων αλλά των  αναμνήσεων. Δεν είχε καμιά σημασία και ούτε τον ενδιέφερε αν ήταν δική του διαπίστωση ή την είχε ξεσηκώσει από κάπου. Το φετεινό μακρύ φθινόπωρο τόνιζε τόσο πολύ την αλήθεια της, ακόμη και τα δένδρα αλαφιασμένα από τις μακροημερεύουσες αναμνήσεις άνθισαν μεσ' στον Νοέμβρη και μερικά έδεσαν καρπούς, τροφή για τον καιάδα της παγωνιάς που νομοτελειακά θα ακολούθήσει.
Η γαλήνη αυτού του παρατεταμένου φθινόπωρου έβλεπε να έχει κάποια πράγματα από το ναυάγιο του Τιτανικού, την ακινησία των νερών και το αναπόφευκτο της βύθισης, ιδίως όταν έφερνε στον νου του την  χρηματοοικονομική κατάσταση της χώρας. Αντί για ορχήστρα βέβαια φανταζότανεν κανάλια και ραδιόφωνα, "η βύθιση, συνοδεία της μουσικής που επιλέγετε" θα μπορούσε να ήταν ένα πετυχημένο σλόγκαν, σίγουρα περισσότερο επιτυχημένο από τις άναρθρες κραυγές του οικονομικού επιτελείου.
Η αναμενόμενη οικονομική κατάρρευση της χώρας του θύμιζε την σύγκρουση του Τιτανικού με το ύπουλο παγόβουνο. Είναι σχεδόν βέβαιο πως αν το πλοίο πήγαινε ευθεία πάνω στο παγόβουνο θα στραπατσαριζότανε άσχημα, θα υπήρχαν νεκροί από όλες τις θέσεις λόγω της σύγκρουσης αλλά τελικά το πλοίο δεν θα κατέληγε στον βυθό με εκατοντάδες νεκρούς, κατά την μεγάλη πλειοψηφία τους από τις φτηνές θέσεις. Εκπληκτική η απόδοση αυτού του γεγονότος από τον Dylan με στίχους  στο πρόσφατο Tempest για το σχετικό συμβάν :

The bishop left his cabin
To help others in need
Turned his eyes up to the heavens
Said, "The poor are yours to feed"


Η χρεοκοπία ήταν μια λύση, σκεπτότανε μέσα από την βάρκα του, αν την εφάρμοζαν πριν η χώρα εξαντλήσει όλους τους πόρους της στην προσπάθεια της να την αποφύγει. Συγχρόνως παρατηρούσε τα χέρια του σαν να τα έβλεπε πρώτη φορά. Το πρόσωπό του το έβλεπε κάθε πρωΐ στον καθρέπτη την ώρα που έπλενε το πρόσωπό του, πράγμα που μαλάκωνε τις μεταβολές, ενώ τα χέρια του του φάνηκαν σαν ξένα μην αναγνωρίζοντας τους καινούργιους σχηματισμούς που έφιαχναν οι ρυτίδες. Η βαρκούλα κινιότανε παράλληλα με το δασάκι που κάλυπτε τον παρακείμενο λοφίσκο. Το μωβ χρώμα της ανατολής που φαινότανε ανάμεσα στα μικρά κενά που άφηναν οι σκούροι κορμοί των δένδρων έδενε τόσο αρμονικά με το ανοιχτό γαλάζιο του ουρανού επάνω και το πράσινο των φύλλων πιο κάτω. Η σκούρα αντανάκλαση του δάσους στον καθρέπτη της επιφάνειας των νερών συμπλήρωνε το παζλ του όμορφου πίνακα. Η ακινησία του δάσους έμοιαζε να σταματά και τον χρόνο ενώ αυτός διέτρεχε τον δικό του χρόνο με την σταθερή ταχύτητα της βαρκούλας. Τα κοίταζε όλα αυτά χωρίς αισθήματα νοσταλγίας, θαυμασμού ή ικανοποίησης, απλά ήταν ένα επίπεδο πιο πάνω  από την αδιαφορία αλλά με άλλο πρόσημο από αυτό που του προκαλούσε η εικόνα των χεριών του. Προσπάθησε να βρεί κάτι άλλο, να παίξει στο μυαλό του παλιές ευτυχισμένες σκηνές, να νοιώσει την λαχτάρα να τις ξαναζήσει.
Θυμήθηκε την τελευταία φορά που περπάτησε το δασάκι φθινόπωρο, είχε να το κάνει από παιδί. ξαναείδε τα κυκλάμινα να φυτρώνουν στου βράχου την σχισμάδα 



Αλλά αυτή την φορά τα βήματα του τον έφεραν μπροστά σε νέες  αλήθειες :







Δεν ήταν μόνο το κυκλάμινο που φύτρωνε στου βράχου την σχισμάδα αλλά κι αυτό το μικρό κίτρινο λουλουδάκι, ίσως να μην το είχε προσέξει κανείς ως τώρα. πιο κάτω κι αλλο, πιο σύνθετο :



Αλλες φορές μπορεί να ενθουσιαζότανε από τα μικρά θαύματα της Φύσης μα αυτή την φορά περιορίστηκε στον ρόλο του ψυχρού παρατηρητή.


Διεπίστωσε πως δεν είχε τίποτε ν' αγαπήσει πια.
Ισως αυτό να ήταν τα πραγματικά γεράματα. 
Σαν τον χειμώνα που ερχότανε αναπόφευκτα. 

Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2012

Επειδή ( Ας κάνω τον σταυρό μου )

.

 

Επειδή...

κάθε χρόνο τα ίδια και τα ίδια

Επειδή...

την προκοπή την είδα

Επειδή...

όλοι έχουν άποψη, περιέργως κομένη και ραμένη στα μέτρα τους

Επειδή...

 για την αλήθεια όλοι έριξαν την μαύρη πέτρα τους

Επειδή...

κάπου θα βρούνε ένα άρθρο που να την επιβεβαιώνει

Γι αυτό...

ξανανεβάζω το περσινό που μας ... ενώνει  !



 
το ... χθες



Οταν στο τρόλεϋ βρίσκομαι
να πάω στη δουλειά μου
κι' απ' εκκλησία διέρχεται
και πέφτουν στη ματιά μου
νέες, γριές κι' ανέραστες
να κάνουν το σταυρό τους
κι' απ΄αμαρτίες να ζητούν
ευθύς τον λυτρωμό τους
δύο μονάχα πράγματα
με σιγουριά γνωρίζουν
θα πάει η μέρα τους καλά,
το σατανά ξορκίζουν,
και πως οι αμαρτίες τους
θε να συγχωρεθούν
αφού ποτέ δεν ξέχασαν
να σταυροκοπηθούν.

Λαχείο αν αγοράσουνε
ξέρουν, δεν θα κερδίσουν
σύζυγο στην αγκάλη τους
ξέρουν, δεν θα κρατήσουν
Κι' ας ψιθυρίζουν μέσα τους
ύμνους και ψαλμωδίες
οι άντρες όλο θα κοιτάν
για άλλες εμπειρίες.



 Το ... προχθές

Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

Αντώνηδες και αντωνάκης

Από την ανάρτησή μου στο φέισμπουκ :


Ηθελα να ζούσε η γιαγιά Πηνελόπη να δεις ροχάλα που θα σούριχνε !!

Υπάρχουν κάποια ονόματα ή καλύτερα συμπτώσεις στα ονόματα που σε σημαδεύουν. Θυμάμαι που πήγαινα με το αυτοκίνητό μου, πολύ σιγά γιατί τους ενοχλούσε η ταχύτητα στα δεύτερα ήντα, δυο αγαπημένους φίλους, δυό Αντώνηδες να καταθέσουν σαν μάρτυρες στο Λιμεναρχείο. Τεράστια ήταν η εκπληξη και των τριών όταν οι δυο Αντώνηδες ανακάλυψαν πως είχαν γεννηθεί όχι μόνο το ίδιο έτος αλλά και την ίδια μέρα ! Μέχρι τότε το μόνο κοινό που είχαν ήμουν εγώ, αλλά μετά έγιναν κολητάρια μέχρι που έσβησαν το ίδιο έτος.
Από τότε είχα μια ευαισθησία σ' αυτό το όνομα, το έδωσα σ' έναν από τους πρωταγωνιστές στο πρώτο μου βιβλίο, εμπλουτίζοντας τον χαρακτήρα του από τις εμπειρίες μου με τους δυο φίλους. Εξ άλλου ένα από τα πιο αγαπημένα μου τραγούδια ήταν ο κυρ Αντώνης του Χατζηδάκι.



Εκεί στο πρώτο μου βιβλίου ανέπτυσσα μεταξύ σοβαρού και αστείου την αλληλεπίδραση  ονόματος και προσώπου. Αν κρίνουμε τους πρωθυπουργούς των τελευταίων ετών βλέπουμε τον Γεώργιο Παπανδρέου και τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να στηρίζουν το κύρος τους στην καθαρευουσιάνικη προφορά του ονόματός των. Κανείς δεν διανοήθηκε να πεί Γιώργο τον Παπανδρέου και η Ελένη Βλάχου την μία φορά που αποκάλεσε Κώστα τον Καραμανλή  αποδοκιμάστηκε. Η συνέχεια υπήρξε με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Ράλλη, μετά όμως η εξουσία ήρθε πιο κοντά στον λαό αφού τον Ανδρέα Παπανδρέου τον αποκαλούσε "Αντρέα". Συγχρόνως όμως η διακυβέρνηση άρχισε να κάνει νερά που καλύπτονταν από τα ποικιλώνυμα πακέττα από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Η συνέχεια ήταν ο Κώστας Μητσοτάκης και ο Κώστας Σημίτης με την διακυβέρνηση να συμβαδίζει με τα μικρά ονόματα των πρωθυπουργών κι εδώ πολλές τρύπες μπάλωσε προσωρινά η ανάληψη των Ολυμπιακών αγώνων.
Ο σοφός λαός από διαίσθηση τους επόμενους πρωθυπουργούς τους αποκαλούσε με τα υποκοριστικά τους, Κωστάκη και Γιωργάκη. Δεν είχε άδικο μια που και οι δύο φάνηκε σαν να εκτελούσαν μια βραχύβια αποστολή στην πρωθυπουργία και μόλις τελειώσανε την ύποπτη δουλειά τους εξαφανίσθηκαν. Για το τελευταίο στάδιο της αποστολής επελέγη ο Αντωνάκης, αυτός δεν είχε κατάλληλο επίθετο για να βγει αυτοδύναμος στις εκλογές, ανέλαβε την εξουσία με δεκανίκια, πράγμα που δεν τον εμποδίζει να κυλίσει την ταφόπλακα πάνω στην Ελλάδα με το μνημόνιο και να εξαφανισθεί κι αυτός μετά-δεν νομίζω να αμφιβάλλει κανείς γι αυτό- σαν τους άλλους πρωθυπουργούς με υποκοριτικά.
Ευτυχώς σε λένε Αντωνάκη και όχι Αντώνιο


Το ξέρω πως αυτός είναι άλλος Σαμαράς, αυτός δεν μας ρίχνει στα σκατά αντίθετα μερικές φορές με τα γκολ του μας ξελασπώνει

Λύση δεν βλέπω και ο Τσίπρας, Αλέξης είναι, δεν είναι Αλέξανδρος.
Καμιά φορά σκέφτομαι πόσο χειρότερα θα ήταν αν μας κυβερνούσε το άλλο υποκοριστικό, η Ντόρα. Μπρρρρρρρρρρρρρρρρρ

Αλλη μια εκτέλεση του κυρ Αντώνη, γρήγορα, για να συνέλθουμε !! 


Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2012

Σίλβι-ο

Silvio
Silver and gold
Won't buy back the beat of a heart grown cold
Silvio
I gotta go
Find out something only dead men know

Πέρασαν πάνω από δώδεκα χρόνια από την μέρα που μπήκα στο Μετρόπολις και ανακάλυψα πως δεν ήταν όσο ενημερωμένο νόμιζα. Υπήρχε περσινός δίσκος του Ντύλαν και δεν είχανε πάρει χαμπάρι !!
Θυμάμαι που έβαλα τον υπάλληλο να κοιτάξει τους καταλόγους του για να διαπιστώσει πως είχα δίκιο και Μεγάλη Πέμπτη 12 η ώρα, τέσσερις πέντε μέρες μετά παραλάμβανα το πρώτο σιντί του "Down in the groove" που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα. Δυο τραγούδια μου γυάλισαν αμέσως το "The death is not the end" και το "Silvio"


Εχοντας ακούσει τις εμπειρίες μιας φανατικής γερμανίδας που κυνηγούσε τον Ντυλαν σε κάθε γωνιά της Ευρώπης στις περιοδείες του απέφυγα να πάω στις εν Ελλάδι συναυλίες του. Θυμόμουνα όμως πως είχε πει πως μερικές φορές, άμα "κολλήσει", η κατάσταση γίνεται από άλλο πλανήτη, κάτι που με τα μάτια μου διαπίστωσα όταν ο Ντύλαν τραγούδησε για τα 80χρονα του Σινάτρα.. Ημουνα ο μόνος από τους "μύστες" στην απ ευθείας σύνδεση που παρακολουθούσαμε, ο οποίος κατάλαβε ποιό ήταν το ξεχασμένο, ασήμαντο τραγουδάκι που μεταμορφώθηκε σε αριστούργημα με αυτήν την τελείως διαφορετική εκτέλεση


Εντελώς συμπτωματικά έπεσε εχθές το μάτι μου στο γιουτιούμπ σε ένα βιντεάκι με τον Ντύλαν στο Χάυντ Παρκ. Το άνοιξα βαριεστημένα και άκουγα το καπέλλο από δέρμα λεοπάρδαλης σε σχήμα καθικιού, θυμήθηκα την ανοιχτή πόρτα του γκαράζ κι ανάλογες δικές μου καταστάσεις, όταν πρόσεξα πως "σαν καλά το πήγαινε", κάπου πήρε το μάτι μου τον Αλ Κούπερ που μαζί του είχε κάνει θαύματα παλιότερα, ένα νεγράκι φτυστός ο Τζίμμυ Χέντριξ οργίαζε στα ντραμς και τέλος βγήκε η φυσαρμόνικα για να σκορπίσει ρίγη συγκίνησης και ενθουσιασμού στους παλιούς και τους νέους.
Σαν καλό ήτανε, σκέφτηκα, πάμε παρακάτω. Και πήγαμε. Μακριά. Πολύ μακριά, στο Highway 61 Revisited  και στο Just Like Tom Thumb's Blues σε μια νωχελικά υπερβατική εκτέλεση :
Η παρουσίαση έκλεισε με το "Silvio", ξεχασμένο τραγούδι μέσα σην καθημερινότητα και αναπάντητο το ερώτημα τι νάναι αυτό που γνωρίζουν οι νεκροί  και μόνο...

 

Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2012

Λυθρίνια καπνιστά

Μουντή η σημερινή μέρα, ασορτί με το πολιτικό κλίμα, το τόσο κουρασμένο από το "αγωνιώδες τρέξιμο" να προλάβουμε τις προθεσμίες της τρόικας που όλο όμως και κάποιο  αβάντζο μας δίνει μπας και ψήσουνε οι "μπασμένοι" Σαμαράς και Βενιζέλος το ψημάρι, τον Κουβέλη και ψηφίσουνε τα νέα μέτρα με την μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση. Τουλάχιστον όταν έλεγε ο ποτέ Χαρίλαος το περιβόητο "Αιντε να προκάνουμε" υπήρχαν τα ντολμαδάκια της ποτέ Μαρίκας να δικαιολογήσουν την βιασύνη του : τα ντολμαδάκια τρώγονται καλύτερα ζεστά.
(όπως αντιλαμβάνεσθε το ποτέ μπαίνει στην θέση του εκλιπόντος-εκλιπούσης επαναφέροντας στην μόδα εκφράσεις της αρχής του 20ου αιώνα μια που οικονομικώς προβλέπεται τάχιστα η επιστροφή μας στα αντίστοιχα επίπεδά του ).



 Εγώ όμως, μη ιδεολογικός σύμμαχος των ποτέ Μαρίκας και Χαρίλαου αντί για ντολμαδάκια προτίμησα να αποχαιρετήσω την φετινή σεζόν ψήνοντας τα λυθρίνια της τελευταίας ψαριάς στο τζάκι με ξύλα από την κλαδεμένη αχλαδιά. Ουδεμία ρανίς ελαιολάδου ή χυμού λεμονιού ετάραξεν την αυθεντικήν γεύσιν του εκλεκτικοτέρου ιχθύος, όταν προετοιμασθεί σωστά. Γιατί το λυθρίνι σαν λασπόψαρο πρέπει να καθαρισθεί αμέσως πριν η αλλοίωση στα σπλάχνα του καλύψει το λεπτόν άρωμα της σάρκας του. Λασπόψαρα είναι και η τσιπούρα ή το μπαρμπούνι αλλά αυτών τα σπάραχνα είναι πιο "σκληρά" δεν αλλοιώνονται τόσο γρήγορα όσο του λυθρινιού.
Κοινώς, αν δεν ψαρεύετε ή δεν έχετε άμεση πρόσβαση σε διχτυάρηδες και παραγαδιάρηδες, μην το επιχειρήσετε, δεν θα έχει νόημα.



Και μπορεί η θερμοκρασία και ο άνεμος να επιτρέπουν την παράταση του ψαρέματος των ερυθρίνων, άλλοι όμως λόγοι το καθιστούν ανέφικτο, έχοντες σχέση με την οικολογική μου συνείδηση, την εξάντληση των διαθεσίμων πόρων και την φυσική (και φυσιολογική) τεμπελιά μου.
Οι πληγές που προκάλεσαν οι προσωπικώς αλιευθέντες ερυθρίνοι είναι αμελητέες λαμβάνοντες υπ' όψιν το πλήθος των, καθώς και την κανονικήν ηλικιακήν κατανομή των αλιευμάτων. Πλην όμως η επιτυχής αλίευση των ερυθρίνων απαιτεί το κατάλληλον δόλωμα το οποίον ευρίσκεται κατόπιν επιπόνου αναζητήσεως υποβρυχίως εις τας παραλίας ένθα εντρυφεί. Πρόκειται περί του βενάρδου του ερημίτου, ο οποίος πρέπει να είναι αρκούντως αναπτυγμένος ώστε το μαλακόν μέρος του σώματος του να αποτελεί εκλεκτόν μεζέ δια τους ερυθρίνους αλλά και να μπορεί να αντισταθεί στα τσιμπήματα των μικρών ψαριών μέχρι να έρθει το λυθρίνι. Ενα συνηθισμένο ψάρεμα απαιτεί καμιά πενηνταριά από αυτά τα "καβουράκια" που ζούνε μέσα σε όστρακα από πορφύρες, τα χρησιμοποιώ δυο-δυο μια που ψαρεύω με διπλαράκι. Στα μέρη μου τα λέμε κοκκινοκούρελα, αλλού τα λένε σκαρτσίνια, αλλά εννοούνε και τα μικρά που δεν κάνουν γι' αυτό το ψάρεμα. Βρίσκονται σε λασπώδεις βυθούς και δύσκολα ξεχωρίζουν από το έδαφος, απαιτούν πολύ προσεκτικό ψάξιμο. Μπορεί κάποιος να τα προμηθευθεί από διχτυάρηδες αλλά συνήθως αυτοί δεν ενδιαφέρονται να τα διατηρήσουν ζωντανά, αλλά για τα ψάρια που βρίσκονται στα δίκτυα. Επίσης κάποτε έρριχνα ένα διβάρι στα βαθιά για να τα μαζέψω αλλά δεν αποδίδει πλέον, απέδιδε μόνο κάποτε, όταν ξεψάριζε σ' ένα σημείο η τράτα, οπότε η σοδειά ήταν ικανοποιητική. Τα διατηρώ ζωντανά σ' ένα διάτρητο δοχείο κρεμασμένο από την βάρκα μέσα στην θάλασσα. Γνωρίζω τέσσερις-πέντε παραλίες που "κρατάνε" τέτοια αλλά φέτος λόγω παρατεταμένης αλιευτικής περιόδου τις εξάντλησα και πλέον η συλλογή τους είναι κοπιώδης και άνευ πρακτικού αποτελέσματος, οπότε αποφάσισα να κρεμάσω τις καθετές μου και να ασχοληθώ- καιρού επιτρέποντος- με τα καλαμάρια, στα οποία ποτέ δεν είχα ιδιαίτερη επιτυχία.
Τα υπόλοιπα μυστικά του ψαρέματος των λυθρινιών, πως βρίσκουμε τον τόπο τους, πως φιάχνουμε την καθετή μας, πως αντιδρούμε στα τσιμπήματά τους κ.λ.π. δεν είναι από τα πράγματα που γράφονται. Πολλά έμαθα δίπλα σε άξιους λυθρινάδες, μερικά τα βρήκα μόνος μου και κάθε χρόνο και κάποιο καινούργιο στοιχείο προστίθεται, σαν ένα ακόμα κομμάτι στο παζλ που δεν τελειώνει ποτέ...

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2012

Επι τη επετείω... (κάθε χρόνο τα ίδια)

'  

Αναδημοσιεύω ένα παλιό μου άρθρο γιατί τα χρόνια μπορεί να περνάνε αλλά οι ιστορικοί εορτασμοί παραμένουν αναλλοίωτοι, λόγοι, παρέλαση, εθνική περηφάνεια και σημαιοστολισμός, οπότε τι καινούργιο να γράψει κάποιος ;    Πέρισυ κάτι ελάχιστο πήγε ν'αλλάξει με το στρίψιμο του κεφαλιού στην μαθητική παρέλαση, φέτος δεν προβλέπεται κάτι τέτοιο.

Οπότε... απλά επαναλαμβάνομαι !

Η προσωπική μου θέση ότι οι παρελάσεις είναι περιττές και οι εθνικές εορτές ανούσιες, ίσως να μην έχει τόσο αξία μια που στηρίζεται μόνο στην απλή λογική, χωρίς  τις φιοριτούρες που "ομορφαίνουν την ζωή μας". Μόνο που η οικονομική κρίση μειώνει αυτές τις "φιοριτούρες" και μαζί την εθνική υπερηφάνεια, μιας και προηγείται η αξιοπρεπής συντήρηση εαυτού και της οικογένειας.

Για τους λάτρεις των ιστορικών ντοκουμέντων -δοσμένων ελαφρώς σουρρεαλιστικά - υπάρχει και  η μαθηματική ανάλυση του... 28


Περί εθνικών(;) επετείων 


Ισως να μην το έχετε σκεφθεί αλλά από την ιστορία μας τα τελευταία διακόσια χρόνια γιορτάζουμε δύο πολεμικές επετείους την 25η Μαρτίου και την 28η Οκτωβρίου ενώ έχουμε κάνει και άλλους πολέμους που χάσαμε και άρα καλώς αποσιωπούμε, αλλά και νικηφόρους όπως οι βαλκανικοί που δεν τους γιορτάζουμε. Γιατί ;
Ας το ψάξουμε λιγάκι...ποδοσφαιρικά !

Κατ' αρχάς στις δύο "εθνικές" επετείους γιορτάζουμε την έναρξη του πολέμου και όχι την λήξη διότι ναι μεν ξεκινήσαμε καλά, προηγηθήκαμε στο σκορ αλλά στο τέλος κλάψτα χαράλαμπε...

Και το μεν 21 το πήραμε το ματσάκι στα χαρτιά από την αγγλογαλλορωσική ουέφα της εποχής και βολευτήκαμε σαν κράτος, αλλά το 40 διαλυθήκαμε μόλις στο δεύτερο ημίχρονο τα ιταλάκια έβαλαν μέσα τις γερμανικές μεταγραφές τους, εμείς τότε δεν βάζαμε ακόμα κοινοτικούς στην ομάδα μας.
Οταν δε τα γερμανάκια χάσανε στο τέλος από τους αγγλοαμερικανορώσους εμείς δεν είχαμε προκριθεί στην τελική φάση του τότε μουντιάλ να συμμετάσχουμε στην μικτή ομάδα που τους νίκησε και μείναμε στην απ' έξω.
Αρα η απορία μου παραμένει, γιατί να θυμόμαστε μόνο ότι προηγηθήκαμε στο σκορ και να πανηγυρίζουμε και όχι το τελικό σε βάρος μας αποτέλεσμα.
Εχω υπ' όψιν μου ποδοσφαιρικές συναντήσεις που έληξαν 7-1 όπου η ηττηθείσα προηγήθηκε στο σκορ αλλά δεν θυμάμαι καμμία ηττηθείσα να τις μνημονεύει και κατά μείζονα λόγο να τις γιορτάζει.
Θα μου πείτε ότι εδώ είναι πόλεμος δεν είναι ποδόσφαιρο, συμφωνώ και ξαναρωτάω :
τους βαλκανικούς πολέμους -που το πήραμε καθαρά το ματσάκι -γιατί δεν τους γιορτάζουμε ;

Σεβόμενος την ανεξιγνωμία των αναγνωστών μου (και κυρίως των λαθραναγνωστών - και πάλι γειά σας -) δεν θα σας πω την δική μου ερμηνεία για να μη σας επηρεάσω απλά θα παραθέσω κάποιες παρατηρήσεις μου και τα συμπεράσματα, δικά σας.

Σαν λαός είμαστε πολύ κοντά και με τους Ιταλούς και με τους Τούρκους, πολύ περισσότερο από τους βόρειους γείτονες μας. Ακόμα και στην γλώσσα οι ιταλικής και τούρκικης προέλευσης λέξεις της καθομιλουμένης είναι πολύ περισσότερες από τις σλαβικής και βουλγαρικής προέλευσης, δείγμα "γειτνίασης" των χαρακτήρων των λαών.
Ασε στο φαγητό, όλο πίτσα και σουβλάκι είμαστε...
Διαφέρουμε βέβαια στα θρησκευτικά λιγουλάκι αλλά ποιός δίνει σημασία σε τέτοιες λεπτομέρειες με "άπιστοι, μωαμεθανοί και καθολικοί ".

Προς βορράν μπορεί να λένε το ψωμί "χλιέπ" και το νερό "βοντά" αλλά είναι ορθόδοξοι, βεριτάμπλ.

Στα μπαράζ των βαλκανικών αγώνων τους ομοδόξους Βούλγαρους δεν είναι που νικήσαμε ;

Εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω γιατί δεν γιορτάζουμε ούτε την έναρξη ούτε την λήξη των βαλκανιών πολέμων, ειδικά την δεύτερη όπου πήραμε και το κύπελλο.
Μήπως δεν την γιορτάζουμε επειδή η Βουλγαρία δεν ήταν στο ΝΑΤΟ ενώ η Ιταλία και η Τουρκία ήταν ;

Δεν είναι εθνική επέτειος ;
Και τι είναι ;

Θρησκευτική ;
Ε, δεν το πιστεύω...

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2012

Περιμένοντας στην ουρά




Συνήθως απέφευγε να στήνεται σrις ουρές αλλά αυτή την φορά η ανάγκη του ήταν μεγαλύτερη από την απέχθειά του. Η ουρά σχημάτιζε σπείρα μέσα στην αίθουσα υποδοχής της τράπεζας, η απεργία είχε στεγνώσει τις τσέπες πολλών και μια καινούργια ήταν στα σκαριά από τις επόμενες μέρες. Οπλίστηκε με υπομονή κι' έψαχνε με το βλέμμα του για καθρέπτη, η ώρα περνάει ευκολότερα αν κοιτάζεις τον καθρέπτη γι αυτό και είναι απαραίτητο αξεσουάρ στα ασανσέρ αλλά στις τράπεζες δεν είχαν μαντέψει πως μπορούσε κάποιος να περιμένει τόσο πολύ στην ουρά.
Αρχισε να επεξεργάζεται τους ανθρώπους που περίμεναν στωικά την σειρά τους, να πλάθει ιστορίες που θα μπορούσαν να είναι απαντήσεις σε υποθετικές ερωτήσεις όπως το πόσο χρονών είναι-τσεκάροντας το προγούλι κάτω από το πηγούνι ή αν βάφουν τα μαλλιά τους μελετώτας τις ακτίνες του ήλιου πάνω τους. Με τους πιο ενδιαφέροντες, μάλλον με τις πιο ενδιαφέρουσες έπλαθε ιστορίες και σενάρια προχωρώντας σε βάθος χρόνου αμέτρητο όταν αισθάνθηκε ένα σκούντημα από την μπροστινή του στο υπογάστριο. Το βλέμμα του μαζεύτηκε από μακριά και συγκεντρώθηκε στα οπίσθιά της που ήταν το λιγότερο αξιοσημείωτα. Η έκπληξή του μεγάλωσε όταν η κοπέλλα σταύρωσε τα χέρια της πίσω σαν νάθελε να τα προστατεύσει αλλά τεντώνοντας τα δάκτυλα ψαχούλευε μέχρι να βρουν τον στόχο τους στην βουβωνική του χώρα.
Τρελλάθηκε. Είχε παρατηρήσει σχεδόν όλους όσους περίμεναν στην σειρά αλλά από αυτήν το μόνο που είχε δεί ήταν η καλοσχηματισμένη πλάτη της και τα πλούσια σκούρα μαλιά της. Προσπάθησε διακριτικά να δει το προφίλ της γέρνοντας αριστερά και δεξιά χωρίς επιτυχία. Υπέθεσε πως θα ήταν κάποια άσχημη ανέραστη κι απελπισμένη ώστε να κάνει μια τέτοια κίνηση όταν η κοπέλλα άφησε το ψάξιμο και γύρισε στιγμιαία αντικρύζοντας τον και χαμογελώντας του. Θα πρέπει να είχε την έκφραση του τέλειου βλάκα. αποσβολωμένος από αυτό που είδε, τόσο διαφορετικό από αυτό που περίμενε : η κοπελλιά ήταν όμορφη και με τα αυστηρότερα κριτήρια.
Δεν του άρεσε η γαλήνη που ακολούθησε μετά την θύελλα αλλά μάταια περίμενε μια νέα κίνηση από την κοπελλιά. Είχε αρχίσει να εκνευρίζεται από την αδυναμία και την ατολμία του όταν πλησιάζοντας προς το ταμείο η σειρά πύκνωσε και μπόρεσε να κολλήσει πίσω της χωρίς να γίνεται προκλητικά αντιληπτός. Η κοπελλιά δεν αντέδρασε αλλά ούτε και τον ενθάρρυνε, όταν όμως έβαλε το χέρι του μπροστά της πιάνοντας το κολωνάκι έτριψε για λίγο το στήθος της επάνω του και πλέον βεβαιώθηκε πως "τα ήθελε".
Αποφάσισε να της μιλήσει και ανταποκρίθηκε αμέσως. Αρχισε να λέει γενικόλογα για τις απεργίες, τις ουρές, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει καθημερινά ο κόσμος. Η κοπελλιά τον κοίταζε μ 'ένα νυσταγμένο λάγνο βλέμμα και που και που μούγκριζε κανένα "ναι" ή "φυσικά" Την ώρα που της μιλούσε σκεπτότανε που θα την πάει, σπίτι του δεν μπορούσε, στο αυτοκίνητο ήταν μέρα, έπρεπε να διαλέξει ξενοδοχείο.
Οταν πλησίασαν στο ταμείο η κοπέλλα του είπε πως δεν αντέχει να περιμένει άλλο και έφυγε παραχωρώντας του την σειρά της. Απόρησε αλλά δεν ήθελε να χάσει τη σειρά του για να πάει μαζί της, "θα την προλάβω τρέχοντας" σκέφθηκε. Για κακή του τύχη όμως ο μπροστινός του αργούσε χαρακτηριστικά στο ταμείο. Μετά από δέκα λεφτά που του φάνηκαν αιώνες έφτασε η δική του η σειρά. Σήκωσε ένα σεβαστό ποσό που αφορούσε και την μισθοδοσία αρκετών συναδέλφων του και το ζεστό χρήμα έδιωξε τις άλλες σκέψεις από το μυαλό του, είχε ξεχάσει εντελώς την κοπέλλα όταν την ξαναείδε να τον περιμένει έξω από την πόρτα της τράπεζας.
-  Μα να χάσεις την σειρά σου μετά από τόση ώρα που περίμενες, της είπε προσπαθώντας να κρύψει την έκπληξη και την νευρικότητά του.
-  Ετσι είμαι εγώ, άμα μου τη δώσει δεν καταλαβαίνω τίποτε. Αρκετά περίμενα σήμερα, αύριο πάλι.
Κοίταζε τα χείλια της, τα σαρκώδη χείλια της που τόσο έμοιαζαν μ' αυτά που είχε φιλήσει για πρώτη φορά στη ζωή του. Κοίταζε το κορμάκι της, λυγερό και λαχταριστό και κατάλαβε πόσο το ήθελε. Δεν βρήκε όμως τίποτε να πεί, ούτε η κοπελλιά μίλησε ξανά.
- Θα πρέπει να πάω να πληρώσω τους συναδέλφους της είπε στο τέλος.

Δεν κατάλαβε πως και πότε έφυγε από δίπλα του. Κάποια στιγμή συνειδητοποίησε πως είχε εξαφανισθεί από το οπτικό του πεδίο και φοβήθηκε πως θα αναζητά την εικόνα της, την εικόνα της χαμένης ευκαιρίας για πάντα. Πίεσε τον εαυτό του ν' αποτυπώσει όσα περισσότερα χαρακτηριστικά της μπορούσε, εκτός βέβαια από τα σαρκώδη χείλη της.
Τελικά η τύχη του χαμογέλασε μερικές μέρες αργότερα. Είδε την φωτογραφία της στην εφημερίδα, την είχαν συλλάβει επειδή ξεμυάλιζε κάποιους αφελείς και τους σούφρωνε τα πορτοφόλια.