Στο καβούκι μου

Τα κείμενα της καθημερινότητας θα δημοσιεύονται στο εξής στον Βερνάρδο τον ερημίτη, στην διεύθυνση : http://gerimitiis.blogspot.gr/

Ποιήματα θα βρείτε στην ποιηματοποίηση

ενώ

Πεζά και διηγήματα στην διηγηματοποίηση

...

Τι δεν είναι και τι είναι το gpoint'sbreeze

Δεν είναι χώρος που προωθεί έμμεσα ή άμεσα διαφημίσεις.
Δεν είναι χώρος που θα σας προωθήσει σε άλλα μπλογκς πλην των άλλων του δημιουργού της.
Δεν είναι χώρος που θα σας υποχρεώσει ν' ακούσετε την μουσική που αρέσει στον δημιουργό του.

Είναι ένας χώρος που σέβεται την σκέψη και την ελληνική γλώσσα.
Είναι ένας χώρος που προσπαθεί να σέβεται τους επισκέπτες του και τον εαυτό του.



Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2007

Αλλαι αι βουλαί του συγγραφέως

...και άλλαι των επί των εκδόσεων ειδικών.

Η έκδοση των δύο βιβλίων καθυστέρησε μεν, εγένετο δε...

"Περί μεν γαρ την του σώματος επιμέλειαν διττάς εύρον επιστήμας οι άνθρωποι, την ιατρικήν και την γυμναστικήν…των δε της ψυχής αρρωστημάτων και παθών η φιλοσοφία μόνη φαρμακόν εστι"

Ενα σχόλιο της Ignis σε κείμενό μου στο λογόκηπο, από τον Πλούταρχο (όχι αυτόν που τραγουδάει, όπως είπε)


ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ !

Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2007

Μία μέρα το χρόνο


Απογοητευμένος. Η μόνη λέξη που του ταίρι--αζε τόσο και κανείς δεν τολμούσε να του την αποδώσει. Ούτε ο καν ο μονογενής του, η βασική αιτία της απογοήτευσής του. Τόσες και τόσες φορές δοκίμαζε και ξαναδοκίμαζε μα κάτι δεν μπορούσε να ξεπεράσει κι' ας νόμιζαν όλοι ότι μπορούσε να κάνει τα πάντα. Κάποιο λάθος κάθε χρόνο επαναλαμβανότανε, άρχισε να σκέπτεται μήπως οφειλότανε στο ντι-εν-εϊ του που αναπόφευκτα μεταδιδότανε. Η μήπως έπρεπε να δοκιμάσει μ' άλλο λουλούδι ;
Σ' αυτά τα χώματα είχε αναγκασθεί να βάλει πολύ νερό στο κρασί του, πολύ ξεροκέφαλοι άνθρωποι βρε παιδάκι μου. Αναγκάσθηκε να μιμηθεί τις συνήθειές τους, όχι βέβαια σαν χρυσή βροχή, ούτε σαν ταύρος, ούτε σαν κύκνος αλλά σαν δαίμονας- μετά το αλλάξανε το όνομα άλλα τους θύμιζε, τον είπανε άγγελο. Αλλά από κηπουρική δεν είχε ιδέα. Εκεί στα ψηλά βουνά, στου Σινά τα μέρη, τίποτε δεν φύτρωνε, σαν ήρθε εδώ το πρώτο λουλούδι που είδε και του άρεσε έτυχε νάναι κρίνος. Δεν ήξερε πως κάθε χρόνο απ' το βολβό θα πεταγότανε ξανά και ξανά τ' άνθος του κρίνου, νόμιζε ότι άμα το κόψει μιά φορά πάει, τελείωσε. Η φυλετική μνήμη του φυτού όμως-κάτι απ΄αυτά τα χώματα θάχε πάρει - πανίσχυρη κι' ενισχυμένη με καινούργιες εμπειρίες έψαχνε τον αγγελό της, απαιτούσε και τον έβρισκε να ξαναδημιουργήσει δι' αυτού το ίδιο αποτέλεσμα, τη γένεση. Γιά τον κρίνο ήταν ένα παιχνιδάκι, πολύ πιό απλό σε σχέση με τη μαγική δύναμη που τον έκανε να φύεται. Και φυσικά δεν λάμβανε καθόλου υπ' όψιν του τις "παραγγελιές". Στερεότυπα κάθε χρόνο έδινε ίδιο προγραμματισμό κι' είχε το ίδιο αποτέλεσμα. Αλλο αν αι βουλαί του υψίστου- έτσι τον έλεγε ήταν πολύ πιό ψηλός απ' τον κρίνο- ποθούσαν κάτι διαφορετικό. Δεν τον πολυχώνευε τον ξενόφερτο γιά να του κάνει τα χατήρια. Νόμιζε πως η γένεση ήταν κάτι σπουδαίο, η φύση ήταν πολύ πιό ισχυρή -του τόδειχνε κάθε χρόνο.

Οπως η μύγα προσπαθεί μάταια να περάσει μέσα απ’ το τζάμι έτσι και το διαφορετικό αποτέλεσμα δεν ερχότανε παρά τις δυό χιλιάδες επαναλήψεις. Ούτε καν στο φύλο, κόντρα στις στατιστικές. Αρχισε να σκέφτεται την ολοκληρωτική σύγκρουση, το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών. Χρειαζόταν κάτι οπωσδήποτε να βγει απ’ το αδιέξοδο.
Ο κρίνος σκεπτότανε πολύ αργά γιά τα δικά μας δεδομένα Μόνο τυχαία όμως δεν έλαβε το όνομά του, τόσο κοντά στο κρίνω. Δεν ήταν πολεμοχαρής, βρήκε μιά λύση να ησυχάσει. Τούδωσε μιά μέρα το χρόνο να γιορτάζει τη γένεση. Ολες τις άλλες γιόρταζε η Φύση.

Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2007

Χρόνια πολλά...περάσανε ή κάποιος έβαλε την ¨αγια νύχτα¨σε σιντί


Δεν έψαχνε να βρει την Αλήθεια. Την δική του αλήθεια έψαχνε. Μέσα στις χριστουγεννιάτικες μπάλλες, παραμορφωτικά κυρτά κάτοπτρα σαν πλησιάσεις γιά να δεις. Αντιγραφή της κοινωνίας. Όσο πιό κοντά πλησίαζε κάποιον, τόσο πιό παραμορφωμένος του φαινότανε. Από μακριά όλα φαινότουσαν κανονικά. Μα τι του θύμιζαν ;
Δεν έψαχνε να βρεί άν ήταν σωστή η ημερομηνία, αν εορτάζανε την του Διός την γέννησην, του Βούδα, του Μωάμεθ, όλα θεία βρέφη ξεκινήσανε, στο δρόμο κάναν τις διαφορές.
Ούτε τα έθιμα τα παμπάλαια, τα μισοξεχασμένα, με το σιτάρι στο πάτωμα, απλά και φτωχικά, χωρίς ξενόφερτες γαλοπούλες και τραπέζια αφθονίας. Το μέτρο έψαχνε, το αναλλοίωτο πίσω από τις φανφάρες και τα τραγούδια.
Θυμήθηκε που κατέβηκε στο υπόγειο στα ξεσκέπαστα πιθάρια με το λάδι.Τόχανε φέρει απ΄το χωριό, σε δροσερό μέρος διατηρείται καλύτερα, φτάνει ν’ αερίζεται. Σε κάθε πιθάρι ισορροπούσε στο χείλος γατζωμένο με τα νύχια του κι’ ένα ποντίκι. Βουτούσε την μακριά ουρά του μεσ’ στο λάδι κι’ ύστερα την έγλειφε και φτού κι’ απ’ την αρχή. Είχε μιά αρμονία το όλον θέαμα, ένα συγχρονισμό, έδειχνε τη δύναμη της δομής της κοινωνίας τους. Γύρισε επάνω, στον κόσμο του, στα χαμογελαστά πρόσωπα των συγκατοίκων του. Δέντρο ή καραβάκι ; Θέμα πολιτικής τοποθέτησης, κάποιος το είπε στάση ζωής. Με χαμόγελο όλα αυτά βεβαίως, γιορτές έχουμε. Φυσικά και στα δυό μπάλλες στολίδια θα βάζανε.
«Χρόνια πολλά » περάσανε και τίποτε δεν άλλαξε, σκέφτηκε με πικρία καθώς άλλοι αντάλλασσαν ευχές συμμορφωμένοι στο κλίμα το γιορταστικό. Κάποιος πρότεινε να ρίξουνε φωτοβολίδες, ήταν στη μόδα τα τελευταία χρόνια σ’ όλες τις γιορτές. Είδε το γάτο χορτασμένο και τετράπαχο απ΄τις κονσέρβες να κοιμάται μακαρίως. Θα ξύπναγε άραγε με τα βεγγαλικά ;
Βγήκε στο κήπο στο φως του φεγγαριού. Πιό πέρα στη γραμμή τα απλωμένα ρούχα κρέμονταν. Κάτι πουκάμισα, κάλτσες και σώβρακα. Αναρωτήθηκε αν ήθελε να τ’ αγγίξει, αν θα βρισκόταν ένας να τ’ αγγίξει. Αρχισαν να βγαίνουν όλοι στο κήπο, οι κυρίες με τις εσάρπες. Κάποιος έβαλε την άγια νύχτα σε σιντί. Τα ρούχα κυματίσανε στο ελαφρό αεράκι και φεγγοβόλησαν στη λάμψη των βεγγαλικών του γείτονα. Ενα σκυλί γάβγισε, ξεσηκωθήκαν κι’ άλλα. Μετά την άγια νύχτα, ένα τραγούδι από σκυλάδικο. Πανευτυχείς κουνιόντουσαν στο ρυθμό του, τσιφτετέλι μεσ’ στο κήπο.
Τα ρούχα χάσανε το μονοπώλιο να μοιάζουν με φαντάσματα, ήτανε κι’ ακίνητα, κρεμασμένα στα σκοινιά. Ο γάτος βγήκε βαριεστημένος στη βεράντα.

Μπήκε ξανά στο υπόγειο. Τα ποντίκια συνέχιζαν τη δουλειά τους μ’ αρμονικές κινήσεις, συγχρονισμένα σαν τα μέλη μιάς ορχήστρας. Επιτέλους χαμογέλασε.
«Καλά Χριστούγεννα» σκέφτηκε.

Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2007

Η προξενήτρα


Κοπέλλα στα 28 της.
Επαρχία με κομπιούτερ και τιβί.
Γραφείο συνοικεσίων.
Η Λεμονιά, η προξενήτρα.
.

Το μεσημέρι, μόνη σα διαβείς
λιθόστρωτο δρομάκι
γόβα στιλέττο και μαλλί κοντό
και φούστα, στο σωστό το μάκρος

σώμα περισπωμένη
στη μέση δαχτυλίδι,
το ρολογάκι στο δεξί
μα τα καπούλια μόστρα

φρύδια βγαλμένα ελάχιστα
-σαν τις ματιές στους άντρες-
κολιέ να κρύβει το αδιάντροπον
της του λαιμού γυμνότητος

τα σκουλαρίκια απαραίτητον
σήμα κατατεθέν
προικός τε και προσόντων,
τόννοι το κοκκινάδι

στήθια μαξιλαράκια
και το μυαλό κι' αυτό ενισχυμένο
από της θειάς τις συμβουλές,
γυαλιά σοφιστικέ

βήμα κοντό
της ασταθούς
ισορροπίας προϊόν
ποιόν δεν θα συγκινήσεις, τσούπρα΄μ ;

Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2007


Σε λίγες μέρες τυπώνεται το διαφυσικό παραμύθι"Ιστορίες από το κοίλο ημισφαίριο"
Μιά τελευταία πρόγευση, μιά (αρκετά) ελεύθερη απόδοση του Oceano, τραγουδιού του Fabrizio di Andre, που αποτελεί τον επίλογο του παραμυθιού.

ΩΚΕΑΝΟΣ ελεύθερη μετάφραση

Το πιό μεγάλο σου ατού, τη σκέψη σου, την άφησες απ' έξω
Μπορεί να νίκησες τον ουρανό με το μικρό σου δακτυλάκι
Μα η νύχτα δεν σ' έχει ανάγκη
Η νύχτα τραγουδά καλύτερα από σένα
Μη δοκιμάσεις να τη παραβγείς, πολύ εύκολα θα χάσεις

Και θάρθει ένα παιδάκι, με τα χεράκια του στις τσέπες
Κι' ολόκληρο τον ωκεανό να κουβαλά στις πλάτες
Και θα σου πει
Τι θες να μάθεις ; πόσο πολύ είναι το νερό ;
Ποσ' όμορφη ειν' η θάλασσα και πόσο αντέχει ενα σπίτι ;
Είναι καιρός πολύς τον ήλιο που κοιτώ, μου πόνεσαν τα μάτια

Ασ' τις καμπανες ήσυχες, στον ήχο τους τα χελιδόνια να γυρεύουν
Παντού τη μύτη σου μη χώνεις και δεν σε αφορά
Μα μη μου πείς πως προτιμάς τον ποιητή,
Τον νικημένο ποιητή αντί γιά μένα
Σαν γνωριστούμε πιό πολύ, μπορείς να μ΄αγκαλιάζεις

όταν και όποτε το θες

Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2007

Ιστορίες από το κοίλο ημισφαίριο


Ενα διαφυσικό παραμύθι


Το βιβλίο αυτό έχει γραφτεί έτσι ώστε να διαβάζεται από όλες σχεδόν τις ηλικίες και να αφήνει διαφορετική γεύση στον καθένα ανάλογα με την ηλικία και τις γνώσεις του, ακολουθεί δηλαδή τη πορεία της διήγησης ενός παραμυθά. Κάπου οι βαθιές αλήθειες μπλέκονται με τις φαντασιώσεις, κάπου θρυλικές μορφές της μυθολογίας βιώνουν καταστάσεις καθημερινές. Η παμπάλαια αναζήτηση της πραγματικότητας μέσα από τις ψευδαισθήσεις έχει τον κύριο λόγο. Και ποιός ακόμα και σήμερα μπορεί να μας βεβαιώσει για το ποιό είναι πραγματικό και ποιό ψευδαίσθηση ; Βλέπουμε τα χρώματα. Υπάρχουν πραγματικά ή μόνο γιά τα μάτια μας ;
Το παρόν βιβλίο δεν θα σας δώσει την απάντηση καθοριστικά. Θα σας βοηθήσει όμως να σχηματίσετε τη δική σας άποψη αν θέλετε ή απλά θα σας ταξιδέψει στον ωκεανο της ανθρώπινης νόησης.
Τα κεφάλαια είναι αριθμημένα, ώστε τα τυχόντα σημεία που χρειάζονται μιά παραπάνω ματιά να εντοπίζονται εύκολα. Τα αναφερόμενα πρόσωπα έχουν μυθολογική προέλευση πλην του Νοηγού που είναι δημιουργία του συγγραφέα.
Ο χαρακτηρισμός του παραμυθιού σαν διαφυσικό δικαιολογείται εάν έχετε υπ’ όψιν σας το πρώτο βιβλίο του gpoint, «Τα Διαφυσικά»
Τα αναφερόμενα στο κείμενο τραγούδια έχουν μελοποιηθεί από τον συγγραφέα και τον φίλο του, Γ.Ρ., φυσικό, πλην ενός που στηρίζεται στη μελωδία από το Girl from the North Country του Bob Dylan.
Τα σκίτσα είναι ευγενική προσφορά του αρχιτέκτονα Bruno Castagneri και της αγιογράφου Ντίνας Ζ.
.
Το βιβλίο (με το c.d. που το συνοδεύει) θα διατίθεται αποκλειστικά από το συγγραφέα - δεν θα κυκλοφορήσει σε βιβλιοπωλεία.
Επικοινωνία στα gpointofview@hotmail.com και gpointofview@yahoo.gr

Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2007

Ορνιθες



(Καμμιά φορά το φυσικό είναι καλύτερο από το καλλιεργημένο. Αλλες φορές όχι)



Σχετικά με το υπό έκδοση βιβλίο του τζι πόιντ

Ελάχιστα έργα έχουν τη δύναμη , τη φρεσκάδα και κυρίως τη διαχρονικότητα των Ορνίθων.
Στοιχεία του ψυχισμού και του ανθρώπινου χαρακτήρα, σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο, τα πλέον δομικά που υπάρχουν, αναδύονται μέσα από το κείμενο.
Η αστυφιλία, η φαυλότητα των πολιτικών, η «σοφία» των επαϊόντων αλλά κυρίως η προσπαθεια ταύτισης του ανθρώπου με τον κατ’ εικόνα και ομοίωσιν θεόν του και η σύγκρουση με τη λογική που προκύπτει απ’ αυτήν βρίσκουν μιά ουτοπική λύση μέσα στο κείμενο.
Καθένας μας θα ήθελε να είναι Πισθέταιρος. Καθένας μας θα μπορούσε να γίνει Πισθέταιρος.
Και αν δεν γίνει, η ωφέλεια από την προσπάθεια ή έστω από την απλή ανάγνωση του κειμένου είναι τεράστια.

Λίγα λόγια από το συγγραφέα

Ο συγγραφέας πιστεύει ότι μιά αρχαία τραγωδία ή κωμωδία βλέπεται στο θέατρο, ακούγεται στο ραδιόφωνο αλλά δεν διαβάζεται σε μετάφραση παρά μόνο από όσους έχουν μεγάλο ενδιαφέρον και υπομονή. Ετσι όμως τα μεγάλα διδάγματα που προκύπτουν από αυτά τα κείμενα δεν γίνονται γνωστά σε πολύ κόσμο που συνήθως συμπληρώνει τη μόρφωσή του με βιβλία πιό «ενδιαφέροντα» ή καλύτερα πιό ευκολοχώνευτα.
Ο μοναδικός εύπεπτος, κατά την άποψη του συγγραφέα, τρόπος ανάγνωσης τέτοιων κειμένων είναι ο έμμετρος σατιρικός, κάτι που είχε κάνει πιό παλιά ο μεγάλος μας ποιητής Γιώργος Σουρής με το «Αριστοφάνους Νεφέλαι». Ταπεινά στα χνάρια του, προσπάθησε να δώσει μιά έμμετρη απόδοση του νοήματος, μένοντας όσο μπορούσε πιό κοντά στο κείμενο.
Το παρόν πόνημα δεν είναι μιά μελέτη πάνω στο συγκεκριμμένο έργο. Οποιος ζητάει περισσότερα πρέπει να ανατρέξει στο κείμενο και στις πολλές μεταφράσεις-αναλύσεις που υπάρχουν.
Ο gpoint χρησιμοποίησε σαν βάση την μετάφραση και τα σχόλια του Θεόδωρου Μαυρόπουλου

Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2007

Αντί προλόγου...

Από το υπό έκδοση βιβλίο μου "Αριστοφάνους Ορνιθες-εμμετρη μετάφραση κοντά στο κείμενο", ο οποίο θα διανεμηθεί δωρεάν στούς κατόχους των διαφυσικών που έχω τα στοιχεία τους ή θα μου τα αποστείλουν.

Αντί προλόγου

Only one thing I did wrong
Stayed in Mississippi a day too long…




Γεννημένος μεσ’ στον ήλιο, στο εξοχικό
Μεσ’ στης πόλης τα σκοτάδια, προσπαθώ
Να επιβιώσω με τη δουλειά
Ζωή φαρμάκι, χωρίς χαρά

Η πόλη είναι βάλτος που με τραβά
Από το πόδι, όλο πιό βαθιά
Μέσα στη λάσπη της συναλλαγής
Της κοροϊδίας, της αρπαχτής

Λάθος μου που ήρθα από μακριά
Λάθος που παλεύω γιά ιδανικά
Λάθος η ζωή μου, λάθος η δουλειά
Λάθος είναι όλα, τελικά

Ενα μόνο πράγμα έκανα σωστό
Πήρα την απόφαση να φύγω από δω.

Πέρα κει στα σύννεφα που ζούνε τα πουλιά
Είναι μιά πόλη καταπληκτικιά
Δεν έχει μίσος, δεν έχει οργή
Μα καλωσύνη, αγάπη και στοργή

Εκεί θα πάω να εγκατασταθώ
Ν’ ανοίξω σπίτι, να παντρευτώ
Να ζήσω λίγο σαν τα πουλιά
Μ’ ελευθερία και ανθρωπιά

Ενα μόνο πράγμα έκανα σωστό
Στων πουλιών τη πόλη τώρα κατοικώ


«Κτισμένο» πάνω στο τραγούδι Mississippi του Bob Dylan

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2007

Αφιερωμένο εξαιρετικά


Πάψε να είσαι τραγικός
-στο λένε καθημερινώς-
άλλο μην αυθαδιάζεις
όπως ο λύκος προσπαθεί
της γούνας του την αλλαγή
τομάρι δεν αλλάζεις

Σου τόπε και μια δεσποινίς
-λεπτό το δείγμα της γραφής-
το κτύπημα αντέχεις ;
πως οι γαρίδες κολυμπούν
αλλά και από που ουρούν
εσύ, δεν το κατέχεις

Νομίζεις έγινες σοφός
του κόμματός σου αρχηγός
μα οπαδοί σου λείπουν
να ξέρεις και οι ποντικοί
πριν το βαπόρι βυθισθεί
ευθύς εγκαταλείπουν

Γιατί δεν βγάζεις το σκασμό
ίσως να ήταν πιό σωστό
στραβά, τα ίσια βλέπεις
Εσύ δεν είσαι ποιητής
της σύγχρονης της εποχής
αλλά της τρύπιας τσέπης




παραλλαγή σε δημοσιευμένο στο www.logokipos.gr σατιρικό ποίημα

Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2007

Δυσαρμονία

.

Μωβ χαραυγές οι δικές σου

Σκαλίζοντας τη ποίηση

Στη καθημερινή καλημέρα στο γείτονα
Στα μάτια της δεκάχρονης παιδούλας
Στο σπέρμα του εραστή σου
Στη μυρουδιά του καφέ
Στη πίκρα της γιαγιάς

Συμπλήρωσες

Πύρινη η μέρα σου
Αναζητώντας γνώση στον αέρα
Στα λεξικά
Στην αυτοάμυνα που σκοτώνει
Στο κυνήγι του επιούσιου
Στην αρπαγή των αισθημάτων

Αλλοι το είπαν ένστικτο

Στο κομμάτι που σου λείπει
Η αυθεντία σου σαπίζει αργά

Πέρασαν τόσα χρόνια
Κι’ όμως
Τα δειλινά σου πάντοτε μικρά

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2007

Κοράλι (νέκταρ)


Κι' έφιαξε ο Θεός ή η Φύση τα πάντα εν σοφία. Και έδωσε τις τροφές, έδωσε και τα γλυκά. Αμβροσία και νέκταρ. Μα δεν τα μοίρασε καλά. Το νέκταρ τόβαλε στα λουλούδια κι' οι άνθρωποι δεν μπορούσανε να το γευτούν, μόνο τα έντομα κυρίως οι μέλισσες. Και ψιθύρισε το μυστικό στον Βούτη κι' αυτός σαν πρόβατα με κίτρινες και μαύρες ζώνες τις είδε. Οπως τα πρόβατα χρειάζονται τσοπάνη, έτσι ο Βούτης φρόντιζε τις μέλισσες. Κι' έμαθε ο άνθρωπος το μέλι από το νέκταρ των φυτών.

Μετά το ξανασκέφτηκε. Κι' έκανε ένα λουλούδι να μη μπορούν οι μέλισσες να πιούν το νέκταρ ώστε να πίνουν τα παιδιά. Τόβαψε κόκκινο, κατακόκκινο στο χρώμα που αποφεύγουν οι μέλισσες. Κι' ύστερα τόφιαξε μακρύ σαν σωλήνα και στενό να μη χωράνε να μπούνε μέσα να τρυγήσουν. Φυτό που αγαπάει τη σκιά, να κρύβεται απ' τον ήλιο και να μη φωνάζει τις μέλισσες, με φύλλα σα πευκοβελόνες αλλά πιό μαλακιές. Μόνο που ξέχασε να του δώσει όνομα. Και τότε η γιαγιά το είπε "κοράλι" είτε απ' το χρώμα του είτε από το πόσο πολύτιμο ήταν.

Καθισμένος στα πέτρινα σκαλάκια, τριών-τεσσάρων ετών μπόμπιρας, στη σκιά του απογεύματος περίμενα τη γιαγιά να μου δώσει τη πρώτη μου κουταλιά απ' το γλυκό καφέ της. Μούχε τάξει να μου μάθει τις γεύσεις. Μου φάνηκε πικρός. Κι' η γιαγιά έβγαλε από τη βαση του ένα μικρό σωληνωτό λουλουδάκι και μούπε να ρουφήξω το πίσω μέρος του.

Νέκταρ !

-Πως το λένε γιαγιά;

-Ξέρω' γώ παιδάκιμ' ; Κοράλι το λένε... αχ παληκάριμ'...του παιδιού μου το παιδί, τόχω δυό φορές παιδί.

Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2007

Οι αισθήσεις της μοναξιάς

.

How does it feel ?
How does it feel
To be without your own
With no direction home
Like a complete unknown ?
Like a rollin' stone

The answer my friend is blowin' in the wind (*)


ΑΦΗ

Χαϊδεύει πάντα κόψη ξυραφιού.
Λεπτή ισορροπία
Πραγμάτωση τ’ ανθρώπου

ΟΣΦΡΗΣΗ

Μυρίζει μόνο το σπασμένο καθρέπτη
Το είδωλό της ανέπαφο
Τα γιασεμιά σιωπούν-απολογία

ΓΕΥΣΗ

Δαγκώνει τη γλώσσα του να τη κόψει
Εξοδος κινδύνου στο πειρασμό
Υγρά στομάχου

ΑΚΟΗ

Αρχαιότερος ο ήχος της θάλασσας
Τα βήματα του ήλιου

το ους το εσώτερον παλεύουν

ΟΡΑΣΗ

Πικρός χορός
Χέρια απλωμένα ν’ αγκαλιάζουν το κενό
Κάθε στροφή μακρύτερα στο χάος

ΕΚΤΗ ΑΙΣΘΗΣΗ

Την παίρνει μαζί του





Εκτη αίσθηση εννοείται η αίσθηση των άλλων πέντε αισθήσεων που εξασθενούν σιγά σιγά και χάνονται με το θάνατο, αντίθετα με την έκτη

(*) στίχοι του Bob Dylan

Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2007

Tο ¨άνθος του Απόλλωνα"

Ευλογημενος κήπος μέσα στην εγκατάλειψη




Ξεφύτρωσες απ' το πουθενά.
Χρώμα της γής που θόρυβο δεν κάνει.
Μονάχα τ' άρωμα τραβάει το βλέμμα τώρα που μέστωσες, από κρυφή κι' απαρατήρητη διαδικασία.
Φύλλα βγαζεις μετά, όταν πιά θα'χουν έρθει οι βάρβαροι στην ερημιά σου.
Θα περιμένεις τ' άλλο φθινόπωρο-δική σου άνοιξη, ανοίγει ο χρόνος- να ξανανθίσεις.
Αν δεν σε πατήσει η μπόττα του απρόσεκτου.

Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2007

Νέκυια


.


Είπες το όχι μ' ολη τη δύναμη της εσωτερικής σου απελπισίας, αδύνατο ν' αντισταθείς.
Χιλιάδες χρόνια ο Ηρόστρατος χαμογελάει.
Τόξερες τ' όχι θάνατο φέρνει. Το διάλεξες σα παιδάκι, σαν " αύριο θα γιάνει η πληγή ".
Τ' απορημένο βλέμμα, το κράτημα της αναπνοής, τα λόγια που δε βγήκαν απ΄τα χείλη, ζεστή εικόνα που δραγούμισες. Κομμάτια να τη κάνεις στο κόσμο σου. Στο κόσμο της απολογίας. Ετσι νόμιζες.
Κι' είδες πως δεν υπάρχει τίποτα, ούτε κόσμος, ούτε απολογία, ούτε ομιλία.
Δεν ελέγχεις πιά ούτε το νού σου, ούτε το κορμί σου.
Ούτε το μακιγιάζ στο πρόσωπο, όσο κι' αν θέλεις- τι γίνανε τα χέρια σου;
Είπες το όχι στο μεθύσι της μανίας σου, ίσως το φχαριστήθηκες.
Που ειν' οι παραμυθένιοι κήποι που σ' οδηγούσε; Δεν τ' άντεχες. Στο τιμόνι εσύ κι' οι βάλτοι οι νοητοί, παρουσιάστηκαν. Οι δικοί σου βάλτοι- αυτό μέτραγε μόνο. Τους έβαλες στη ζυγαριά, νικήσανε τους κήπους.
Το πρόσωπό σου γέρασε μεμιάς. Δεν το' δες στους παραμορφωτικούς καθρέπτες σου. Ούτε την ακινησία κατανόησες. Ακουσες μακρινή φωνή και σκύλιασες.
Είπες το όχι μ' όλη τη δύναμη του πείσματός σου. Φαντάστηκες καταστροφή και πήγες να γελάσεις. Μα οι μυς του προσώπου σου δεν σάλεψαν.
Οχι, σκέφτηκες γιά τελευταία φορά.
Στα μάτια σου- καθρέπτη της ψυχής-σερνάμενα σκουλήκια ξεπροβάλλουν απ΄τη πηγή των δακρύων σου. Και συ ακίνητη. Αράχνες κτίζουν τον ιστό τους στα βλέφαρά σου πάνω.
Η τελευταία εικόνα σου κι' η μόνη που έφυγε μαζί σου.
Λέξη, καμμιά δεν πήρες.

Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2007

Μιά εικόνα χίλιες λέξεις ;;

.

Δεν είναι δεδομένο ότι ακούς.
Σκέψου.
Δέξου.
Απόρριψε

Μιά εικόνα δεν είναι χίλιες λέξεις.
Αντίθετα η (σωστή) λέξη δημιουργεί χίλιες εικόνες σ' αυτόν που την ακούει ή τη διαβάζει.
Αν τη ξέρει.

Γι' αυτό μιλάμε.
Γι' αυτό γράφουμε.
Οι εικόνες είναι γιά όσους δεν ξέρουν τις λέξεις.

Πρώτα είδαμε και μετά μιλήσαμε.
Αργότερα γράψαμε.

Χίλιες εικόνες βάλαμε στη πρώτη λέξη που προφέραμε.
Και κάτι παραπάνω στη πρώτη λέξη που γράψαμε.

Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2007

Ο άλλος λουστράκος

Εχω γράψει(*) γιά το γέρο λούστρο στη πλατεία Λαυρίου. Δίπλα του ήταν κι' ένας άλλος, πιό νέος, αμίλητος κι' αυτός. Ας γράψω και γι' αυτόν, (εκλογικές) μέρες πούρχονται...

Son servo del conte, son suo marinaro: la morte per esso più volte ho sfidato; tre lustri son corsi del vivere amaro, tre lustri che nulla s' è fatto per me.


Ητανε πιάτσα. Παλιά ήτανε πιό πολλοί μα λίγο-λίγο κυκλοφορούσανε τα αθλητικά (ελβιέλες τα λέγανε τότε) και η αδιαφορία γιά το καλογιαλισμένο παπούτσι. Οι μη πιστοί, οι ευκαιριακοί του επαγγέλματος, αποχωρήσανε γι' άλλα μεροκάματα. Μερικοί όμως ήτανε γεννημένοι λούστροι, δεν θάκαναν ποτέ άλλη δουλειά. Τούτος εδώ. με τα μαλιά μεταξύ ξανθού και γκρίζου και τη μπλέ φόρμα, δίπλα στο γεράκο, με μάτια αετού και χείλια σφιγμένα, έβλεπε το κόσμο να περνά βιαστικός. Ολοι τρέχανε να προλάβουνε. Τί ; τί ;

Το βλέμμα του μόνο με τα πλαϊνά του έψαχνε τον πελάτη, ευθεία ήτανε καρφωμένο στο περίπτερο που πούλαγε λαθραία αμερικάνικα τσιγάρα. Και πριν, επί χούντας και μετά. Πελάτης κανένας. Προεκλογική περίοδος κι' ο θοδωράκης έλεγε ή καραμανλής ή τανκς, ο μαύρος πάλευε την ένωση κέντρου κι ο αντρέας προβάριζε το ζιβάγκο γι' αργότερα. Φρέσκος στη πολιτική ο λαός, (επτά χρόνια στο γύψο) χωρίς τίποτε να καταλαβαίνει, στο βάθος ψαχνόταν από κάπου ν' αρπαχτεί:
Ζιβάγκο ; πα-πα-πα (δεν είχε έρθει ακόμα στη μόδα).
Ο μαύρος ; αυτόν δεν τον είχε ο ελεύθερος κόσμος-εφημερίδα της χούντας- σαν εγκληματία κατά της πατρίδος τόσα χρόνια ;
Νωρίς γι' αριστερά, βάστα και καμμιά πισινή- ποτέ δεν ξέρεις.
Καλά λέει ο θοδωράκης, καραμανλής, φρέσκος-φρέσκος απ' το Παρίσι, εξαγνισμένος στην αυτοεξορία, είναι και φίλος με τον ζισκάρ ντ'εσταίν.
Στα τανκς την δώσαμε την ευκαιρία, έ αφού έγινε το Πολυτεχνείο -δεν το κατάλαβαν;- πρέπει να φύγουν, είμαστε πιά αντιστασιακοί.

Πελάτης κανένας, οι λίγοι προτιμούσαν τον γεράκο, φαινόταν πιό προσηλωμένος στη δουλειά του. Αυτό, το κολλημένο στο περίπτερο βλέμμα του, τρόμαζε όποιον ήθελε να βάψει τα παπούτσια του. Μόνο βιαστικός, που δεν θα περίμενε στην ουρά τον γεράκο, θάβαζε το πόδι του στο κασελάκι του. Οταν αυτό γινότανε, ο λουστράκος αφού έβαζε το δίφραγκο στο συρταράκι, έριχνε μιά κλεφτή ματιά προς Ομόνοια. Εβλεπε το κόσμο βιαστικό κι' ονειροπαρμένο απ΄το αίσθημα της ελευθερίας να κατηφορίζει το πεζοδρόμιο της τρίτης σεπτεμβρίου και τότε φώναζε:
Α ρε νούμερα Ελληνες...
Μετά ξανακαρφωνότανε στο περίπτερο.
Τον είχαν γιά τρελλό.

(*) βλέπε άρθρο του gpoint στο www.logokipos.gr

Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2007

Εξωσχολικοί δάσκαλοι

Πριν δυό- τρία χρόνια μιά σχολική θεατρική παράσταση θεωρήθηκε άκυρη διότι συμμετείχαν και καθηγητές, οι οποίοι με το γράμμα του νόμου βγήκαν "εξωσχολικοί".

Ενας φανταστικός διάλογος που προκύπτει από το θέμα


Νομολάτρης λόγος, Εθιμικός λόγος


Καλεέ, τι πράγματα ειν’αυτά; Αυτά είναι επανάσταση

Ποτέ δεν επιτρέπεται δάσκαλοι σε παράσταση

Να παίζουν σε παράσταση, έστω θεατρική

Σαφώς απαγορεύονται οι εξωσχολικοί

Ότι σου λεν’ οι νομικοί οι σύμβουλοι ακούς.

Αν τους δασκάλους θεωρείς για εξωσχολικούς

Τότε την παρουσία τους πρέπει ν’ απαγορεύσεις

Μεσ’ στα σχολειά και τίποτα να μην τους επιτρέψεις

Να κάνουν, ούτε μάθημα, ούτε και συνελεύσεις

Μονάχα έξω από τα σχολειά να δίνουν διαλέξεις

Του διδασκάλου η δουλειά είναι απλά και μόνο

Να κάνει μόνο μάθημα ολημερίς το χρόνο

Και όλα τ’ άλλα φαίνονται ως εκ του πονηρού

Στην αίθουσα, στο έδρανο και πουθενά αλλού

Και σ’ εκδηλώσεις σχολικές να μην ανακατεύονται

Οι μαθητές με δάσκαλους. Σχολείο είναι τούτο δω, αυτά απαγορεύονται

Σχολείο ειν’ μον' οι μαθητές; Κι’ οι δάσκαλοι μαζί.

Μα όταν δεν κάνουν μάθημα ειν’ εξωσχολικοί!

Τότε, να μη τους πάνε εκδρομές ούτε και εκκλησία;

Όχι, ετούτα επιτρέπονται! Ωραία ομολογία …

Κι’ όσα δεν ξέρουν οι γονείς ποιος θα τους τα διδάξει;

Οι δάσκαλοι, μα σίγουρα μονάχα μεσ΄ τη τάξη!

Στη τάξη κάνουν μάθημα! Αχ ναι, με συγχωρείς.

Σε ώρα εκτός μαθήματος, ακόμα απορείς;

Αλλα εκτός μαθήματος ειν’ εξωσχολικοί!

Ε τότε, ας κάνουν μια παράσταση, έστω θεατρική!

Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2007

Εκ - λέγω (λέγω-ξελέγω)

"Λέξομαι εις ευνήν" Οδυσσ.(Ρ)

Η πρώτη σημασία του ρήματος λέγω ήταν αποκοιμίζω εαυτόν ή άλλους και πιθανόν ταυτόχρονα συλλέγω, διαλέγω. Η έννοια του λέγω*=ομιλώ είναι μεταγενέστερη.

Αρα έχουμε:

Εκ λέγω........... Ξεδιαλέγω
Εκ λέγω........... Ξυπνάω
Εκ λέγω........... Ξελέω
με το νόημα του "εκ" να αποδίδεται με "ξε" στην νεοελληνική.

Πράγματι όλα αυτά υπάρχουν στην εκλογική διαδικασία:

Ο πολιτικός λέγει (λέει, υπόσχεται)
Ο πολιτικός λέγει (αποκοιμίζει τον λαό)

Ο λαός εκλέγει (ξεδιαλέγει)

Ο πολιτικός εκλέγει (ξυπνάει ο ίδιος)
Ο πολιτικός εκλέγει (ξελέει)


* Περισσότερα ετυμολογικά γιά το λέγω στο άρθρο του gpoint ¨Λαλείν άριστος, αδυνατώτατος λέγειν" στο www.logokipos.gr

Μεταγενέστερη προσθήκη

Ακολουθεί το άρθρο λόγω απόσυρσης του τότε λογόκηπου


Με αφορμή το ρήμα λέγω που περιέχεται στο εκλέγω, μιά εξερεύνηση στα "μυστήρια" της γλώσσας

Φανερά υπάρχει διαφορά μεταξύ του λαλώ και του λέγω. Η φράση "είπα(*) και ελάλησα" δεν περιέχει πλεονασμό. Η λαϊκή σοφία έχει αποδώσει τελικά το λαλώ στους πετεινούς με το μικρό κεφάλι, συνειρμικά στους έχοντες λίγο μυαλό.
(*)είπον αόριστος β του άχρηστου "έπω" με ψιλή, έπω με δασεία (παρατατικός είπον, αόριστος έσπον) διέπω, περιέπω.
Αλλά τι γίνεται με το λέγω ;
Ας ξεκινήσουμε ανάποδα. Από τον 5ο-4ο αιώνα π.Χ. το λέγω έχει κυρίως τη σημερινή του έννοια : ομιλώ, εκθέτω διά λόγων. "εφη λέγων" (Ηρ.) και "ουδέν λέγεις" (Αρστφ).
Εχουμε ακόμη την έννοια του μετράω-λογαριάζω : "και μείζον, ος τις αντί της αυτού πάτρας φίλον νομίζει, ουδαμού λέγω" (Σφκλ)
υμνώ διά λόγων : θέλω λέγειν Ατρείδας, θέλω δε Κάδμον άδειν" (Ανκρ) και
εκφωνώ : "λέγε τοίνυν μοι το ψήφισμα τουτί λαβών" (Δμσθ)
Στον Ομηρο όμως το λέγω εχει :

Αφ' ενός μεν τη σημασία του συλλέγω- εκλέγω-διαλέγω- καταλέγω (μετρώ) όπως φαίνεται από τα αντίστοιχα αποσπάσματα :
"οστέα Πατρόκλοιο λέγωμεν" ( Ιλ.Ψ )
"δυώδεκα λέξατο κούρους" ( Ιλ. Φ )
"ει γαρ νυν λεγοίμεθα πάντες άριστοι" ( Ιλ. Ν )
"τι σε χρή ταύτα λέγεσθαι" ( Ιλ. Ν )

αφ' ετέρου δε τη σημασία του αποκοιμίζω, πλαγιάζω να κοιμηθώ, ησυχάζω, αναπαύομαι.
"εγώ μεν (ο Υπνος) έλεξα Διός νόον" ( Ιλ. Ξ )
"συ δ' αυτόθι λέξοιο" ( Ιλ. Ι )
"οθ' ηδέϊ λέξεται ύπνω" ( Ιλ. Δ ).

Υποστηρίζω ότι αυτή είναι η πρώτη έννοια του λέγω διότι απ' αυτήν παράγονται οι λέξεις λέχος, λέκτρον, λεχώ και λόχος, οι οποίες συνυπάρχουν σε διάφορες μορφές στα ομηρικά κείμενα, δεν εμφανίστηκαν αργότερα.
Λέχος και λέκτρον, κρεββάτι και συνεκδοχικά γάμος (συγκοίμηση ανδρόγυνου, σεξουαλική πράξη) εξ ου λεκτροχαρής, ο αγαπών το κρεββάτι (φιλήδονος).
Το αποτέλεσμα εννιά μήνες μετά λεχώ (λεχώνα, λεχούσα) γυναίκα που γέννησε και το ρήμα λοχεύω δηλαδή γεννώ ή γεννιέμαι ή ακόμα ξεγεννώ "τις λοχεύει σε ή μόνη μοχθείς τάδε" (Ευρ. ) και λόχος (γέννα) :"Αρτεμις δ' εκάταν γυναικών λόχους εφορεύειν" ( ΑΙσχ.).
Αλλά και στην Ιλιάδα εμφανίζονται οι ίδιες λέξεις :
"οθεν σφίσιν είχε λοχήσαι' ( Ιλ. Σ)
Εχουμε όμως επίσης ¨εκ λόχου αμπήδησεν" ( Ιλ. Δ ) και ακόμη στην Οδύσσεια ο Δούρειος ίππος αναφέρεται ως "κοίλος λόχος" ( Ιλ. Δ.)
Εδώ βέβαια η λέξις λόχος μπορεί να έχει διπλή έννοια, λόχος εκ του λοχάω-ώ (ενεδρεύω, ελλοχάω).
Μεταγενέστερα η λέξη λόχος σημαίνει τάγμα στρατιωτών, τάξεις πολιτών : "διήρηνται άπασαι αι πόλεις αι μεν κατά φυλάς (αθήναι), αι δε κατά μοίρας (σπάρτη), αι δε κατά λόχους (θήβαι)" ( Ξνφ.)

Φαίνεται φυσικό η κοιλιά του Δούρειου ίππου να "γέννησε" την ενέδρα και σίγουρο ότι η έννοια της ενέδρας πέρασε στούς ενεδρεύοντες που ονομάσθηκαν λόχος (περίπου 100 άνδρες).
Γιά το πως το λέγω=αποκοιμίζω (εαυτόν ή άλλους) έφτασε να σημαίνει ομιλώ ο καθένας μπορεί να βρεί μιά λογική ανέλιξη.



Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2007

Λουτσιάνο Παβαρόττι

Ενας άνθρωπος που προσέφερε πολύ περισσότερα από πολιτικούς κι' επιστήμονες. Μαζί με τη Μαρία Κάλας" ξαναζωντάνεψαν" την όπερα, την έκαναν γνωστή σε περισσότερο κόσμο.
Αξεπέραστος, πέρα από προσωπικά γούστα.
Παγκόσμια απώλεια.
Θα μνημονεύεται όσο υπάρχουν άνθρωποι.

Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2007

Κερχνηΐς

Κερχνηΐς -ίδος, είδος ορνέου, προφανώς εκ της βραχνής φωνής του, γαλλιστί crecerelle, χυδαϊστί ανεμογάμης.

"Ωσπερ των εμέτων αι ναυτίαι προηγούνται, τον αυτόν τρόπον του βήττειν το κέρχνειν... Ωσπερ εναυτίασαν μεν τινές ουκ έμεσαν δε, κατά τον αυτόν τρόπον ο μεν κέρχνος αυτοίς εγένετο, βηξ δε ουκ ηκολούθησε, διά σμικρότητα της αιτίας" (Γαληνός)

Ακουσα στο ραδιοφωνο ένα διάγγελμα ή κάτι τέτοιο. Βραχνή φωνή οικεία, σαν να μας μιλάει δικός μας άνθρωπος, όλο ωραίες κουβέντες γιά το τι καλά τα έκανε και πόσο καλύτερα θα τα κάνει αν τον βοηθήσουμε κι' εμείς, οι δικοί του άνθρωποι, αυτοί γιά τους οποίους παλεύει. Τέτοια οικειότητα τη θυμάμαι μόνο όταν απέρριπτε τα αιτήματα των εκπαιδευτικών-γιά να μην υπονομεύσει το μέλλον αυτού του τόπου (sic) λίγο μετά τις δημοτικές εκλογές. Μετά άκουσα να μοιράζει δεκαχίλιαρα (ευρώ) γιά ηλεκτρικές συσκευές που κάηκαν. Φαίνεται αγοράζει ψυγεία, κουζίνες, τηλεοράσεις στη μαύρη αγορά, στην Ομόνοια έχουνε πιό φτηνά.Μετά μιά άλλη βραχνή φωνή δεν είπε τίποτε γιά λεφτά που χαρίζονται -δεν δανείζονται- ούτε γιά τα κριτήρια που θα δοθούν, μόνο το τριχίλιαρο είναι γιά όλους. Μόνο στενοχωριότανε που δεν τάδωσε αυτός. Μετά θα λέει ότι δεν βρήκαμε λεφτά στα ταμεία, κάντε υπομονή κ.λ.π. Και αυτή η φωνή μιά βραχνάδα οικεία είχε, να περνάει στο μυαλό και να σκεπάζει το νόημα των όσων ειπώθηκαν. Και κυρίως να εμποδίζει τις περαιτέρω σκέψεις.

"Τραχύς χελώνης κέρχνος εξανίσταται" ( Σοφοκλής)

Μετά άκουσα ένα τραγούδι παλιό, ιταλικό:

La prima cosa bella - Nicola di Bari

Ho preso la chitarra
e suono per te
il tempo di imparare
non l'ho e non so suonare
ma suono per te.
La senti questa voce
chi canta e` il mio cuore
amore amore amore
e` quello che so dire
ma tu mi capirai...

Μετάφραση ........................Ελεύθερη μετάφραση

Επήρα τη κιθάρα .... ...........Ορμάω στην οθόνη
και τραγουδώ για σε.............και βγάζω διάγγελμα
καιρός που γιά να μάθω........ότι μου'ρχεται λέω
να τραγουδώ δεν ξέρω.........μα ξέρω να τα λέω
μα τραγουδώ γιά σέ..............επικοινωνιακά
Ακουσε τη φωνή μου...........Ακουσε τη φωνή μου
είν' από τη καρδιά μου..........και μη προσέχεις λόγια
αγάπη, αγάπη, αγάπη...........μονάχα στη βραχνάδα
αυτό ξέρω να λέω................δώσε λιγάκι βάση
και να με συμπαθάς... ........και ψήφισέ με πιά..

(αμφότερες τραγουδιώνται στο σκοπό του προτύπου)

Υ.Γ.1 Τα αποσπάσματα εξ αρχαίων κειμένων ασυμμέτρως πηγήν έμπνεύσεως έχουσιν τον γνωστόν Βύρων (άκλιτον)
Υ.Γ.2 Θαυμάστε τη λαϊκή σοφία στη χυδαία ονομασία του πτηνού.

Παρασκευή 24 Αυγούστου 2007

Οδηγός (κατόπιν εορτής) προς υποψηφίους

Κόπηκες απ' τη λίστα; Πάντα υπάρχει λύση!

Οι εκλογές διεξάγονται
δεκάξη Σεπτεμβρίου
αλλοίμονο στα πρόβατα
που εξήλθαν του μαντρίου
την θέση τους την έχασαν
στων εκλογών τη λίστα
το έργο παρακολουθούν
πρώτο τραπέζι πίστα

Αντιμιλάς στον πρόεδρο
τον αρχηγό, τον ένα;
Μαύρο σκοτάδι σ' έφαγε
όλα κανονισμένα
κανένα να μη προσεχτεί
κουσούρι σ' αρχηγό
ει δυνατόν, ν' απαλειφθεί
στο βιογραφικό.

Αν αντιθέτως τον υμνείς,
συχνά τον προσκυνάς
θα είσαι υποψήφιος
όπως και ο τουρνάς
ή στη κορώνη αν έτυχε
να έχεις ένα μπάρμπα
θέση στο ψηφοδέλτιο
θα βρεις σα βαναμπάρμπα

Αν πάλι το αισθάνεσαι
το ύψιστον καθήκον
πως η πατρίδα σε καλεί
τότε είναι προσήκον
υπηρεσίας προσφορά
στη διάθεση της θέτεις
-στο επικρατείας φυσικά-
σαν μουσικοσυνθέτης

Το κρίσιμον των εκλογών
αν δεν κατανοείς
ποιόν των υποψήφιων
μη καταμαρτυρείς
η διαλογή τους έγινε
σαφώς πολιτικά
μη το μπερδεύεις αφελώς
επί-κοινωνιακά

Αλλά μην απελπίζεσαι
μαύρο μη βάζεις βέλο
στην τρικυμία τη πολλή
τον καπετάνιο θέλω.
Υπάρχει λύση σίγουρη
θα πάρει λίγο χρόνο
όμως θα έρθει η στιγμή
γι' αυτό σε βεβαιώνω

οταν θα έλθουν εκλογές
κρίσιμες να μην είναι
αλλά θα είναι μοναχά
διά το θεαθήναι
τότε σ' αυτές θα κατεβεί
το κόμμα το καλό
το μόνο πούχει πρόγραμμα
σούπερ διαφυσικό

εκεί οι υποψήφιοι
προσόν θέλουνε ένα
βιβλία των διαφυσικών
να έχουν διαβασμένα
γιά κάθε ένα πρόβλημα
θάχουν χιλιάδες λύσεις
αδύνατο την εκλογή
αυτή, να μη κερδίσεις

Πέμπτη 16 Αυγούστου 2007

Ζέμπρες




Ασπρόμαυρη ζέμπρα


Ραψωδία σ' άσπρο και μαύρο
κάθε σου ρίγα μιά ταυτότητα
κι' ο χρόνος που παγώνει την εικόνα

Κάθε σου κίνηση θολώνει το τοπίο
οφθαλμαπάτη, τρέξιμο
τ' ασπρόμαυρό σου είναι
σα χίλια χρώματα μαζί,
σύγχυση στο λιοντάρι

Σαν θες να φας
ή να γεννήσεις πρέπει,
το καμουφλάζ σου πέφτει
αδυναμία ανθρώπινη
στη ζούγκλα των ψυχών

Καλπάζεις, καλπάζεις αόρατη
μα από ψηλά
το στόχο δίνεις
και τα σκυλιά με τ' όρνεο
κρυφά συνενοούνται

Πως κι' είσαι κυκλωμένη ;

Σκυλιά παντού τριγύρω.
Χρώμα καινούργιο θάχεις.
Μεσ' στη σαβάνα
φυτρώνουν παπαρούνες

Κάθε ψυχή
με ζέμπρα λίγο μοιάζει


Ζέμπρα σε άσπρο και καφέ


Ζέμπρα σε άσπρο και καφέ
Τη διαφορετικότητα σου δείχνεις
Μεσ 'στο κοπάδι τι ζητάς ;
Χαλάς την αρμονία.

Εξορίσου στα Τάρταρα της σαβάνας
Μαζί με τους ομόχρωμους.
Πως τόλμησες με μας να μπλέξεις ;
Αιώνες το παλεύουμε
Το καθαρό κοπάδι
Σε διχρωμία μόνο

Μαύρο κι' άσπρο, καλό-κακό
Δεν θέλουμε παρείσακτους
Καινούργια χρώματα να φέρουν.
Και τα λιοντάρια
Εμείς μόνο σκυλιά ταΐζουμε
Διά των σαρκών μας
Καί όρνεα δια των οστών

Το καφετί της ρίγας σου
Δαιμόνια επιφέρει
Κι' απογουστιά το χρώμα της
Σα σάπιο φρούτο

Εσύ κι οι λίγοι σου
Εμπρός
Από μπροστά χαθείτε
Στην όαση τη μακρινή
Και όχι στη σαβάνα

Πριν οι γυναίκες μας, οι άμυαλες
Και τα παιδιά
Σας πάρουν γιά σπουδαίους.


Δημοσιεύτηκαν πρώτη φορά στο www.logokipos.gr στις 25-26/02/2007

Πέμπτη 9 Αυγούστου 2007

Θερινό θέρετρο

"Περιμένοντας την παρέα, ένα βράδυ, όπως όλα τα βράδυα, στα "καθώς πρέπει" μαγαζιά.


Ανταύγειες φώτων στο νερό
χορεύουν
μεσ' στις ρυτίδες που τ' αεράκι δημιουργεί.

Αλλες ρυτίδες, της χαράς
στην επιφάνεια.
Χωρίς τη πατίνα του χρόνου στο δέρμα.
ή της κακίας στη ψυχή.

Χωρίς φεγγάρι πιό καλά.

Σιγά-σιγά η νύχτα ξεκινά.
Στον κρυφό φωτισμό στούς φοίνικες.
Το χρήμα όλα τα σκεπάζει.

Πουλιών ανάσες
με θροΐσματα φύλλων ανακατεύονται.
Πριν τα καλύψει η μουσική

Σ' ένα τραπέζι δίπλα στη θάλασσα
στο κλαμπ της παραλίας
Μαλακή μουσική, τόνα τσιγάρο πάνω στ' άλλο
Διακοπές.

Διακοπές ;

Φοράς παπούτσια του χειμώνα
τώρα που βραδυάζει στις δέκα.
Πόσο άσχημα φαίνονται.
Ισως κι' άχαρα.
Η θέα του γυμνού ποδιού
έχει μιά χάρη
που τη ξεχνάμε το χειμώνα.
Σαγιονάρες.
Σίγουρα τα χειμερινά παπούτσια σου,
σου φάνηκαν σαν ξένα.
Ρωτάς τον ιδιοκτήτη τους
κι' είσαι εσύ.

Αρχίζει η διασκέδαση.
Σα να μεθάς με κόκα-κόλα λάϊτ...
"

Παρασκευή 6 Ιουλίου 2007

Ακρως βουκολικός εφιάλτης

.

"Μιά εκδοχή του motorpsycho nitemare του Bob Dylan, προσαρμοσμένη στην ελληνική πραγματικότητα της αγνής ελληνικής επαρχίας- ισως 30 χρόνια πριν (όχι ότι έχουν αλλάξει πολλά από τότε δηλαδή, εκτός από την επιφάνεια)

Ακρως βουκολικός εφιάλτης


Τη πόλη μεσ' στη θάλασσα βαρέθηκα γιά λίγο
κι' είπα να πάρω τα βουνά, τα όρη να ξεφύγω
να δω βουνίσιους άνθρωπους, αθώους εις τα ήθη
και να ξεφύγω, ρε αδερφέ, γιά λίγο απ' τα συνήθη

Στης επαρχίας βρέθηκα ένα ερημοχώρι
από αυτά που αγνοούν τι είναι το βαπόρι
μα και το αυτοκίνητο μπροστά τους όταν δούν
φέρνουν κριθάρι και σανό να το περιποιηθούν

Εκεί λοιπόν θα έπρεπε τη νύχτα να περάσω
και των κοριών το τσίμπημα ίσως να δοκιμάσω
ρωτώντας γύρω, μούπανε να πάω στου Μποχόρη
πούχε ζαγάρια, πρόβατα, είχε και μία κόρη

Τη πόρτα χτύπησα δειλά, μ' άνοιξε ο νοικοκύρης
μούδειξε το δωμάτιο και μούπε "Δω θα γείρεις
και κοίτα να μη φοβηθείς τη νύχτα αν ακούσεις
φωνή απ' ένα φάντασμα, είναι της εκλιπούσης"

Κοιμόμουνα ανάλαφρα, ολίγον τι σκιαγμένος
όταν ακούω χτύπημα στη πόρτα επισταμένως,
του νοικοκύρη ήτανε η κόρη αγριεμένη
πως ένα παλιοφάντασμα στη κάμαρά της μπαίνει

"Ελάτε σας παρακαλώ" μου είπε με αντάρα
"Αμα σας δει το φάντασμα θα πάρει μιά τρομάρα"
Τη κόρη ακολούθησα στη κάμαρά της μόνος,
ανέκαθεν με συγκινεί των αλλωνών ο πόνος

Φορούσε ένα νυχτικό διάφανο και πασούμια
στο κομοδίνο ανοικτό ένα κουτί λουκούμια
"Πάρτε ένα σας παρακαλώ, πρώτη φορά στο σπίτι
να γλυκαθείτε" κι' ύστερα επήγε στο φεγγίτη

Κρεμάστηκε έξω η μισή και κοίταζε επάνω
"Εκεί είναι το φάντασμα, πέστε μου τι να κάνω;"
Ούτε και γω δεν ήξερα τι έπρεπε να πράξω
ώστε το παλιοφάντασμα, αμέσως να τρομάξω

Το αίτημά της μ' έβαλε σε προβληματισμό,
το λουκουμάκι έφαγα μέχρι να το σκεφτώ
προσέχοντας στο πάτωμα να μη μου πέσει σκόνη
"Ελάτε και το φάντασμα θα με νομίζει μόνη ! "



Πλησίασα λοιπόν εκεί, αλλά στενά τα μέρη
επάνω της ακούμπησα , μου έπιασε το χέρι
Εσκυψα γιά να δω και' γω, τι γίνεται επάνω,
κολλάω εις τη πλάτη της και το μυαλό μου χάνω

Την ώρα που τα μάτια μας ψάχνανε στο σκοτάδι,
το φάντασμα γυρεύοντας πούβγαινε κάθε βράδυ
η κόρη που στο όνομα ήταν Βασιλική
αποφασίζει ξαφνικά να γίνει τολμηρή

Το νυχτικό της σήκωσε μου έπιασε το χέρι
και το δικό μου οδηγεί στα τρυφερά της μέρη
και κει που το παλεύαμε "βάστα Βασιλικούλα"
του κυρ-Μποχόρη η φωνή "Τι κάνεις μωρή τσούλα ;"

Χαμηλωμένο σώβρακο, λυμένο παντελόνι
κι'ο κυρ-Μποχόρης πίσω μου το όπλο να σηκώνει
τρέχω να φύγω να σωθώ, σφαίρες γυρίζουν γύρω
είμαι σα βάρκα στ' ανοιχτά που έχασε το πίρο

"Μη σκιάζεσαι ειν' άσφαιρες" ακούω μιά φωνή
γυρνώ και βλέπω τη μικρή να με ακολουθεί
με τα μαλλιά της ξέπλεκα, το νυχτικό στη μέση
"Γύρνα να το τελειώσουμε ή μήπως δεν σ' αρέσει ;"

Λίγο αμφιταλαντεύτηκα, γλυκό ήταν το κορμί της
Στον σκοτεινό τον ουρανό, ένας λαμπρός κομήτης
οι σφαίρες σταματήσανε, δεν θάχε άλλο φυσίγγι
μα τότε τρώω μιά πετριά, δεξιά μεσ' στο μηνίγγι

Με πήρανε τα αίματα, σκούζει η Βασιλικούλα
χέστηκ' ο γέρος, κρύφτηκε σε μιά αποθηκούλα
με τα φιλιά της προσπαθεί τον πόνο μου να γιάννει
"Δεν θα μας κυνηγά κανείς αν βάλουμε στεφάνι ! "



Καθόλου δεν το σκέφτηκα, πήδηξα μεσ' στ' αμάξι
και φεύγω από το χωριό λίγο προτού χαράξει
σοφώτερος αισθάνθηκα από τις εμπειρίες
όπου προσφέρουν αφειδώς άγονες επαρχίες.

Ειν' άγρια τα πράγματα εκεί στα ορεινά
πάρα πολύ διαφέρουνε απ' τα θαλασσινά
ποτέ μου δεν μου έτυχε σαν ήμουν με γοργόνα
στην κεφαλή μου να δεχθώ κτύπημα από κοτρώνα

Ούτε ποτέ μου μίλησε νεράϊδα γιά στεφάνι
όταν μαζί μου ήθελε το κέφι της να κάνει
και αχινό σαν πάτησα δεν έβγαλα κραυγή
αν με νεράϊδα απαντηθείς σου κόβεται η φωνή

Πίσω λοιπόν ολοταχώς γιά παρά θιν' αλός
λουκούμι να μην ξαναδώ, ορκίστηκα ο φτωχός
έχει μεζέδες νόστιμους στης θάλασσας τα βάθη
μα και γοργόνες έμπειρες στου έρωτα τα πάθη




Παρασκευή 29 Ιουνίου 2007

Ξενοδοχείο η Οαση



Αν βρεθείς ποτέ στο ξενοδοχείο η όαση
Μακριά, εκεί που οι περαστικοί είναι σπάνιοι και τα ζευγάρια παράνομα
Ρίξε μιά ματιά στη Κυρία που το έχει
Και στα ίχνη των ανθρώπων που πέρασαν

Μικρές γραφές στους τοίχους-όρκοι της νύχτας που τελειώνουν το πρωΐ
Ονόματα ματαιοδοξίας κι’ ημερομηνίες- τι να σημαίνουνε ;
Κοιλώματα στο στρώμα, αδιάψευστοι μάρτυρες προηγηθείσης «ευτυχίας»
Κάπου ξεχασμένα τα ρέστα- μη τ’ ακουμπήσεις, λερώνουν.

Αντανακλάσεις στο καθρέπτη του μπάνιου
Ρίμμελ και ξεχασμένα τσιμπιδάκια
Ενα αποτσίγαρο πατημένο από παπούτσι αντρικό

η Κυρία,
μόνη της πιά,
δεν καθαρίζει σχολαστικά,
τί νόημα θάχε ;

Κάποτε όλα ήταν τέλεια, καθαρά
Μα οι άνθρωποι πάντα το ίδιο βρώμικοι
ή ν’αφήνουν τη βρωμιά τους
Ποιός τους ήξερε στην ερημιά, μόνο το ταίρι τους-αν είχαν

Δες τη Κυρία στο βάθος του διαδρόμου με τη σκούπα στο χέρι
Και τη φλόγα στα μάτια
Σε ξεκουφαίνει η σιωπή της, -κάρτες δεν δέχεται- μόνο μετρητά
Και ληγμένες επιταγές ποιητών και κλεψιτύπων

Αν περάσεις τη νύχτα μόνος εκεί
Και φοβηθείς
Πίεσε το κουμπάκι
Ενα μηχανικό χέρι θα σφίξει το δικό σου
Μέχρι να νοιώσεις καλά

Γιατί το αύριο θαναι καινούργια μέρα
Μα πάλι χωρίς λόγια
Γιατί το αύριο θάχει καινούργια παραμύθια και μοναξιά
Στο ξενοδοχείο η Οαση

Βρες τα σημάδια απ΄το ξημέρωμα στο δωμάτιο
Τις διάχυτες λοξές ακτίνες μέσα απ’ τις γρίλλιες
Τη σκόνη που αιωρείται μέσα τους
Υλικό από προηγούμενους ενοίκους

Και στο μπαλκόνι όταν βγεις δες με τα μάτια της Κυρίας
Γέλα, ζήσε, εξαφανίσου
Σαν τραίνο που δεν έπιασε σταθμό
Ταχύτητα μη κόψει


Βάλε και συ ένα σαπουνάκι στη τσέπη σου
Ενθύμιο κι’ απόδειξη της ύπαρξης σου
Μα μη πειράξες το τασάκι

Και η Κυρία στη ρεσεψιόν θα σε κοιτάζει
Ν’ απομακρύνεσαι



Τετάρτη 6 Ιουνίου 2007

Ιστορίες από ένα άλλο (κοίλο) ημισφαίριο


ΕΝΑ ΔΙΑΦΥΣΙΚΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ

ΩΚΕΑΝΟΣ

1. Πρόλογος

Κει που τελειώνει ο ωκεανός στο άλλο ημισφαίριο –λένε- υπάρχει μιά ομαλή ακτή γιά τους ναυαγούς. Την προτιμάνε από τα απόκρημνα βράχια καθώς η αμμουδιά και το νερό λειώνουν το ένα μέσα στ’ άλλο, μπορείς να βγείς και περπατώντας. Λίγο πιό πέρα όμως, στα πέντε μέτρα, απλώνεται ένας μαντρότοιχος ψηλός, σ’ όλο το μήκος της ακτής, διαφυγή καμιά, πρέπει να τον περάσεις. Κανένας ναυαγός δεν ήξερε τι είναι πίσω του, ο καθένας φανταζότανε τι του έλειπε εκείνη τη στιγμή : άλλος φαΐ, άλλος κρασί, άλλος γυναίκες. Μερικοί νομίζανε ότι ήταν στο νησί των θησαυρών, διαμάντια και πολύτιμους λίθους φανταζότανε, τον τοίχο δεν τον υπολόγιζαν.Φάγανε λίγες αχιβάδες και καβούρια να πάρουνε δυνάμεις, ξαπλώσανε στον ήλιο κι’ ετοιμαζότουσαν γιά το μεγάλο σάλτο.Κι ‘ ο τοίχος όμως ετοιμαζότανε. Χρόνια τώρα έβαζε στοίχημα με τον εαυτό του κανείς ανάξιος να μη περάσει. Και έβαζε όλη του τη τέχνη.. Αλλού γινόταν γλιστερός αλλού αγκάθια έβγαζε, αλλού υποχωρούσε τα στηρίγματα μέχρι να πέσουν κάτω οι υποψήφιοι κατακτητές. Γιατί έτσι τους έβλεπε. Νηστικούς να φάνε το φαΐ του, διψασμένους να πιούν το κρασί του, στερημένους να χαρούν τις γυναίκες του και πάντα άρπαγες ν’ αρπάξουν το θησαυρό του.
Και ψήλωνε κατά βούληση. Στους πιό επίμονους έκανε το μεγάλο κόλπο, έπαιρνε τα χρώματα και την υφή του ωκεανού, τους τρόμαζε, τους θύμιζε το χτες-θάλασσα σκούρα κι’ ουρανός μονάχα-σα ναυαγοί χάνανε τον προσανατολισμό τους, αντί γιά πάνω, προς τα κάτω ή τα πλάγια σκαρφαλώνανε απελπισμένα. Τέλος τη λουρίδα της άμμου λατρεύανε κι’ εγκαταλείπανε τη προσπάθεια.


2. Ωγήν- ωγένος

Σ’ όλα τα παραμύθια υπάρχει ένα παλληκάρι, ένας ήρωας να δώσει λύση.Εδώ ο πιό κοσμογυρισμένος έπιασε τη κιθάρα του και τραγούδησε στο τοίχο.

Θέλω, αχ πόσο θέλω το κορμί μου απ’ το τοίχο να διαβεί
Σαν την όμορφη παρθένα που ζητά να παντρευτεί
.

Ο τοίχος σταμάτησε την άμυνα ν’ ακούσει το τραγούδι

Θέλω, αχ πόσο θέλω η ψυχή μου απ’ το τοίχο να διαβεί
Σαν την έμπειρη τη πόρνη στο κρεβάτι όταν βρεθεί

Ο τοίχος έμεινε ακίνητος και σκεπτικός.

Τότε το παλληκάρι του έδειξε την άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος.
Εγραφε : ακροβάτης.
Αυτό ήταν!
Μιά πόρτα φάνηκε στο τοίχο. Από μακριά ακούγονταν τραγούδια και χοροί. Είχανε πανηγύρι. Ενας-ένας οι ναυαγοί μπήκαν. Το παλληκάρι, με το τοίχο έπιασε κουβέντα.

- Τι πανηγύρι έχουνε ;
- Πάντα το ίδιο, γλεντάνε κάθε που ανοίγω τη πόρτα. Το λένε της Ανοιξης, αλλά δεν είναι. Δεν θα πας ;
- Πρώτα πρέπει να μάθω αν πρέπει, θα δω τους ναυαγούς.
-Εχεις την άδεια του ακροβάτη.
- Δεν είναι αρκετή. Χρειάζεται κι’ η τέχνη. Ισως να σκούριασα, ίσως να μην είναι σκαρφάλωμα. Γιατί άνοιξες ;
- Τόξερα πως θα χάσω όταν άκουσα το τραγούδι σου. Κτύπησες κέντρο. Μου θύμισες πρώτα τις κόρες μου, μετά την Τηθύα, τη κάποτε γυναίκα μου και πιό παλιά αδερφή μου. Υποχωρώ πριν με νικήσουν, συντηρώ τις δυνάμεις μου.
- Τι προστατεύεις ;
- Τον κόσμο απ' τη βιασύνη των σοφών. Μετασχηματίσθηκα
- Τί ήσουνα πρώτα ;
- Ωκεανός. Είμαι ακόμα. Αλλά χάνω τις μάχες στο νερό κι΄ας κύκλωσα όλη τη στεριά.Αυτούς που οδηγούσανε τα πλοία, ναυαγούς τους είπανε απ' τη συνήθεια μου να τους βυθίζω. Μα στο τέλος φιάξανε πιό γερά σκαριά. Τόβλεπα πως θα χάσω κι’ άλλαξα, έγινα τείχος να κυκλώσω τη γη.
- Κι’ η λουρίδα που πατάμε ;
- Δίνω χώρο στους εχθρούς μου, μετά γινόμαστε φίλοι.
- Γιατί πρέπει να περικυκλώνεις τη γή ;
- Ωγήν. Είναι η δουλειά μου.
- Τι είναι ωγήν ;
- Το παλιό μου όνομα. Μετά με είπαν Ωγηνός, ήμουν ποτάμι ακόμα, δεν είχα πάρει τη θέση μου.
- Τι άλλαξε ;
- Η γεύση μου, έγινα αλμυρός.
- Και τώρα ;
- Τώρα άλλαξε η γεύση των ανθρώπων. Εφερα το μυαλό μου στο τείχος, κι’ άφησα το κορμί μου πίσω το νερό.
- Πως σούρθε η ιδέα ;
- Από τους τοίχους, τα πλαϊνά των πλοίων. Μαθαίνεις κι’ απ’ τους ανθρώπους.
- Γιατί τους εμποδίζεις ;
- Βιάζονται, δεν ξέρουν. Εσύ πως βρήκες την άδεια ;
- Γυμνάστηκα πολύ στο σκαρφάλωμα, εγινα ο καλύτερος. Μου την έδωσε ο Πατέρας. Δεν του τη ζήτησα. Μούπε πως έκανα τη χαρά, δουλειά. Ισως γιά να με τιμωρήσει μου την έδωσε.
- Ετσι κι’ αλλιώς τον εξυπηρέτησες. Είναι βαρύ το φορτίο κι’ Αυτός δεν έχει γη ν’ ακουμπήσει.
- Είσαι και σύ πατέρας. Που είναι οι κόρες σου ;
- Ναί, οι Ωκεανίδες. Πολλά καράβια στο νερό , έφυγαν. Γίνανε δέντρα και πηγές υπόγειες. Μόνο η Ωκεανίνη έμεινε, στα βαθιά, κει πούχει ησυχία, μερικοί την είπανε Γοργόνα. Δεν τη βλέπω πιά. Αμα γυρίζω στο κορμί μου, την αισθάνομαι.
- -Το τείχος δεν είναι κορμί σου ;
-Οχι, ψευδαίσθηση είναι.


Δευτέρα 4 Ιουνίου 2007

Ιανή

.

Είμαι, αλήθεια, μιά ψυχή...... Είναι, Θεέ μου μιά χοντρή
πολύ λεπτή,ευγενική .......... ..και στο μυαλό και στο κορμί
όποιον άνδρα πλησιάζω.........σ' όποιον άνθρωπο μιλούσε
με λατρεία τον κοιτάζω..........δηλητήριο πετούσε

Είμαι λίγο ποιήτρια..............Της πέννας το ταλέντο της
χάρισμα έχω μεγάλο.............το έχει γιά παγίδα
ευαισθησίες στο χαρτί..........να βρει κάνα ελαφρόμυαλο
κι' αισθήματα να βγάλω........που ψάχνει γιά ελπίδα

Τον γεμίζω κομπλιμέντα.......Σκλάβο σε θέλω άνθρωπε
ότι μου ζητάει του δίνω.........να κάνεις τεμενάδες
όπως κάνουν οι γυναίκες......όπως αρμόζουν σε χοντρές
πούχουν χαρακτήρα φίνο......κι' απαισιες κυράδες

Με άφησε ο άντρας μου........Την έδιωξε ο άντρας της
ο μέθυσος, το κτήνος............κράτησε το παιδί της
και το παιδί μου φόρτωσε.....να εξασφαλίσει άνετα
ελεύθερος εκείνος................σπίτι και διατροφή της

Εγώ που από το πάτωμα........Κάθε της λόγος διαταγή
δεν σήκωνα το βλέμμα..........αλλιώς γκρίνια μεγάλη
τα πάνδεινα υπέφερα...........και άφινε τον άντρα της
μου έπινε το αίμα.................στο μαύρο του το χάλι

Τώρα ζητάω στήριγμα.........Το νέο θύμα της κοιτά
και κάπου ν'ακουμπήσω......πως θα το ξεγελάσει
ένα καινούργιο σύντροφο...στα δίχτυα της πως θα μπλεχτεί
να ξανααγαπήσω..................και τη ζωή να χάσει

Στη μοίρα επαφίεμαι...........Πότέ της δεν σταμάτησε
να βρώ τον σύντροφό μου.....γιά θύμα της να ψάχνει
ένα ζητάω μοναχά................το έχει μεσ' στο αίμα της
να νοιώθει τον καϋμό μου.....είναι γυναίκα-αράχνη

Η κατάθεση

.

Δεν ήξεραν και δεν έβλεπαν ο ένας τον άλλον. Ο ένας τυφλωνόταν από το πολύ φώς και ο άλλος απ’ το σκοτάδι. Επρεπε όμως να βγάλουν τη δουλειά. Τα νερά είχαν ταραχτεί αρκετά. Ερώτηση ο ένας-πάντα ο ένας-, απάντηση πάντα ο άλλος, ακόμα και χωρίς ερώτηση.
-Γιατί γράφεις ; Τι θες να δείξεις ;
«Τι θες να κρύψεις ; » σκέφτηκαν κι’ οι δύο. Ηταν κανόνας στο “παιχνίδι” τους.
-Αφήνω τα πενήντα και πάω γιά τα εξήντα, δεν μιλάω εύκολα πιά, γράφω...
-Κι’ άλλοι γράφουν μα δεν προβοκάρουν. Γιά ποιούς δουλεύεις ;
Σαν να δυνάμωσε η λάμψη του προβολέα στο πρόσωπό του, λες και με το περισσότερο φως θα φαινόταν η αλήθεια. Σιωπή η απάντηση. Επανήλθε.
-Εσύ κτυπάς και τους δικούς σου. Γιατί το κάνεις ;
-Ετσι μου βγαίνει. Δεν ξεχωρίζω τους δικούς μου από τους άλλους. Παλεύω να τους δείξω τι τους ξεφεύγει.
Αδύνατον να δει το πρόσωπό του στη σκοτεινή κάμαρη. Τόσο σκοτάδι ούτε η φαντασία δεν διαπερνά. Σταμάτησε τη διαστολή στις κόρες του.
-Κι’ άλλοι τα βάζουνε με τους δικούς τους. Γιατί εμένα ;
-Από συνήθεια. Θυμάσαι;
-Πως να θυμάμαι ; Ποτέ δεν είδα πρόσωπα, δεν ξεχωρίζω τις φωνές, κάθε φορά ξεχνάω γρήγορα, να επιζήσω.
-Πες τη κατάθεσή σου να τελειώνουμε
-Παλεύω. Γιά μερικά πράγματα, παλεύω. Κι’ ο Χατζηδάκις γιά μερικά πράγματα πάλευε. Δεν έχω όμως το ταλέντο του.

Και γράμματα γνωρίζω.

O σοφός Σκωτσέζος

.

Δεν έχω πάει στη Σκωτία (με τρομάζει το σκότος) και έχω γνωρίσει ελάχιστα άτομα από εκεί. Μία νεαρή τουρίστρια της οποίας σέβομαι τα προσωπικά δεδομένα και ένα μάλλον στριμμένο ηλικιωμένο που ούρλιαζε υστερικά Scottish κάθε φορά που κάτι άγγιζε ελαφρά τη πατρίδα του χωρίς να αναφερθεί.
Μερικές φορές για λόγους αντικειμενικότητας ψιθύριζε British. Οτι δεν αναφερόταν στο νησί δεν υπήρχε π.χ. ποτό ήταν μόνο το ουίσκι. Αυτό δήλωσε μα περιφρόνηση στη διαμάχη των υπολοίπων της παρέας αν το κρασί ή η μπύρα είναι καλύτερα ως ποτά ή σαν συνοδευτικά φαγητών.
Ο γευσιγνώστης της παρέας έλεγε ότι τα εμφιαλωμένα κρασιά δεν πίνονται, απλά ξεπλένουν το στόμα και το προετοιμάζουν γιά το επόμενο φαγητό. Το ίδιο θα μπορούσε να ισχυρισθεί κάποιος γιά διάφορα είδη μπύρας, αλλά η γκάμα εδώ είναι μικρότερη, το κρασί υπερέχει καθαρά.
Scotch whisky, βροντοφώναξε ο σοφός σκωτσέζος, δεν ξέρετε τι πίνετε.
Οι έχοντες άλλες γνώσεις αναφέρθηκαν στο βαρελίσιο κρασί και τη μπύρα σαν ποτά. Γενικό συμπέρασμα ήταν ότι μπύρα πίνεις γιά να ξεχάσεις ενώ κρασί γιά να θυμηθείς. Κάποιος είπε γιά τη θεωρία της διάλυσης του πολιτισμού της Αιγύπτου λόγω της εμμονής στη μπύρα, άλλος πρόσθεσε ότι ο Ιούλιος Καίσαρ επέκτεινε την αυτοκρατορία του μόνο εκεί που μπορούσε να καλλιεργήσει αμπέλια. γενικά συμφώνησαν ότι το κρασί είναι πιό «φιλοσοφικό» ποτό, η μπύρα παραπέμπει σε αποχαύνωση. Η συνήθεια των εργατών-μεταναστών να πίνουν μπύρες μετά τη σκληρή δουλειά γιά να την ξεχάσουν, ήταν ένα πρακτικό παράδειγμα. Αντίθετα οι τεχνίτες με κρασάκι και παρέα τέλειωναν τη μέρα τους
Scotch whisky, ξαναφώναξε ο σοφός σκωτσέζος, δεν ξέρετε τι λέτε.
Πάντως υπάρχουν και χειρότερα. Οι Αμερικάνοι προσπαθούν να πείσουν ότι η κόκλα κόλκα «πάει με όλα». Πείθουν τα παιδιά των 5-15 ετών. Μετά σε μερικά μένει η συνήθεια, που να στίβεις πορτοκάλια ή να βάζεις ζάχαρη στη λεμονάδα
Scotch whisky, ξαναφώναξε ο σοφός σκωτσέζος, δεν ξέρετε τι θέλετε
Εχουν μιά περίεργη νοοτροπία οι σκωτσέζοι. Από τότε που η Μαρία Στιούαρτ ( ή κάποια άλλη-ποτέ δεν ήμουνα καλός στην ιστορία Της Ιστορίας, γεμάτη ψέμματα είναι, αντίθετα η ιστορία της Τέχνης και της Επιστήμης πολλά προσφέρει ) έχασε το στέμμα, η οργή τους βρήκε διέξοδο στην ύπαρξη ενός άλλου στέμματος,του βρεττανικού, το οποίο μισούν αλλά και θεωρούν απαραίτητο. Αφού δεν μπορεί να είναι Scottish, ας είναι British, πάντως να υπάρχει, χωρίς αυτό χανόμαστε. Ξέρετε πως λέγεται στα σκωτσέζικα το μέλλον ; ...μακάβριο

Δημοσιεύτηκε στο www.logokipos.gr την 14-02-07

Τρίτη 29 Μαΐου 2007

Ατενίζοντας απ' τους Δελφούς



Στις Φαιδριάδες
αυτοχαράσσονται
οι γραφές

Της Κασταλίας
λάλον Σου, το άλαλον

Πράσινη κι΄ασημιά
η πεδιάδα Σου
σαν ήβη

Ο κόλπος Σου
Κρισσαίος
πίνακα μοιάζει

Ο αετός, μαύρο σημάδι
στον ορίζοντα
τα νέφη
απωθεί

Κυριακή 20 Μαΐου 2007

Απελπις Προσπάθεια



Θέλει προσπάθεια να μη προσπαθήσεις, απλά τις περισσότερες φορές δεν το συνειδητοποιείς

Εξύπνησα ένα πρωΐ όπως συνήθως πτώμα
Γυρνώ και λέω μέσα μου «Τι προσπαθείς ακόμα ;»
Αμέσως αποφάσισα τίποτα να μη κάνω
Να μείνω μόνο ξαπλωτός στο καναπέ επάνω


Γι' αυτά που σου χρειάζονται πρέπει να προσπαθήσεις
Αυτά που θέλεις δυστυχώς ποτέ δεν θ' αποκτήσεις
Μόνο στιγμές τα χάρηκες και ίσως τα χαρείς
Μα δεν τα κάνεις κτήμα σου όσο κι' αν προσπαθείς

Κοίτα τι σου χρειάζεται και με αυτό βολέψου
Πως θα τη βγάλεις καθαρή, αυτό μονάχα σκέψου
Αυτό που θέλεις έρχεται σα δεν το περιμένεις
Δεν εξαρτάται από σε, όσο κι' αν επιμένεις

Γιά ό,τι σου χρειάζεται μόνο να ενδιαφερθείς
Όσα αντιβαίνουν το σκοπό να τα περιφρονείς
Να μην ακούς τους θόρυβους, μη βλέπεις, μη μυρίζεις
Το φαγητό του γείτονα, πρόσκληση μην ελπίζεις

Ούτε ραδιόφωνο ν' ακούς, φυλλάδες μη διαβάζεις
Ούτε μέσα στα όνειρα γιά άλλα να τυρβάζεις
Τον εαυτό μου πίεσα όλα αυτά να κάνω
Το βράδυ από τη κούραση, νόμιζα θα πεθάνω.


Πρωτοδημοσίευθηκε στο www.logokipos.gr την 18-03-07

Παρασκευή 18 Μαΐου 2007

Ο μπάρμπας και η μπέμπα

Ενας μπάρμπας στα πενήντα
τι να κάνει ο φτωχός ;
το παλεύει και ακούει
ότι λέει ο γιατρός


Εχει η ζωή τα κάτω της
μα έχει και τα πάνω
άλλος πετάει με γάϊδαρο
κι' άλλος μ' αεροπλάνο


Τού 'τυχε λοιπόν λαχείο
το παλιό, των συντακτών
που προβλήματα σου λύνει
εις το πείσμα των καιρών



Γνώρισε μιά μπέμπα άλλη
με κορμί που φέρνει ζάλη
όποιο μπάρμπα συναντούσε
πέντε μήνες τον κρατούσε


Ολα τάδινε στο τζάμπα
δεν τη νοιάζανε τα φράγκα
τη ζωούλα της γλεντούσε
κι' εμπειρίες αποκτούσε


Εκανε καλή παρέα
στη Γλυφάδα, στο Καρέα
με το μπάρμπα εκδρομούλες
σε λιμνίτσες και ραχούλες



Ηξερε τη γυναικούλα
που ο μπάρμπας απατούσε
ούτε να χωρίσει τούπε
ούτε χρήματα ζητούσε


Ετσι πέρασαν οι μήνες
-είδες πως περνάει ο καιρός ;-
τούπε τώρα μπάρμπα τέλος
άλλος από 'δω και μπρος


Μα ο μπάρμπας ο καϋμένος
κι' άλλο ήθελε να ζήσει
και τη μπέμπα προσπαθούσε
μήπως και τη μεταπείσει


Οχι μπάρμπα σου το είπα
πέντε μήνες ειν' αυτοί
φύλαξε τους να τους έχεις
βάλσαμο για τη ψυχή

Σάββατο 12 Μαΐου 2007

Eίναι

.

Ειν΄ ένα τραίνο γρήγορο
σκίζει τη νύχτα τη βροχή
με τα φανάρια μάτια να δακρύζουν

ειν' μιάς γυναίκας το κορμί
που το νοστάλγησα πολύ
χέρια ανίκανα ν' αγγίζουν

ειναι μιάς κοπελιάς ψυχή
μαχαίρι στρίβει στη πληγή
σύριγγα μεσ' στη φλέβα

είναι μιά σκάλα τ' ουρανού
σ' ένα αστέρι οδηγεί
ανήμπορη ανέβα

ειναι το δύσβατο σκαλί
χωρίζει σώμα απ'τη ψυχή
περίσσεψε το πάθος

ειναι που ένιωσα πρωΐ
σαν ξαναμπήκα στη ζωή
πως γύρισα ήταν λάθος

Δημοσιεύθηκε πρώτη φορά στο www.logokiros.gr την 12-03-07

Τσιγγάνικη ψυχή


Μιά απόδοση του One more cup of coffee του Bob Dylan

Διαμάντια ειν΄τα μάτια σου
Σαν λάμπουν στο σκοτάδι
Το σώμα σου είναι όμορφο
Και τα μαλλιά σου χάδι

Μα δε σε νοιώθω δίπλα μου
Να γλυκοανασαίνεις
Στ' αστέρια και τον ωκεανό
Μόνη σου ξαποσταίνεις

Δος μου το φιλί του χωρισμού
Το καφέ του αποχαιρετισμού
Φεύγω, πάω αλλού

Εχεις βελούδινη φωνή
Γράμματα δεν γνωρίζεις
Τα βλέπεις όλα στα χαρτιά
Σα'να'ναι αληθινά
Ξέρεις να δίνεις το κορμί
Χωρίς να σε αγγίζουν
Ξέρεις να παίρνεις ηδονή
Και του άλλου τη ψυχή

Δος μου το φιλί του χωρισμού
Το καφέ του αποχαιρετισμού
Φεύγω, πάω αλλού

Απ'το πατέρα σου έμαθες
Να κυβερνάς τους άλλους
Να ξεγελάς τους γύρω σου
Με ψίχουλα χαράς
Στη κοινωνία απόβλητη,
Παράνομη γυρίζεις
Αποζητάς εκδίκηση
Σ' αυτόν που αγαπάς

Δος μου το φιλί του χωρισμού
Το καφέ του αποχαιρετισμού
Φεύγω, πάω αλλού

Πρώτη δημοσίευση στο www.logokipos.gr την 22-03-07

Μαρία Μαγδαληνή

Με ξύδι πλένεις τη πληγή... Μύρα σοι κομίζει
Χωρίς να πλησιάσεις... καταφιλήσω
Σωσίβιο η απόσταση... μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν
Από τη μυρουδιά μου... τη σην αισθομένη θεότητα.

Το χρέος κι' η εκδίκηση... κάμφθοιτί μοι προ τους στεναγμούς της καρδίας
Συνέχεια παλεύουν... ότι νυξ μοι υπάρχει
Στο βλέμα των ματιών σου... Δέξαι μου τα πηγάς των δακρύων
Συμπόνοια η επικάλυψη... αμέτρητον έχων το έλεος

Βγάζω τις κακίες μου... Αμαρτιών μου τα πλήθη
Σα σκοτωμένο πύον... οίστρος ακολασίας
Η αενάως χαίνουσα πληγή... Οίμοι!
Να μη κακοφορμίσει... Μη με παρίδεις

Ξέρω ειν' σιχαμερό... ζοφώδης τε
Μα όχι επικίνδυνο... και ασέληνος
Σαν το ζεστό το αίμα
Της μετάγγισης... έρως της αμαρτίας


Αποκρίσεις από το τροπάριο της Κασσιανής, μιά ιδέα του monias

Πρώτη δημοσίευση στο www.logokipos.gr την 04-04-07

Παρασκευή 11 Μαΐου 2007

ονειρον (προ)θερινής νυκτός

.

Τώρα που το μυρίζομαι, έρχεται καλοκαίρι
θα ήθελα μιά γκόμενα ή έστω ένα ταίρι
μαζί της να αράζαμε σ' ένα ωραίο μέρος
και φίνα να τη βγάζαμε-αδιάφορον ο έρως

Μαζί της να την έκανα σε μιά βραχονησίδα
απ΄τις πολλές που βρίσκονται στη τοπική πατρίδα
κολύμπι, ξάπλα, ψάρεμα ολόκληρη τη μέρα
το βράδυ βόλτα στο χωριό και στο δασάκι πέρα

Δεν είμαι πολύ δύσκολος αν τάχα θα μ' αρέσει,
φτάνει γλυκό το πρόσωπο και δακτυλίδι μέση
σημάδι οτι το πνεύμα της θα είναι ζωηρό
και να λατρεύει σίγουρα θαλασσινό νερό

Τη τέχνη νάχει γιά ν' ακούει όλες τις ιστορίες
που τραγουδούν τα κύματα σε βραχοπαραλίες
ελεύθερα να διηγηθεί τα όσα στη ζωή της
εγνώρισε πριν γητευθεί από το ποιητή της

Κι' όταν δεν θέλει να μιλά να έρχεται η σειρά μου
ν' ακούει γιά τα σώψυχα που έχω στη καρδιά μου
να της διηγούμαι έμμετρα και παραστατικά
όλες τις εμπειρίες μου και τα διαφυσικά

Να μην ανοίγει τη τιβί, ούτε εφημερίδες
μονάχα στου λογόκηπου τις έντεχνες σελίδες
μιά βόλτα επιβάλλεται γιά νάχουμε επαφή,
να ξέρουμε τη κίνηση τη λογοτεχνική

Ω, τούτο να συνέβαινε, εμού του ταλαιπώρου
θα ήμουν στον παράδεισο, μέχρι του φθινοπώρου!

Παρασκευή 4 Μαΐου 2007

Περίπατος



Πίσω από τον έρωτα
Βαθιά μέσα στο δάσος
Είναι τα μάτια
της αθώας νύχτας


Nύχτα είναι στη Γη μιά κατάσταση της αιώνιας μέρας στο Διάστημα

Τρίτη 1 Μαΐου 2007

Ανάφη (Το δημογραφικό πρόβλημα στα νησιά μας)



Απολλόδωρος (1,9,26,1)
πλέοντες δὲ νυκτὸς σφοδρῷ περιπίπτουσι χειμῶνι. Ἀπόλλων δὲ στὰς ἐπὶ τὰς Μελαντίους δειράς, τοξεύσας τῷ βέλει εἰς τὴν θάλασσαν κατήστραψεν. οἱ δὲ πλησίον ἐθεάσαντο νῆσον, τῷ δὲ παρὰ προσδοκίαν ἀναφανῆναι προσορμισθέντες Ἀνάφην ἐκάλεσαν. 
(1,9,26,2) 
ἱδρυσάμενοι δὲ βωμὸν Ἀπόλλωνος αἰγλήτου καὶ θυσιάσαντες ἐπ' εὐωχίαν ἐτράπησαν. δοθεῖσαι δ' ὑπὸ Ἀρήτης Μηδείᾳ δώδεκα θεράπαιναι τοὺς ἀριστέας ἔσκωπτον μετὰ παιγνίας· ὅθεν ἔτι καὶ νῦν ἐν τῇ θυσίᾳ σύνηθές ἐστι σκώπτειν ταῖς γυναιξίν.

(Η Αργώ) έπλεε νύχτα σε σφοδρή θαλασσοταραχή. Ο Απόλλων στάθηκε σους Μελάντιους σκόπελους και με ένα βέλος από το τόξο του έκανε την θάλασσα να αστράφτει. Αυτοί (οι Αργοναύτες) είδαν τότε κοντά να φαίνεται χωρίς να το περιμένουν μια νήσος και την ονόμασαν Ανάφη.
Ιδρυσαν ένα βωμό στον δοξασμένο Απόλλωνα, θυσίασαν και ευθύμισαν. Οι δώδεκα υπηρέτριες που δόθηκαν από την Αρήτη στην Μήδεια διασκέδαζαν παίζοντας διότι τότε και τώρα ήταν συνηθισμένο στις θυσίες να διασκεδάζουν με γυναίκες


Ανάφη (Το δημογραφικό πρόβλημα στα νησιά μας)

Στο νησί που λέν Ανάφη
Η γυναίκα του Χρυσάφη
Τα βάφει ; δεν τα βάφει ;
Καβάφη ; δεν Καβάφη.

Στης Ανάφης το σεράϊ
Μένει μόνη η Δανάη
Το φυλάει ; δεν το φυλάει ;
Μ’ αγαπάει ; δεν μ’ αγαπάει.

Στης Ανάφης το αμπέλι
Όλη μέρα η Σεμέλη
Με θέλει ; δεν με θέλει ;
Τη μέλλει ; δεν τη μέλλει.

Στης Ανάφης ένα μέρος
Άκεφος ήταν ο γέρος
Σαν απόκληρος πιονιέρος.

Ανεχώρησεν ο Ερως

Πρώτη δημοσίευση στο www.logokipos.gr την 30-4-07

Κυριακή 29 Απριλίου 2007

Εγώ, ποτέ χατήρι δεν σου χάλασα

"Μιά εικόνα από το Mr Tambourine Man του Bob Dylan

Ναι !
να σε χαρώ να χορεύεις
κάτω απ' το στολισμένο με διαμάντια ουρανό
με το 'να χέρι
ψηλά να κυματίζει
ελεύθερο
ακολουθόντας την αχνή κορμοστασιά σου.
Συνέχεια της θάλασσας που σβήνεται
μ' άμμο του τσίρκου
αντί για παραλία
κι' εγώ μεσ' στην αρένα του
Θεατής
σαν τους πολλούς
μ' όλη τη μοίρα και τις μνήμες μου
βαθιά χωμένες στον ωκεανό της ύπαρξής σου
ψάχνω
τη μέρα
που θα ξεχάσω τ'αύριο για πάντα.
Κεί που ο ουρανός
στο ίδιο χρώμα σμίγει
με τη θάλασσα"

Δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο www.logokipos.gr την 23-01-07

Παρασκευή 27 Απριλίου 2007

Κωλέττ

Ατυχήσαν διαδικτυακόν (ιντερνάσιοναλ) ρομάντσο


Μιά μέρα εις το Ιντερνέτ
Γνωρίστηκα με τη Κωλέτ
Τουρκάλα, διάβαζε Χουριέτ
Και έβλεπε μονάχα ΝΕΤ

Εις το χωριό της φρόντιζε, μονάχη μιά γελάδα
Και γνωριμίες ήθελε, να κάνει στην Ελλάδα

Αρχίσαμε με τα ιμέϊλ
Να σχολιάζουμε Κουρτ Βέϊλ
Να λέμε γιά τον Τσιπ και Ντέηλ
Γιά παραμύθια και γιά τέϊλ

Γράφω «διαβάζω Λάρρυ Κουλ
Ακούω τραγούδια του Σουγιούλ
Στο θέατρο το παίζω κουλ
Θέλω να πάω Ισταμπούλ»

Γράφει «εγώ χανούμ μπουρέκ
Τρώω της σοκολάτας κέ(ι)κ
Με λίγο παγωτό εκμέκ
Θέλω να πάω στο Κεμπέκ»

Είδα πως μεσ’ στις διαφορές
Κοινές χαράσσονται γραμμές
«Ας διώξουμε τις εμμονές
Γείτονες είμαστε, μαθές»

Συμφώνησε με μιά λαχτάρα
«Είμαι», μου γράφει, « μιά κουκλάρα
Πίνω το γάλα απ’ τη καρδάρα
Κτενίζομαι χωρίς τσατσάρα»

«Μη το τραβάμε πιό πολύ
ταξίδι κάνω αστραπή
η σχέση η ιμελιακή
να γίνει πιό προσωπική»

Μου γράφει «έρχομαι πρωΐ
Μ’αεροπορική γραμμή
Την Τουρκ Χαβά Γιολαρί
Θα είσαι άραγε εκεί ;»

Της έδωσα ένα ραντεβού
Εις την πλατεία του Συγγρού
Μου γράφει «έρχομαι ντουγρού
Γιά σένα εγώ πάω παντού»

Ξεσκόνισα τα τουρκικά
Που ήξερα από παλιά
«Χος γκελντίν, μπρε φουκαρά»
Μα και στη τσέπη μπιτ παρά

Το φίλο τόνε λεν γιαβρούμ
Τη φιλενάδα γκιούλ χανούμ
Και το παζάρι γιουσουρούμ
Να κάνω εντύπωση να’ ουμ

Το φαγητό, ατζέμ πιλάφι
Και τη παρέα μας σινάφι
Το τραπεζίτη λεν σαράφη
Κιτάπια λέν’ αυτά που γράφει»

Μα κι’ η Κωλέτ στη διαδρομή
Τη γλώσσα την ελληνική
Μελέταγε πάρα πολύ
Να κάνει εντύπωση καλή

«Παιδί το λένε το τσογλάν
Και παλαμίδα το καλκάν
Μπρέ Ελληνάρα τον Γιουνάν
Και στεναχώρια το αμάν

Αποθηκούλα το ντουλάπι
Τον άτακτο τον λεν ζουλάπι
Μαυρούλη λένε τον αράπη
Και καταπότιον το χάπι

Εδώ θα πρέπει να σταθώ
Και να προσέξω όσο μπορώ
Γιατί μπορεί να εκτεθώ
Το θέμα είναι εθνικό

Το σεξ, το μη κανονικό
το λένε οθωμανικό
εμείς το λέμε ελληνικό
μη πάει ο νους σας στο κακό

αλλά μπορεί να μπερδεφτούμε
όταν την άκρη πά’ να βρούμε
ερίζουν οι ιστορικοί
γιά την ονομασία αυτή»

Αμέσως στέλνει μήνυμα, από το κινητό της
Και τοποθέτηση ζητά, από το σύντροφό της

«Λοιπόν εγώ θα το τολμήσω
Κάθετα να το διευκρινήσω
Και έρχομαι να σε ρωτήσω
Γιά τη προσέγγιση από πίσω

Οταν προβείς σε συνουσία
Δίνεις μεγάλη σημασία
Εις την σωστήν ονομασία
Η είσαι σκέτη αφασία ;»

Οταν το είδα στην οθόνη
Και με το βλέμμα να θολώνει
Αισθάνθηκα στο παντελόνι
Όλο το σώμα να ιδρώνει

Τι άραγε θέλει να πει
Και μου μιλά γιά το πιπί
Μεγάλη νοιώθω εγώ ντροπή
Να με νομίζουν απρεπή

Δεν θέλω νάχω φλυαρίες
Μα ούτε κι’άλλες ιστορίες
Με όσες άσεμνες κυρίες
Εχουν ακόμα απορίες

Λοιπόν κτυπώ στο κινητό
Ο,τι νομίζω εγώ σωστό
Στο ερώτημα δεν απαντώ
Αλλά της λέω ένα ρητό :

«Ανοίξατε το λεξικό
-να είναι ευρωπαϊκό-
Και βρείτε το κανονικό
Όνομα πούχει το ...κοκό

Δεν είναι τούρκου ισμαήλ
Ούτε του έλληνα του μπίλ
μα απ’ τη χώρα του Δανιήλ
προέρχεται , το Ισραήλ

Και ίσως καταλάβετε στον ρουν της ιστορίας
Πως δεν θα γίνει ένωση Ευρώπης και Τουρκίας»

Πέμπτη 26 Απριλίου 2007

Υφέρπων φασισμός


Μιά περιπέτεια ενός νέου συγγραφέα

Πριν μερικά χρόνια το να βγάλεις ένα βιβλίο ήταν μεγάλη υπόθεση. Το κυριώτερο έπρεπε να το εγκρίνει ο υπεύθυνος κάθε εκδοτικού οίκου. Αυτό βέβαια σήμαινε πολλές δυσκολίες γιά τους νεωτεριστές αλλά και μιά εγγύηση ότι γιά να εκδοθεί κάποιο βιβλίο κάτι έλεγε, έστω σύμφωνα με τις τότε επικρατούσες αντιλήψεις.
Σίγουρα κάποιες αξιόλογες δουλειές τις έφαγε το σκοτάδι, ειδικά θεωρήσεων διαφορετικών από των κρατούντων Η αγορά μικρή, το προϊόν κάποιων προδιαγραφών. Συγγραφείς ελάχιστοι, τα βιβλία δεν εκδίδονταν αν δεν πληρούσαν κάποιες προϋποθέσεις, το ρίσκο όλο στον εκδότη.
Η αγορά άνοιξε σε όλους τους τομείς με τη σκέψη γιατί να αποφασίζει ο Α τι θα διαβάσω(ακούσω κ.λ.π.) και γιατί να μη μπορεί και ο Β να βγάλει ένα βιβλίο(δίσκο κ.λ.π.).
Το ξεκίνημα έγινε επί επταετίας όπου η ιδιότητα του στρατιωτικού μετουσιωνότανε σε θέσφατο επί παντος θέματος και η ανάδειξη αιτία είχε τη προσκόλληση στο τότε καθεστώς. Εγινε συνήθεια η επικράτηση των μετριοτέρων.
Η δικατορία έπεσε, τα στελέχη της κρατικής και κοινωνικής μηχανής παρέμειναν τα ίδια. Βέβαια τώρα δεν μπορούσε να εκδόσει ο κάθε Θεοφύλακτος τις σοφίες του και να γίνει μπεστ-σέλλερ λόγω κρατικής μηχανής. Αρα αντίστοιχα πονήματα είχαν επιχειρηματικό ρίσκο. Από την άλλη μεριά πολλοί επίδοξοι συγγραφείς έβλεπαν να θριαμβεύουν πονήματα χειρότερα της δικής τους μετριότητας, παραβλέποντας βέβαια την υποστήριξη που είχαν. Ο πειρασμός μεγάλος και η κοινή γνώμη αναποφάσιστη, ζαλισμένη. Τέλειες συνθήκες γιά το επόμενο επιχειρηματικό βήμα, την εξαφάνιση του επιχειρηματικού κινδύνου..
Ξεκίνησαν με τους αδικημένους της προηγούμενης περιόδου, όχι τους αξιόλογους. Ολους. Διψασμένη η αγορά ανταποκρίθηκε και συγχρόνως μυήθηκε στη πολυφωνία. Οταν πέρασε η μόδα των αδικημένων ήρθε η σειρά των παραγκωνισμένων. Ολων, δικαίων και αδίκων. Το κλίμα διαμορφώθηκε. Ο κάθε ένας μπορούσε να γίνει συγγραφέας, ο ρόλος του υπεύθυνου έκδοσης ελαχιστοποιήθηκε, τα κριτήρια έπαψαν, εκδοτικοί οίκοι φύτρωσαν σα μανιτάρια. Συγχρόνως όμως κάθε εκδοτικός οίκος είχε τόσα πολλά να εκδώσει που δεν «έφταναν» τα κεφάλαια του. Λίστα (ατέλειωτης) αναμονής ή χρηματοδοτήσατε την έκδοσή σας. Οι τρόποι πολλοί, ανάλογα με το προφίλ του «συγγραφέα». Στα σίγουρα ονόματα ή βιβλία που απευθύνονται σε συγκεκριμένο κοινό-άρα γνωστό το πόσα θα πουλήσουν- έξοδα εκδότη και ελαχιστοποίηση των ποσοστων του συγγραφέα, και αυτά (αν) και ετεροχρονισμένα, συνηθέστερη δικαιολογία, θα λάβετε το ποσοστό σας με την εξάντληση (αν) του τιράζ. Ενδιαφέροντα βιβλία : Να σας δώσουμε γιά αμοιβή σας 100-200 βιβλία και το συζητάμε στην Β’ (αν) έκδοση.
Συνηθέστερη περίπτωση : Χρηματοδοτήσατε την έκδοσή σας, δώστε μας 300-400 βιβλία γιά την προώθησή του σε εφημερίδες κ.λ.π.και διαθέσατε τα υπόλοιπα όπως θέλετε εσείς. Να σας προτείνουμε και σε δυό-τρία βιβλιοπωλεία. Θα φέρει το όνομα του οίκου μας και θα το βάλουμε και στη βιτρίνα μας.
Αν θέλετε να τα διαθέσουμε εμείς, να κάνουμε άλλη συμφωνία, βέβαια τα αδιάθετα σε κάποιους μήνες θα πολτοποιηθούν, τα επόμενα θα έχουν σειρά, ο χώρος στενός.
Δεν θα ασχοληθώ με τον ουσιαστικά ανύπαρκτο έλεγχο του πόσα αντίτυπα εκδόθηκαν και πόσα πουλήθηκαν.
Μερικοί παραλαμβάνουν τα χειρόγραφα γιά να τα μελετήσουν (?). Οι πιό προσαρμοσμένοι δεν ασχολούνται καθόλου. Χαρτί πουλάνε τι είναι τυπωμένο δεν έχει σημασία, δεν τηρούν τα προσχήματα. Απλά σκεφτείτε πόσοι εκδοτικοί οίκοι υπάρχουν. Κάθε ένας εκδίδει μέχρι και 500 τίτλους το χρόνο. Είναι δυνατόν να υπάρχουν τόσοι ειδικοί αξιολόγησης βιβλίων ;
Ξέρω ο δικός σας εκδότης αποτελεί εξαίρεση. Και ο δικός μου.
Κάποιος γνωστός μου γιά να αποφύγει τη ψυχοφθόρο προσωπική επαφή έστελνε τα χειρόγραφά του ταχυδρομικά. Εσώκλειε και απαντητικό φάκελλο για περίπτωση άρνησης-επιστροφής των χειρογράφων, αρκούντως γραμματοσημασμένo-που να ξέρει πόσα χρειάζονται, έβαζε παραπάνω να είναι σίγουρος. Πολλοί δεν πήγαν μέχρι το ταχυδρομείο, θα ήταν μακριά φαίνεται. Κάποιος τα επέστρεψε έχοντας προσπαθήσει να ξεκολλήσει τα πλεονάζοντα γραμματόσημα (φαίνεται δεν ήξερε το κόλπο του ατμού).
Φυσικά λύσεις υπάρχουν. Περιθωριακοί εκδότες, μέχρι να μπουν στο σύστημα, προσωπικές (κοπιώδεις) εκδόσεις, πιθανόν και άλλοι τρόποι (να μη γίνομαι κακός)
Θα μου πείτε ότι το ίδιο συμβαίνει και σε άλλους χώρους. Θα σας απαντήσω ότι ο φασισμός δεν είναι πολιτική θέση, είναι τρόπος-στάση ζωής.

Τρίτη 24 Απριλίου 2007

Εσπερινός ή όρθρος

( Μιά προσευχή στον άνθρωπο )

Η ψυχή εξερχομένη του σώματος
πνεύμα γίγνεται
Σώμα άνευ ψυχής
αφρικανικά καφούρ
κάφρος αποδιδόμενον

Εκαστον σώμα και μία ψυχή
Ως κόρην οφθαλμού
θεράπευσον

Μη την εξέλθεις

Εξελθε

της συλλογικής ευθύνης


Πρωτοδημοσιεύτηκε στο www.logokipos.gr την 02-02-07