Στο καβούκι μου

Τα κείμενα της καθημερινότητας θα δημοσιεύονται στο εξής στον Βερνάρδο τον ερημίτη, στην διεύθυνση : http://gerimitiis.blogspot.gr/

Ποιήματα θα βρείτε στην ποιηματοποίηση

ενώ

Πεζά και διηγήματα στην διηγηματοποίηση

...

Τι δεν είναι και τι είναι το gpoint'sbreeze

Δεν είναι χώρος που προωθεί έμμεσα ή άμεσα διαφημίσεις.
Δεν είναι χώρος που θα σας προωθήσει σε άλλα μπλογκς πλην των άλλων του δημιουργού της.
Δεν είναι χώρος που θα σας υποχρεώσει ν' ακούσετε την μουσική που αρέσει στον δημιουργό του.

Είναι ένας χώρος που σέβεται την σκέψη και την ελληνική γλώσσα.
Είναι ένας χώρος που προσπαθεί να σέβεται τους επισκέπτες του και τον εαυτό του.



Σάββατο 16 Μαρτίου 2013

Βρύζας και Δώνης

 (το πρώτο μέρος με τα μπλε γράμματα είναι εισαγωγή για όσους δεν ξέρουν ή δεν θυμούνται γεγονότα)




Πάνε πολλά χρόνια από την βραδιά που βρέθηκα στο ΟΑΚΑ καλεσμένος από τους Παναθηναϊκούς,  μαθητές του σχολείου μου παρότι ΠΑΟΚg's. Ηταν μαζί μας και ο γυμναστής -που ήταν Ολυμπιακός- στην ρεβάνς της εκπληκτικής νίκης του ΠΑΟ το Αμστερντάμ επί του Αγιαξ με 1-0.
Αδύνατο να ξεχάσω τρία πράγματα, την "όλα" από εβδομήντα και πλέον χιλιάδες φιλάθλους -υπήρχαν μόνο κάποιοι ελάχιστοι Ολλανδοί σε μια γωνιά- την αίσθηση που μου δημιουργήθηκε από τη σέντρα πως ο ΠΑΟ θα αποκλεισθεί- όπως και έγινε- και το κράξιμο από τους οπαδούς του ΠΑΟ στον Δώνη, "σπυριάρη" τον ανέβαζαν, κάτι χειρότερο τον κατέβαζαν. Κι όμως είχαν περάσει μόνο λίγες μέρες από τότε που δημιούργησε το γκολ της -κατα πολλούς- μεγαλύτερης νίκης του ΠΑΟ στην Ευρώπη  !



Υπάρχουν κάποιοι αθλητές που τους θυμάται κανείς για μια κάποια σημαντική στιγμή της αθλητικής ζωής τους, όλα τα άλλα επισκιάζονται. Ποιός δεν θυμάται τις δυο βολές του Αργύρη Καμπούρη που χάρισαν στην Ελλάδα τον πρώτο ευρωπαϊκό τίτλο σε επίπεο εθνικής ; Ποιός δεν θυμάται το γκολ του Βρύζα στην Αρσεναλ και τον αποκλεισμό της από τον ΠΑΟΚ που θεωρήθηκε η μεγαλύτερη έκπληξη της χρονιάς ; Ισως κάποιος από τον Βρύζα να θυμάται και το γκολ που πέτυχε στο Γιούρο της Πορτογαλλίας με το οποίο προκριθήκαμε από τους ομίλους αλλά σίγουρα δεν είναι πολλοί. Οποιον να ρωτήσεις για την καριέρα του Δώνη θα σου μιλήσει για την τρελλή κούρσα που έκανε και την πάσα στον Βαζέχα σ' εκείνο το ματς με τον Αγιαξ, τίποτε άλλο δεν θα θυμάται.
Κι όμως λίγες μέρες μετά, στην ρεβάνς αυτού του ματς, τον έβριζαν και τον φώναζαν περιφρονητικά "σπυριάρη", μου είχε κάνει τεράστια εντύπωση.
Ο Δώνης δεν στέριωσε στον ΠΑΟ. Πήγε Αγγλία, γύρισε στην ΑΕΚ για κάποιες αδιάφορες σεζόν, ξεχάσθηκε σαν παίκτης και εμφανίσθηκε σαν προπονητής. Ακούσθηκε στην Λάρισσα όταν κατέκτησε το κύπελλο αλλά έφυγε από εκεί αφήνοντας διαλυμένη  και χρεοκοπημένη από τις πολλές μεταγραφές την ομάδα που δεν έχει συνέλθει από τότε. Επόμενος σταθμός ο Ατρόμητος όπου την πρώτη χρονιά που πήγε τελικό γλύτωσε στο τσακ τον τποβιβασμό. Βρέθηκε βέβαια στον τελικό από ένα καπρίτσιο της τύχης που έβγαλε στον έναν όμιλο τις ομάδες του ΠΟΚ και τον ΠΑΟΚ να σφαχτούν μεταξύ τους, ενώ Ατρόμητος και Ολυμπιακός  Βόλου έπαιξαν με μικρότερες ομάδες και μεταξύ τους για μια θέση στον τελικό με δεδομένη την επιθυμία της πολιτείας να μην παρευρεθεί ο τότε κατηγορούμενος Μπέος στην "γιορτή του ποδοσφαίρου". Ο ΠΑΟΚ απέκλεισε τον Ολυμπιακό και αποκλείσθηκε κουρασμένος και αποδεκατισμένος από μια ΑΕΚ  που προκρίθηκε από ένα στην κυριολεξία  ουρανοκατέβατο γκολ από την σέντρα, στην λήξη του αγώνα της με τον ΠΑΟ ! Η ΑΕΚ κέρδισε πολύ εύκολα τον τελικό.
Την επόμενη χρονιά ο Ατρόμητος του Δώνη έφτασε ξανά τελικό από ένα ουρανοκατέβατο πάλι γκολ από την σέντρα, πάλι στο τελευταίο λεπτό, με τον ΠΑΟΚ αυτή τη φορά. Στον τελικό έχασε δύσκολα, στην παράταση αυτή την φορά. Ολα φυσικά οφείλονταν στον δανεικό Μήτρογλου που έβαλε 18 από τα 28 γκολ του Ατρόμητου, τα περισσότερα με ατομικές προσπάθειες.
Ο Βρύζας βρέθηκε στην διοίκηση του ΠΑΟΚ με τον Ζαγοράκη μπροστάρη, σαν "αδερφός" του. Δύσκολες εποχές, χρήμα μόνο από τον κόσμο  και τα λαμόγια υπήρχε, ο Ζαγοράκης κατάφερε να ξανακάνει τον ΠΑΟΚ υπολογίσιμο μέγεθος με οικονομικές υπερβάσεις και τον Σάντος, Οταν διεπίστωσε πως πρέπει να ασχοληθεί με τις ακαδημίες μια που δεν υπήρχε  επενδυτής, έφερε τον ειδικό γι αυτές τις δουλειές Μπόλονι  που ανέδειξε τον Μαλεζά, βελτίωσε τον Κατσικά και έβγαλε τον Σταφυλίδη. Αντεξε μέχρι τα μέσα της περσινής περιόδου όπου τον διαδέχθηκε ο Βρύζας, ξεχνώντας πλέον τα "αδερφικά" αισθήματα. Η χρονιά τελείωσε άσχημα λόγω της κόντρας του Βρύζα με τον Μπόλονι, στο τελος χρέωσε ένα μεγάλο ποσό στον ΠΑΟΚ για να τον διώξει.  

Εχουμε έναν έρωτα δυσεξήγητο του Βρύζα για τον Δώνη και ένα τεράστιο συμβόλαιο που του έκανε για τα τότε δεδομένα της ομάδας. Ξεπούλησαν σχεδόν ότι καλό υλικό είχε συγκεντρώσει επί Ζαγοράκη  για να επιβιώσει ο σύλλογος, έτσι έλεγε ο Βρύζας. Προσέφερε όμως στον Δώνη συμβόλαιο με όσα έδινε στον Μπόλονι και 200 000 "πεταμένα" για να σπάσει το συμβόλαιο του Μπόλονι, ξεχνώντας τα περί σφικτών οικονομικών. Από την άλλη μας έλεγε για πλάνο με τις ακαδημίες που θα βγάλει ο "ειδικός" Δώνης και πάνω σ' αυτό θυσιάζονται τα δυο και πλέον εκατομμύρια από τους ομίλους του Γιουρόπα Λιγκ και μαζί στραπατσάρεται η ευρωπαϊκή εικόνα του ΠΑΟΚ συν την τιμωρία της έδρας. Συνολική ζημειά μγαλύτερη από το τότε μπάτζετ και ο ΠΑΟΚ είναι έτοιμος να διαλυθεί όταν εμφανίζεται ο Σαββίδης και όλα μοιάζουν σαν να ξεκινάνε από την αρχή !
Τυχαίο ; Δεν νομίζω !

Δεν πείθομαι πως ο Σαββίδης αποφάσισε μέσα σε μια μέρα να μπει στον ΠΑΟΚ, ο Βρύζας το ήξερε αρκετά πριν και γι αυτό φρόντισε να εξαφανισθεί από τον ΠΑΟΚ ό,τι θύμιζε Ζαγοράκη! 


Δεν θεωρώ τυχαίο πως σαν ποδοσφαιριστές θυμόμαστε τον Δώνη και τον Βρύζα μόνο για μια φάση τον καθένα και με δυσανάλογα μεγάλο όνομα σε σχέση με αυτά που πραγματικά πρόσφεραν στα γήπεδα, συμβαίνει όταν έχεις καλό μάναντζερ ή καλές δημόσιες σχέσεις, εδώ έκανε καριέρα  με πολλές μεταγραφές και πήγε στο Μουντιάλ της Αφρικής ο "βάλε ένα γκολ κι ας πεθάνω- Καπετάνο".
Δεν θεωρώ τυχαίο πως και οι δύο πέτυχαν το γκολ της καριέρας τους τρία λεπτά πριν λήξει το παιχνίδι !
Προσωπικά πλέον, ούτε το ότι έχουν και οι δυο δισύλλαβο επίθετο δεν θεωρώ τυχαίο !

Είτε μας αρέσει είτε όχι, σε μεγάλα συμβόλαια υπάρχουν πάντοτε μίζες ή σε χρήμα ή σε είδος, κανένας δεν πάει με τον σταυρό στο χέρι. Την χειρότερη περίπτωση δεν θέλω ούτε να την σκέπτομαι αλλά στην καλύτερη των περιπτώσεων ο Δώνης έχει μια τεράστια υποχρέωση στον Βρύζα και τον βοηθά στο ξήλωμα οποιουδήποτε θυμίζει τον Ζαγοράκη στον ΠΑΟΚ, τώρα φτάσαμε στον Γκαρσία, μετά θα ακολουθήσει ο Σαλπιγγίδης, η προειδοποιητική βολή ήρθε στην Λειβαδιά όπου τον έβαλε αλλαγή στο 89, να βαστήξει το 0-0.
Μόλις εδραίωσε την θέση του ο Δώνης, νικώντας τρία χωριά και αποκλείοντας τον Λεβαδειακό στο κύπελλο, μετά από την πρωτοφανή μεταγραφική ενίσχυση του Ιανουαρίου ξαναθυμήθηκε πως έχει αγκάθι τον Γκαρσία που τον γουστάρει ο κόσμος. Οσο η ομάδα σερνότανε χάνοντας από Ξάνθη και Τρίπολη  και φέρνοντας ισοπαλίες με τον Ατρόμητο και κυρίως με τον ακατανόμαστο που εξαγρίωσε τον κόσμο, το είχε ξεχάσει και λούφαζε !
Τον  Σαλπιγγίδη θα προσπαθήσει να τον εξουδετερώσει ο Δώνης ποδοσφαιρικά μια που ξέρει πως ο Σαββίδης τον θέλει σαν κράχτη για τους Πόντιους, ενώ τον Γκαρσία θέλει να τον εξουδετερώσει σαν άνθρωπο.
Και φυσικά ο Γκαρσία είναι αγκάθι περισσότερο για τον Βρύζα μια που υπάρχει λαϊκή απαίτηση να συνεχίσει ο Γκαρσία σε κάποιο πόστο στον ΠΑΟΚ όταν με το καλό κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά παπούτσια του με την λήξη της σαιζόν. Προσπαθεί λοιπόν ο Δώνης να τον κάνει να φύγει από τώρα εκμεταλλευόμενος την ντομπροσύνη του να μη θέλει να πληρώνεται χωρίς να προσφέρει. 
Φυσικά οι επιθέσεις του Δώνη γίνονται παραμονές κρίσιμων αγώνων ώστε σε περίπτωση άσχημου αποτελέσματος το υπάρχον θέμα να αποφορτίζει το κλίμα που θα δημιουργήσει μια (ακόμη) αποτυχία του. Το ίδιο έγινε και πριν το ματς με τον Αρη, μετά η "συμφιλίωσή" του με τον Πάμπλο επισκίασε τα προπονητικά του εγκλήματα που οδήγησν στην ισοπαλία με τον ανύπαρκτο ουραγό.
 
 Την ίδια ώρα ο (πρόεδρος, μη το ξεχνάμε) Βρύζας σφυρίζει αδιάφορα, μια και ο μισθός του τρέχει...

Μακάρι όλα αυτά να υπάρχουν μόνο στην φαντασία μου. 
 Συμβόλαια πάντως μεγάλα μόνο σε ΟΣΦΠ  και ΠΑΟΚ θα υπάρξουν και πολλά έγιναν, γίνονται και θα γίνουν από όσους ψάχνουν να εξασφαλίσουν μια χρυσοφόρο θέση
 

Τρίτη 12 Μαρτίου 2013

Χηρόλακας

 ( από την διηγηματοποίηση, με προσθήκες )

 


Ο Χηρόλακας ήταν το μέρος που κλαίγανε οι χήρες κι οι μανάδες των ναυτικών που ναυάγησαν, μια χωμάτινη πλατεία εντελώς επίπεδη που χρησίμευε και σαν γήπεδο για ποδοσφαιρικούς αγώνες, η μια γραμμή του αράουτ ήταν η θάλασσα.
Πάνε πολλά χρόνια από τότε που το Γαλαξίδι έχασε την αίγλη του με την επικράτηση του ατμού, οι Γαλαξιδιώτες επέμεναν στα πανιά -την τέχνη τους- ησύχασε όμως ο τόπος από τους θρήνους των χαροκαμένων γυναικών. Ο Χηρόλακας εξελίχθηκε σε μιά ήρεμη γειτονιά, χωρίς μαγαζιά και φασαρία, όλα αυτά επικράτησαν στο άλλο λιμάνι, την αγορά. Οι Χηρολακιώτες όμως διατήρησαν τα σπίτια τους ενώ στην αγορά όλα τα παραλιακά αλλά και αρκετά σπίτια στα ενδότερα υπέκυψαν στον αδυσώπητο νόμο της...αγοράς και κατέληξαν μαγαζιά. Πολλοί 
Χηρολακιώτες θεωρούν "σύνορο" τον Κάβο, την μύτη δηλαδή που χωρίζει τα δυο λιμάνια και περιορίζουν την βόλτα τους μέχρι εκεί, η διαφορά ατμόσφαιρας στα δυο λιμάνια το καλοκαίρι είναι χαώδης.
Ο Χηρόλακας σαν λιμάνι είναι αβαθής, μόνο βάρκες μπορούν να δέσουν. Πριν κάποια χρόνια υπήρχαν διχτυάρηδες και οκταποδολόγοι που είχαν εκεί το στέκι τους. Τα ψάρια τα πήγαιναν κατ' ευθείαν στα σπίτια των αγοραστών, δεν υπήρχε η έννοια της αγοράς με τα συνεπακόλουθά της όπως στο κεντρικό λιμάνι. Στις μέρες μας, δυο τρεις παραγαδιάρηδες και λίγοι ερασιτέχνες αράζουν τα βαρκάκια τους στα νερά του Χηρόλακα. Από το Χηρόλακα δεν βλέπεις ανοικτή θάλασσα, νομίζεις πως βρίσκεσαι στην όχθη κάποιας λίμνης.
Η πλατεία έχει σήμερα στρωθεί με πλάκες και είναι η χαρά των μικρών παιδιών με τα ποδήλατα τους. Τα παγκάκια είναι στραμμένα προς την θάλασσα, ο όγκος του Παρνασσού με τους Δελφούς και το Χρισό λίγα μίλια μακριά δεσπόζει στο τοπίο. Πιο κάτω, το αποτελείωμα της Ιτέας, η Κίρρα, Ξηροπήγαδο για τους παλιούς που δεν μάθανε τα ονόματα από ταμπέλες, οριοθετεί με τα φώτα την νύχτα το χώρισμα της θάλασσας απ' την στεριά. Σε κάθε παγκάκι κάθε καλοκαιρινό βράδυ η ίδια παρέα σχολιάζει χαμηλόφωνα πολιτική και γειτόνους. Κάποιοι φέρνουν μαζί τους τις πλαστικές κατέκλρες τους, δεν τους χωράει όλους το παγκάκι. Ολα είναι γλυκά και ήρεμα στο Χηρόλακα, οι χήρες δεν κλαίνε πλέον, μόνο κανένα παιδάκι κλαίει σαν τύχει να πέσει από το ποδήλατό του.




Λατρεύω το ξημέρωμα στον Χηρόλακα με τα χρώματά του, ειδικά όπως φαίνεται μέσα απ' την θάλασσα, είναι η σχεδόν καθημερινή μου απόλαυση, χρόνος που κυλάει νοσταλγικά...


Τετάρτη 6 Μαρτίου 2013

Μαρία, σ' όλες τις γλώσσες

(αναδημοσίευση, βελτιωμένη )

Υπάρχει μια γλώσσα στην Μεσόγειο όπου ο ουρανός λέγεται Σε και η θάλασσα Μα.
Τα ονόματα των ανθρώπων ακούγονται όπως και στην υπόλοιπη Μεσόγειο.

Ο ουρανός θα αρχίσει να γίνεται σκούρος, όλο και πιο πολύ...
Μετά θα πάρεις το μαύρο χρώμα της νύχτας που δεν έχει αστέρια και θα δείξεις την σκληράδα σου, Σε.
Το όνομά της θα μέίνει το ίδιο, "Μαρία".
Κάθε φορά που θα ακούγεται τα παιδιά θα φεύγουν μακριά, τρομαγμένα, λες και μπορούν να ξεφύγουν απ' τ' ουρανού το σκέπαστρο.
Τι σημασία έχει πότε είναι η γιορτή της, Σε ;


 
Λατρεύω την πρωϊνή ακινησία της θάλασσας.
Λατρεύω τον ήλιο να γλιστράει απαλά στην επιφάνειά σου και τα καΐκια ήρεμα καθισμένα πάνω σου. Σαν εραστές.
Καμμιά Μαρία δεν θα άντεχε τόσους πολλούς εραστές, Μα, μόνο εσύ.

Πολλά καΐκια έχουν το όνομα "Μαρία" σκέτο ή σαν συνθετικό τους.
Αλλά ποιός εραστής μπορεί ν' αλλάξει την ροή της θάλασσας ;
Μόνο ν' αλλάξει ρότα απ' την ρεστία της μπορεί, τίποτε άλλο.
Κάπως έτσι τις αντέχει τις "Μαρίες" η ζωή μας, Μα.


 
Υπάρχει μια γλώσσα στην Μεσόγειο όπου ο ουρανός λέγεται Σε και η θάλασσα Μα.
Τα ονόματα των ανθρώπων ακούγονται όπως και στην υπόλοιπη Μεσόγειο.
Σκέφτηκα πως ενώ τα δυο απέραντα που αντικρύζει ο άνθρωπος
είναι η θάλασσα κι' ο ουρανός, συμβολίζονται με τον ελάχιστο συνδυασμό γραμμάτων σ' αυτή την γλώσσα.
Στα ελληνικά, οι δύο αυτές λέξεις, ο ουρανός κι η θάλασσα "απαιτούν" από επτά γράμματα ενω η ασημαντότητα δώδεκα και το απειροελάχιστο δεκατέσσερα γράμματα.
Πρώτη φορά έννιωσα να υστερεί στο μέτρημα η ελληνική γλώσσα.

Η γλώσσα είναι η τοπική διάλεκτος της Τζένοβα. Ισως δεν ήταν τυχαίο ότι εκεί προτίμησε να περάσει τα ώριμα χρόνια της ζωής του ο Τζιουζέππε Βέρντι

Δευτέρα 4 Μαρτίου 2013

Τζίτζι

.

 

(από την διηγηματοποίηση)


Σαν πέρασε ο καιρός της χούντας όσοι Ιταλοί γουστάρανε στην Ελλάδα ξεχύθηκαν στον Νότο και τα νησιά νοιώθοντας ασφάλεια.. Ο φόβος της χούντας, ασυναίσθητα μάλλον, τους βάσταγε ως τότε στα Επτάνησα και στην Πάργα, μέρη που τάνοιωθαν "δικά τους".
Ο Τζίτζι - Μιλανέζος, μα Σικελός την καταγωγή - πήρε το φορτηγάκι της δουλειάς του, ένα Φόρντ-τράνζιτ έβαλε μέσα αρραβωνιάρα, συσκευασμένη τη φουσκωτή τη βάρκα κι ' όνειρα  κι αντί για Ηγουμενίτσα έπιασε Πάτρα το 76 με το καράβι. Μεσ' στο μυαλό του είχε Πάρο κι ένα φόβο μη την μπερδέψει με τον Πόρο όπως συχνά συμβαίνει στους τουρίστες. Ψυχοπονιάρης όμως πήρε κάποιον Ελληνα  ωτοστόπ, στο δρόμο για την Αθήνα και στις δυο μέρες που έμεινε να δει Ακρόπολη κι αρχαία ψήθηκε για μέρη μη τουριστικά στου κορινθιακού τα χωριουδάκια, τούπανε κι όσοι γνώρισε στην πρωτεύουσα  πως θάβρει περισσότερο ψάρι εκεί, βλέπεις το ψαροντούφεκο δεν το είχε ματώσει ακόμα. Επεσε και η αρραβωνιάρα - μιλανέζα γνήσια αυτή- στη μέση, να δει και τους Δελφούς πηγαίνοντας, που τόχε απωθημένο κι η Πάρος μπήκε σε προγραμματισμό μελλούμενο κι αβέβαιο.

Οι Δελφοί τους φάγανε μια μέρα ακόμη από τις λίγες των διακοπών του, όταν φτάσανε στον προορισμό τους τρεις μερούλες του απέμειναν.
Την πρώτη μέρα με πολύ μεράκι συναρμολόγησε το φουσκωτό, τρομπάρισε με το πόδι, κοτσάρισε την ολοκαίνουργια μηχανή, το έσπρωξε μεσ' στην θάλασσα και τόδωσε στον Ελληνα φίλο του -πιά- να κάνει την παρθενική βόλτα αισθανόμενος άσχημα να τάχει όλα αυτός και βάρκα και γυναίκα, τέτοια ευαισθησία. Ο τόπος αποδείχθηκε ακατάλληλος για ψαροντούφεκο κι αποφασίσανε την επόμενη μέρα να πάνε σε άλλο μέρος, μακρινό, με το βαρκάκι για το μεγάλο κυνήγι.
Τους πήρε καμιά ώρα να φτάσουν σε κολπίσκο μικρό και καλά προφυλαγμένο μα τους τα χάλασε ο καιρός σαν φτάσανε, κύμα πολύ και θολούρα από την άμμο να μη μπορείς να κάνεις ψαροντούφεκο.
Με το που μπήκε το απόγευμα ο καιρός φρεσκάρισε άσχημα και η επιστροφή φαινόταν δύσκολη έως αδύνατη. Σαν είδε ο Τζίτζι μια θαλαμηγό με ιταλική σημαία που ήταν αραγμένη στον κολπίσκο να σηκώνει άγκυρα τους ζήτησε να τον ρυμουλκίσουν. Οι αριστοκράτες της θαλαμηγού αρνήθηκαν στην αρχή αλλά ενέδωσαν όταν ο Τζίτζι τους θύμισε κάποιες διατάξεις για εγκατάλειψη ναυαγών και απεσύρθησαν στα ενδότερα για να μη μιανθούν από την παρουσία των τριών παρείσακτων στο πλοίο. Η βαρκούλα, καλά δεμένη πίσω με σκοινιά, ακολουθούσε "τρυφερά" όπως αποδίδουν την ρυμούλκιση οι ναυτικοί στα εγγλέζικα, το πλήρωμα τους κοίταζε κι αυτό αφ' υψηλού.
Την τρίτη μέρα ξαναπήγαν στο ίδιο μέρος δια ξηράς αυτή την φορά. Σαν πλησιάσανε την παραλία το σκηνικό επαναλαμβανότανε : καφέ στο χρώμα η θάλασσα από την λάσπη και το κύμα να θεριεύει με την ώρα. Απελπισμένη η αρραβωνιάρα κι αμήχανα στενοχωρημένος ο έλληνας φίλος είδαν τον Τζίτζι ν' απλώνει τα χέρια στον ουρανό κι ετοιμαστήκανε ν' ακούσουνε κατάρες στον Ποσειδόνα και στον Αίολο...
-Σου λα μοντάνια, έσκισε τον αέρα η κραυγή του Τζίτζι και μανουβράροντας το φορτηγάκι άρχισε ν' ανεβαίνει το άγριο βουνό ψάχνοντας κάποιο χωριουδάκι.
Το πρώτο που συνάντησε απείχε λιγουλάκι από τον κανονικό ορισμό του χωριού, είχε όμως ένα κενό τραπεζάκι στη μέση του μοναδικού μπακάλικου, ανάμεσα στα σπίτια και δυο ακόμα παρέες που κουτσόπιναν. Το κρασί, ρετσίνα, σερβιριζόταν σε ποτηράκια της ρακής και οι μεζέδες στην λαδόκολλα δεν είχαν ποικιλία : ντομάτα, από τον κήπο πίσω απ' την "ταβέρνα", τυρί απ' την λεκάνη, ελιές ζαρωμένες απ' ένα βάζο και κοντοσούφλι στο τηγάνι ! Τα κεράσματα πηγαινοέρχονταν στα τρία τραπέζια κι ο Τζίτζι, άμαθος στη γεύση της ρετσίνας, έπινε του σκασμού. Ο ελληνας φίλος του θαύμαζε την σοφή αμάθεια των χωρικών, με δυσκολία δέχθηκαν πως δεν κυβερνάει ακόμα ο Μεταξάς, χαμένοι κάποτε στην "Ελεύθερη Ελλάδα" του εμφύλιου μείνανε στην αφάνεια κι όταν τους ξαναπλησίασε η χούντα ανοίγοντας τον δρόμο την ταύτισαν μ' αυτόν που νόμιζαν πως στην εποχή του τον είχε κλείσει, σαράντα χρόνια πριν.
Η αρραβωνιάρα ήταν η μόνη που διατήρησε την νηφαλιότητά της σ' αυτό το άγριο μεθύσι κι έφερε το φορτηγάκι πίσω στη βάση του μ' επιτυχία. Σε μια στροφή κατεβαίνοντας, στην στάση για κατούρημα ο Τζίτζι θέλοντας να δείξει στην αρραβωνιάρα του πως δεν είναι μεθυσμένος, πήρε το ψαροντούφεκο κι από απόσταση πέντε μέτρων σημάδεψε ένα σύκο. Το πέτυχε, αλλά τιμόνι δεν έπιασε ...

Τρίτη 26 Φεβρουαρίου 2013

Ο θάνατος της ποίησης

.

Ζούμε περίεργες εποχές, νομίζω. Θαρρώ πως πίσω από δέντρα κρυμμένοι ο Σεφέρης  ή και ο Ντύλαν βλέπουν δικούς τους στίχους μαύρους, προφητικούς έτοιμους να επιβεβαιωθούν, όχι για να τους δικαιώσουν, μα να τους αφανίσουν.Υποχωρεί η ποίηση σαν η απόγνωση θεριεύει.
Εχω την εντύπωση πως η κοινωνία μας, η κοινωνία της Ευρώπης, η κοινωνία όλου του κόσμου γερνάει. Γερνάει η νεολαία χωρίς ιδανικά, γερνάνε οι εργαζόμενοι απ' την αναδουλειά, γερνάν και οι γεροντότεροι από τα γηρατειά.
Γερνάει ίσως κι η γη μας από τα φυτοφάρμακα.
Και μόνο η θάλασσα, τι έχει το θήτα του θεού και του θανάτου που δεν την ξεγελάς εύκολα, απόμεινε και στο ακροθαλάσσι μια θεσούλα για τον απόμαχο ψαρά, που η ραδιενέργεια δεν την πιάνει.

Λείπει τόσο πολύ ο πόλεμος- πάνε εβδομήντα χρόνια πια από τον τελευταίο, τον μεγάλο- μας τσάκισε στο κτύπημα η ειρήνη και το σκοτωμένο αίμα που δεν βρήκε ανοικτή πληγή να βγει. Γιατί η ειρήνη έφερε ετούτον τον οικονομικό τον πόλεμο που τσάκισε τις ψυχές ολονών μας.
 Δεν βρήκε πτώματα κι ερείπια να επενδύσει το κεφάλαιο κι επένδυσε στις ψυχές και τα κορμιά των ανθρώπων τώρα που δεν σκοτώνονται.
Μάχονται κυβέρνηση κι αντιπολίτευση, τα μάτια του άλλου ποιός θα βγάλει κι οι τράπεζες μας πίνουν το μεδούλι.
Στην Ιταλία το μυαλό μου, θάρθει μετά και της Ελλάδας η σειρά.
Ποιά τράπεζα να ψηφίσω και ποιά να μαυρίσω ;
Αυτή που της χρωστώ και μου τα παίρνει ή αυτή που μου χρωστά και δεν μου δίνει ; Βλέπεις συγχωνευτήκανε και μείνανε πιο λίγες, τώρα που δεν χρειάζεται πολλές να ξεγελάν  τον κόσμο, φροντίζουν αλλοι για αυτό. Αυτές φροντίζουν άλλα, τσιπάκι υποδόρειο θέλουν να σου περάσουν και τα λεφτά σου όλα εκεί νάναι αποθηκευμένα και μ' ενα πιν, μ' ένα ντιλίτ να σε χοροπηδάνε.
Και δώστου σε ζαλίζουνε με νόμους και με άρθρα που πρόβλημα δεν λύνουνε, μόνο θολούρα φέρνουν και αντιστάσεις κάμπτουνε χειρότερα από χρεία.
Τι είναι προτιμότερο να δόσουμε ; τους Ελληνες ή την Ελλάδα ;

Πάντα  ως τώρα οι ποιητές τον κόσμο οδηγούσαν. Απ' τον σοφό τον Ομηρο, τον παιχνιδιάρη Βιάσα δίναν ντορό στο πόπολο, του χάραζαν πορεία  μεσα στις μάχες που έψελναν, αιώνες σαν κυλούσαν.
Με ποιητές αντρώθηκε και μένα η γενιά μου παλιούς και νέους που έδιναν απλόχερα τα φώτα και το όραμα. Δεν είχαμε όμως πόλεμο να τα εμπεδώσουμε και ξεχαστήκαμε ράθυμοι στην ειρήνη. Ξεχάσαμε και να διδάξουμε ποιήματα στα παιδιά μας, τους μάθαμε πλαίηστέισιον και φέισμπουκ.

Α, ο καιρός των ποιητών παρήλθε και παρήλθε, τόπος δεν έμεινε γι αυτούς, φοβάμαι ανεπιστρεπτί

Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 2013

Ο Φοίνικας, το δέντρο


Αυτό που βλέπεις στο μισοχορταριασμένο το παρτέρι, δεν είναι άλλο τίποτα από το ξόδι ενός φοίνικα σαν κόπηκε όντας άχρηστος ή γερασμένος. Ο ξάδερφος του, το πουλί, μπορεί να λένε πως ξαναγίνεται από τις στάχτες του, σαν νάχε μέσα του ένα αυγό που εκκολάπτεται, μα τούτη δω η μορφή, του δέντρου, στη φωτιά δεν δίνει παρά μια φλόγα, ψόφια. 
Είχε κι αυτό αναγεννήσεις κάποτε, σαν κάποιες άνοιξες παλεύανε τα φύλλα τα ξερά να του καθαρίσουν, που κρέμονταν σαν υπερήλικα βυζιά, να κόψουν παρακάτω απ' τα κοτσάνια τα υπολείματα, να φιάξουν μπακλαβάδες στον κορμό, να τόνε καλλωπίσουν. Ψηλά στην ανεμόσκαλα, με το πριόνι στο 'να χέρι και γατζωμένος γερά με τ' άλλο, παλεύει ο εργάτης να τιθασεύσει το θεριό και κάτω, στη βάση του ένα γύρο, βουνό μαζεύονται κλωστές, φύλλα κι αγκάθια σαν το αλυσσοπρίονο  με μουγκρητό δαιμόνων λειαίνει τον κορμό του.


Μα έρχεται κάποτε καιρός που γήρας ή αρρώστια τα σωθικά του τρώει και σαν καράβι που ' μπασε νερά, στο πλάϊ γέρνει. Είναι σημάδι αλάνθαστο, σωθήκαν τα ψωμιά του και τότε είναι φρόνιμο, πριν άνεμος το ρίξει, χέρι ανθρώπινο, σκληρό, το νήμα του να κόψει.
Από ψηλά ο δήμιος θ' αρχίσει να τον κόβει, κομμάτια οριζόντια ως τα ριζά να φτάσει κι εκεί, ανάποδο ταψί το ίχνος του θ' αφήσει. Με τον καιρό φυτρώνουνε στην επιφάνειά του βρύα και πρασινάδες και μανιτάρια σαν καιρός και υγρασία τα ευνοήσει, ίδια κι απαράλλαχτα με τους χορταριασμένους τάφους.

Ετσι τελειώνει η ζωή του φοίνικα, του δέντρου.

 

Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2013

Η άφιξη

Μια που σήμερα είναι το πρώτο σαββατοκύριακο μετά του Αγίου Βαλεντίνου ας δούμε κάποιες "συνέπειες" του εορτασμού από ένα παλιό διήγημα μου που ξαναβγήκε στην επιφάνεια αλλού.



Η άφιξη

 

Το τραίνο πλησίαζε στον προορισμό του. Είχε αρχίσει να διασχίζει τα προάστια της Πάτρας. Εμοιαζε λίγο απόκοσμο, παλιομοδίτικο απ’ έξω λόγω των παμπάλαιων βαγονιών, στην πραγματικότητα όμως ήταν χειρότερο από μέσα. Κουβάλαγε όλους τους αποτυχημένους, μονομανείς, απογοητευμένους, δήθεν ταλαντούχους, θλιβερούς ποιητές και συγγραφείς. Ολοι ήταν υπέρμαχοι της τέχνης και των ηθικών αξιών και όλοι πρόθυμοι να τις παραβούν για το ελαχιστότατο «κέρδος». Από μία άποψη βεβαίως ήταν ηθικότεροι από τους μικροαστούς, τους κλεισμένους στο καβούκι τους που βλέπαν τη ζωή από την κλειδαρότρυπα. Είχαν το θάρρος να εκτεθούν έστω και μεταξύ τους. Η πλάκα ήταν ότι όλοι ψοφάγανε να γίνουνε περισσότερο γνωστοί κι’ αυτό ακριβώς θα ήταν το τέλος του μοναδικού στοιχείου που τους αθώωνε. Το τραίνο άρχισε να σφυρίζει διακριτικά στην αρχή, πιο έντονα μετά.
Το τραίνο αγκομαχώντας μπήκε στο σταθμό της Πάτρας. Σπάζοντας όλα τα ρεκόρ έφθασε δύο λεπτά πριν την καθορισμένη ώρα ενώ συνήθως καθυστερούσε πάνω από μία ώρα. Ξαφνιασμένος ο σταθμάρχης σηκώθηκε από την πρέφα βλαστημώντας. Μόλις είχε μπει σόλο στα σπαθιά κι’ ετοιμαζότανε να πάρει το αίμα του πίσω μια που είχε τους άσσους στην καινούργια χαρτωσιά. Αναγκαστικά το παιχνίδι διακόπηκε και πήγε να υποδεχθεί το τραίνο. Εμεινε έκπληκτος από αυτό που αντίκρυζε. Δεν ήταν ότι ήταν μεταμφιεσμένοι, υπήρχε κάτι στον αέρα που τούλεγε πολλά
«Αυτοί είναι όλοι τους βαρεμένοι και ανοργασμικοί» σκέφτηκε. Μετά κοίταξε για καμμιά γκόμενα «τις τρελλές τις ρίχνεις πιο εύκολα» συμπλήρωσε. Πήρε αφηρημένος τα χαρτιά που τούδωσε ο μηχανοδηγός και τα υπέγραψε. Τα μάτια του καρφώθηκαν στην Φοινίκη. Από το πολύ διάβασμα το βλέμμα της είχε κάτι το απόκοσμο, του φάνηκε το ιδανικό θύμα.
Ολοι οι λογοτέχνες του τραίνου ήτανε σαν χαμένοι. Κανένας δεν είχε έρθει να τους υποδεχθεί -όλοι υπολόγιζαν τουλάχιστον μισή ώρα καθυστέρησης. Ταλαιπωρημένοι από το ταξίδι οι λογοτέχνες έμοιαζαν σαν εξωγήϊνοι που ζητούσαν απελπισμένα μιά επαφή. Ολοι ψάχνανε ένα στήριγμα. Η Φοινίκη κατευθύνθηκε προς τον σταθμάρχη τον μόνο άνθρωπο που τους κοίταζε με κάποιο ενδιαφέρον :
- Μήπως είσθε ο πρόεδρος της εκουφουπού ; ρώτησε
Ο σταθμάρχης την είδε λαχείο. Μπροστά στον Πετσουτσούνιο ο ίδιος ήταν ζενπρεμιέ.
- Οχι, είμαι ο σταθμάρχης. Περάστε στο γραφείο μου να πάρουμε τηλέφωνο τον κύριο Πετσουτσούνιο της πρότεινε.
Η Φοινίκη, κοντά στα πενήντα της, δεν ήταν καμιά χαζοβιόλα βέβαια. Σκέφτηκε διάφορα, την ταλαιπωρία της, την παραμέλησή της από τον άνδρα της, το λογοτεχνικό φεστιβάλ, τα παιδιά της - που μεγάλωσαν πια - και την υπηρέτρια που την είχε βρει διχάλα με τον «ξάδερφό» της στον καναπέ του σαλονιού όταν γύρισε απροειδοποίητα νωρίτερα σπίτι κάποια φορά. Μετά κοίταξε ένα παλιάμπελο στην άκρη του σταθμού, έβγαλε το κινητό της απ’ την τσέπη της και είπε γλυκά στον σταθμάρχη :
- Πάμε, να προλάβουμε το καρναβάλι.
O σταθμάρχης, χρόνια στο κουρμπέτι, είχε διαμορφώσει στο γραφείο του ένα χώρο σαν τηλεφωνικό θάλαμο. Ηταν μικρός, με το ζόρι χωράγανε δύο άτομα μέσα και είχε φροντίσει το καλώδιο του τηλεφώνου να μην κάνει καλή επαφή ώστε να τον φωνάξουν να το φτιάξει. Ετσι βρισκότανε «εν στενώ» με τις ομορφούλες που εξυπηρετούσε και καμιά φορά είχε τα τυχερά του, τις παλιές εποχές βέβαια γιατί τώρα με τα κινητά είχε πέσει η «πελατεία». Βέβαια πάντα στο σταθμό ξέπεφταν τίποτε  ξέμπαρκες τουριστριούλες αλλά η μη γνώση έστω και στοιχειωδών αγγλικών και μια «γαλλικιά» που είχε κολλήσει παλαιότερα από αλλοδαπή τον είχαν σπρώξει στην εκτίμηση των ελληνικών προϊόντων.
- Μη ξοδεύεστε, πάρτε απ’ το σταθερό μου, της είπε, δείχνοντας της το δωματιάκι.
- Δεν πειράζει καλέ, πέστε μου μόνο το νούμερο, έκανε ναζιάρικα η Φοινίκη.
Κτύπησε το νούμερο στο κινητό της, ενώ ο σταθμάρχης απομακρυνότανε διακριτικά, ελαφρά απογοητευμένος.
Η Φοινίκη το ξανασκέφθηκε. Κοίταξε το δωματιάκι κι’ ένοιωσε τις θηλές της να σκληραίνουν, το ταξίδι κι’ όσα προηγήθηκαν είχαν κάνει τη δουλειά τους.
Αποφασιστικά πάτησε το κόκκινο πλήκτρο του κινητού της, προχώρησε στο δωματιάκι  και δήλωσε:
- Δεν έχω μονάδες, ελάτε εδώ να ξαναπάρετε το νούμερο του κυρίου Πετσουτσούνιου.
Ο σταθμάρχης αναθάρρησε. Πρόσεξε την ελαφριά κοκκινίλα στο λαιμό της, αλάθητο σημάδι, ο στενός χώρος είχε κάνει τη δουλειά του στο θυμικό της. Μπήκε κολλώντας απαιτητικά το κορμί του επάνω της ενώ της χάϊδευε τρυφερά το μάγουλο :
- Τι να τον κάνουμε τον Πετσουτσούνιο, μωρό μου, καλά είμαστε οι δυο μας.
Η Φοινίκη έστρεψε το πρόσωπό της αλλού ενώ ξεκούμπωνε το πουκάμισό της, το στήθος της ήταν ακόμα ένα από τα ατού της. Ο σταθμάρχης δέχθηκε το δώρο της γρυλλίζοντας και ξεκουμπώνοντας το παντελόνι του:
- Κοίτα κι εσύ τι έχω εγώ για σένα.
Η Φοινίκη αισθάνθηκε λίγο έξω απ’ τα νερά της. Ηθελε μόνο σεξ, απρόσωπο σεξ και τίποτε άλλο. Του γύρισε την πλάτη ανοίγοντας ελαφρά τα σκέλη. Ο σταθμάρχης παραμέρισε την κυλόττα της και άρχισε να παίζει με το δάχτυλό του.
- Οχι εκεί σε παρακαλώ , του είπε ευγενικά αλλά και σταθερά.
Ο σταθμάρχης άφησε τις φαντασιώσεις του για τρελλίτσες και περιορίστηκε στο ορθόδοξο σεξ. Η Φοινίκη μετά την πρώτη είσοδο , έχοντας πραγματοποιήσει το απωθημένο της δεν είχε καμιά όρεξη πλέον. Με δυο τρεις μαστόρικες κινήσεις τον έκανε να τελειώσει και  τακτοποίησε τα ρούχα της αμέσως. Ξεχνώντας να τον χαιρετήσει, πέρασε σχεδόν από πάνω του και χάθηκε μέσα στους δρόμους της Πάτρας. Ηθελε ν’ αναπνεύσει αέρα.
Ο σταθμάρχης κοίταζε το εξαντλημένο όργανό του :
- Αντε, καλά τα κατάφερες σήμερα, είπε στον εαυτό του.
Το καρναβάλι μόλις ξεκίναγε.

 Οι εικόνες από το γκουγκλ, ως συνήθως