Κι' έφιαξε ο Θεός ή η Φύση τα πάντα εν σοφία. Και έδωσε τις τροφές, έδωσε και τα γλυκά. Αμβροσία και νέκταρ. Μα δεν τα μοίρασε καλά. Το νέκταρ τόβαλε στα λουλούδια κι' οι άνθρωποι δεν μπορούσανε να το γευτούν, μόνο τα έντομα κυρίως οι μέλισσες. Και ψιθύρισε το μυστικό στον Βούτη κι' αυτός σαν πρόβατα με κίτρινες και μαύρες ζώνες τις είδε. Οπως τα πρόβατα χρειάζονται τσοπάνη, έτσι ο Βούτης φρόντιζε τις μέλισσες. Κι' έμαθε ο άνθρωπος το μέλι από το νέκταρ των φυτών.
Μετά το ξανασκέφτηκε. Κι' έκανε ένα λουλούδι να μη μπορούν οι μέλισσες να πιούν το νέκταρ ώστε να πίνουν τα παιδιά. Τόβαψε κόκκινο, κατακόκκινο στο χρώμα που αποφεύγουν οι μέλισσες. Κι' ύστερα τόφιαξε μακρύ σαν σωλήνα και στενό να μη χωράνε να μπούνε μέσα να τρυγήσουν. Φυτό που αγαπάει τη σκιά, να κρύβεται απ' τον ήλιο και να μη φωνάζει τις μέλισσες, με φύλλα σα πευκοβελόνες αλλά πιό μαλακιές. Μόνο που ξέχασε να του δώσει όνομα. Και τότε η γιαγιά το είπε "κοράλι" είτε απ' το χρώμα του είτε από το πόσο πολύτιμο ήταν.
Καθισμένος στα πέτρινα σκαλάκια, τριών-τεσσάρων ετών μπόμπιρας, στη σκιά του απογεύματος περίμενα τη γιαγιά να μου δώσει τη πρώτη μου κουταλιά απ' το γλυκό καφέ της. Μούχε τάξει να μου μάθει τις γεύσεις. Μου φάνηκε πικρός. Κι' η γιαγιά έβγαλε από τη βαση του ένα μικρό σωληνωτό λουλουδάκι και μούπε να ρουφήξω το πίσω μέρος του.
Νέκταρ !
-Πως το λένε γιαγιά;
-Ξέρω' γώ παιδάκιμ' ; Κοράλι το λένε... αχ παληκάριμ'...του παιδιού μου το παιδί, τόχω δυό φορές παιδί.
2 σχόλια:
Έχω να πω πως οι δυο πρώτες παράγραφοι είναι όλα τα λεφτά
Καλησπέρα Τζι
Χαίρομαι που σου άρεσε μέριλ. Εγώ βέβαια σα δημιουργός του δεν ξεχωρίζω κομμάτια, αλλά αν και το ελαχιστότατο κoμμάτι αγγίξει κάποιον είμαι ευτυχής
Δημοσίευση σχολίου