Ενα παλιό, αγαπημένο μου ποίημα "ρετουσαρισμένο" ελαφρά Αν ποτέ σου βρεθείς στο ξενοδοχείο η όαση Μακριά Εκεί που οι περαστικοί είναι σπάνιοι και τα ζευγάρια παράνομα Ρίξε μιά ματιά στη Κυρία που το έχει Και στα ίχνη των ανθρώπων που πέρασαν Μικρές γραφές στους τοίχους-όρκοι της νύχτας που τελειώνουν το πρωΐ Ονόματα ματαιοδοξίας κι’ ημερομηνίες- τι να σημαίνουνε άραγε; Κοιλώματα στο στρώμα, αδιάψευστοι μάρτυρες προηγηθείσης «ευτυχίας» Κάπου ξεχασμένα τα ρέστα- μη τ’ ακουμπήσεις, λερώνουν. Αντανακλάσεις στο καθρέπτη του μπάνιου Ρίμμελ και ξεχασμένα τσιμπιδάκια Ενα αποτσίγαρο πατημένο από παπούτσι αντρικό η Κυρία, μόνη της πιά, δεν καθαρίζει σχολαστικά, τί νόημα θα είχε ; Κάποτε όλα τέλεια ήταν, καθαρά Μα τα βρωμίσανε περαστικοί πελάτες που κουβαλούσανε τη βρώμα τους παντού Ποιός να τους ήξερε εκεί στην ερημιά, Μόνο το ταίρι τους-αν είχανε ποτέ τους Δες τη Κυρία στο βάθος του διαδρόμου με τη σκούπα στο χέρι Και τη φλόγα στα μάτια Σε ξεκουφαίνει η σιωπή της, -κάρτες δεν δέχεται- μονάχα μετρητά Κι' επιταγές ληγμένες ποιητών και κλεψιτύπων Αν περάσεις τη νύχτα μόνος εκεί Και φοβηθείς Πίεσε το κουμπάκι Ενα μηχανικό χέρι θα σφίξει το δικό σου Μέχρι να νοιώσεις καλά Γιατί το αύριο θαναι μιά καινούργια μέρα Μα πάλι χωρίς λόγια Γιατί το αύριο θάχει καινούργια παραμύθια, Και πάλι μοναξιά Στο ξενοδοχείο η Οαση Βρες τα σημάδια απ΄το ξημέρωμα στο δωμάτιο Τις διάχυτες λοξές ακτίνες μέσα απ’ τις γρίλλιες Τη σκόνη που αιωρείται μέσα τους Από προηγούμενους ενοίκους υλικό Και στο μπαλκόνι όταν θα βγεις δες με τα μάτια της Κυρίας Γέλα, ζήσε, εξαφανίσου Σαν τραίνο που δεν έπιασε σταθμό Κι' αν σουβενίρ επιθυμήσεις Βάλε και συ ένα σαπουνάκι στη τσεπούλα σου Ενθύμιο κι’ απόδειξη της ύπαρξης σου Μα μη πειράξες το τασάκι Και η Κυρία στη ρεσεψιόν θα σε κοιτάζει Σταθερά Ν’ απομακρύνεσαι |
Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2008
Το ξενοδοχείον η όαση
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου