(Από τα πολλα που μούχεις καμωμένα, δεν σε θέλω πιά, δεν σε θέλω πιά
Τα σωθικά μούχεις μαυρισμένα, δεν σε θέλω πιά, δεν σε θέλω πιά... )
Κουρασμένος από την δωδεκαετία στην προεδρία του κόμματος εδήλωσεν ο πρωθυπουργός.
Βέβαια όλες δηλώσεις αναιρούνται, αλλά πάντα κάτι μένει
Κουράστηκες Κωστάκη μου, στης χώρας το τιμόνι
Σαν νάσουν υπηρέτρια που όλο σιδερώνει
Όλα σου τα φορτώσανε οι υπουργοί με τέχνη
Λες κι’ είσαι ο μύλος ο καλός που όλα τα αλέθει
Ξέρεις, η διακυβέρνηση της χώρας πάντα μοιάζει
Σε μια οικιακή βοηθό, με σκέρτσο και με νάζι
Που ξέρει το σιδέρωμα - πάντα το κατορθώνει -
Στις πλάτες του αφεντικού έξυπνα να φορτώνει
Την έπαθες Κωστάκη μου, ήτανε κούφια η ώρα
Που πήρες για οικιακή βοηθό, μία, την λέγαν Ντόρα
Και πίστεψες με αφέλεια πως θα σου σιδερώσει
Όλα τα ασιδέρωτα που ήταν μια στοίβα τόση!
Τώρα έχεις το σίδερο προέκταση στο χέρι
Και σιδερώνεις το πρωΐ, μα και το μεσημέρι
Όλη τη μέρα όρθιος, πιστός εις το καθήκον
Ναναι όλα ατσαλάκωτα στου κόμματος τον οίκον
Κουράστηκες Κωστάκη μου, να είσαι στο τιμόνι
Να βλέπεις ότι έφτιαξες αμέσως να στραβώνει
Αστα λοιπόν και πήγαινε λιγάκι πάρα πέρα
Μήπως και δούμε οι καψεροί νάρχεται άσπρη μέρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου