Son servo del conte, son suo marinaro: la morte per esso più volte ho sfidato; tre lustri son corsi del vivere amaro, tre lustri che nulla s' è fatto per me.
Ητανε πιάτσα. Παλιά ήτανε πιό πολλοί μα λίγο-λίγο κυκλοφορούσανε τα αθλητικά (ελβιέλες τα λέγανε τότε) και η αδιαφορία γιά το καλογιαλισμένο παπούτσι. Οι μη πιστοί, οι ευκαιριακοί του επαγγέλματος, αποχωρήσανε γι' άλλα μεροκάματα. Μερικοί όμως ήτανε γεννημένοι λούστροι, δεν θάκαναν ποτέ άλλη δουλειά. Τούτος εδώ. με τα μαλιά μεταξύ ξανθού και γκρίζου και τη μπλέ φόρμα, δίπλα στο γεράκο, με μάτια αετού και χείλια σφιγμένα, έβλεπε το κόσμο να περνά βιαστικός. Ολοι τρέχανε να προλάβουνε. Τί ; τί ;
Το βλέμμα του μόνο με τα πλαϊνά του έψαχνε τον πελάτη, ευθεία ήτανε καρφωμένο στο περίπτερο που πούλαγε λαθραία αμερικάνικα τσιγάρα. Και πριν, επί χούντας και μετά. Πελάτης κανένας. Προεκλογική περίοδος κι' ο θοδωράκης έλεγε ή καραμανλής ή τανκς, ο μαύρος πάλευε την ένωση κέντρου κι ο αντρέας προβάριζε το ζιβάγκο γι' αργότερα. Φρέσκος στη πολιτική ο λαός, (επτά χρόνια στο γύψο) χωρίς τίποτε να καταλαβαίνει, στο βάθος ψαχνόταν από κάπου ν' αρπαχτεί:
Ζιβάγκο ; πα-πα-πα (δεν είχε έρθει ακόμα στη μόδα).
Ο μαύρος ; αυτόν δεν τον είχε ο ελεύθερος κόσμος-εφημερίδα της χούντας- σαν εγκληματία κατά της πατρίδος τόσα χρόνια ;
Νωρίς γι' αριστερά, βάστα και καμμιά πισινή- ποτέ δεν ξέρεις.
Καλά λέει ο θοδωράκης, καραμανλής, φρέσκος-φρέσκος απ' το Παρίσι, εξαγνισμένος στην αυτοεξορία, είναι και φίλος με τον ζισκάρ ντ'εσταίν.
Στα τανκς την δώσαμε την ευκαιρία, έ αφού έγινε το Πολυτεχνείο -δεν το κατάλαβαν;- πρέπει να φύγουν, είμαστε πιά αντιστασιακοί.
Πελάτης κανένας, οι λίγοι προτιμούσαν τον γεράκο, φαινόταν πιό προσηλωμένος στη δουλειά του. Αυτό, το κολλημένο στο περίπτερο βλέμμα του, τρόμαζε όποιον ήθελε να βάψει τα παπούτσια του. Μόνο βιαστικός, που δεν θα περίμενε στην ουρά τον γεράκο, θάβαζε το πόδι του στο κασελάκι του. Οταν αυτό γινότανε, ο λουστράκος αφού έβαζε το δίφραγκο στο συρταράκι, έριχνε μιά κλεφτή ματιά προς Ομόνοια. Εβλεπε το κόσμο βιαστικό κι' ονειροπαρμένο απ΄το αίσθημα της ελευθερίας να κατηφορίζει το πεζοδρόμιο της τρίτης σεπτεμβρίου και τότε φώναζε:
Α ρε νούμερα Ελληνες...
Μετά ξανακαρφωνότανε στο περίπτερο.
Τον είχαν γιά τρελλό.
(*) βλέπε άρθρο του gpoint στο www.logokipos.gr
Ητανε πιάτσα. Παλιά ήτανε πιό πολλοί μα λίγο-λίγο κυκλοφορούσανε τα αθλητικά (ελβιέλες τα λέγανε τότε) και η αδιαφορία γιά το καλογιαλισμένο παπούτσι. Οι μη πιστοί, οι ευκαιριακοί του επαγγέλματος, αποχωρήσανε γι' άλλα μεροκάματα. Μερικοί όμως ήτανε γεννημένοι λούστροι, δεν θάκαναν ποτέ άλλη δουλειά. Τούτος εδώ. με τα μαλιά μεταξύ ξανθού και γκρίζου και τη μπλέ φόρμα, δίπλα στο γεράκο, με μάτια αετού και χείλια σφιγμένα, έβλεπε το κόσμο να περνά βιαστικός. Ολοι τρέχανε να προλάβουνε. Τί ; τί ;
Το βλέμμα του μόνο με τα πλαϊνά του έψαχνε τον πελάτη, ευθεία ήτανε καρφωμένο στο περίπτερο που πούλαγε λαθραία αμερικάνικα τσιγάρα. Και πριν, επί χούντας και μετά. Πελάτης κανένας. Προεκλογική περίοδος κι' ο θοδωράκης έλεγε ή καραμανλής ή τανκς, ο μαύρος πάλευε την ένωση κέντρου κι ο αντρέας προβάριζε το ζιβάγκο γι' αργότερα. Φρέσκος στη πολιτική ο λαός, (επτά χρόνια στο γύψο) χωρίς τίποτε να καταλαβαίνει, στο βάθος ψαχνόταν από κάπου ν' αρπαχτεί:
Ζιβάγκο ; πα-πα-πα (δεν είχε έρθει ακόμα στη μόδα).
Ο μαύρος ; αυτόν δεν τον είχε ο ελεύθερος κόσμος-εφημερίδα της χούντας- σαν εγκληματία κατά της πατρίδος τόσα χρόνια ;
Νωρίς γι' αριστερά, βάστα και καμμιά πισινή- ποτέ δεν ξέρεις.
Καλά λέει ο θοδωράκης, καραμανλής, φρέσκος-φρέσκος απ' το Παρίσι, εξαγνισμένος στην αυτοεξορία, είναι και φίλος με τον ζισκάρ ντ'εσταίν.
Στα τανκς την δώσαμε την ευκαιρία, έ αφού έγινε το Πολυτεχνείο -δεν το κατάλαβαν;- πρέπει να φύγουν, είμαστε πιά αντιστασιακοί.
Πελάτης κανένας, οι λίγοι προτιμούσαν τον γεράκο, φαινόταν πιό προσηλωμένος στη δουλειά του. Αυτό, το κολλημένο στο περίπτερο βλέμμα του, τρόμαζε όποιον ήθελε να βάψει τα παπούτσια του. Μόνο βιαστικός, που δεν θα περίμενε στην ουρά τον γεράκο, θάβαζε το πόδι του στο κασελάκι του. Οταν αυτό γινότανε, ο λουστράκος αφού έβαζε το δίφραγκο στο συρταράκι, έριχνε μιά κλεφτή ματιά προς Ομόνοια. Εβλεπε το κόσμο βιαστικό κι' ονειροπαρμένο απ΄το αίσθημα της ελευθερίας να κατηφορίζει το πεζοδρόμιο της τρίτης σεπτεμβρίου και τότε φώναζε:
Α ρε νούμερα Ελληνες...
Μετά ξανακαρφωνότανε στο περίπτερο.
Τον είχαν γιά τρελλό.
(*) βλέπε άρθρο του gpoint στο www.logokipos.gr
5 σχόλια:
"Eίμαστε πια αντιστασιακοί"
Α, ΡΕ έΛΛΗΝΕς
Η αναφώνηση δική μου Τζι. Μου άρεσε πολύ
dear meril (όπα και το αγγλικό) οι συμπεριφορές επαναλαμβάνονται. Οι Ελληνες ψηφίζουν ΑΡΝΗΤΙΚΑ(πλην ίσως των οπαδών του ΚΚΕ(*)) δηλαδή καραμανλή γιά να φύγουν τα τανκς, αντρέα να φύγει η επάρατη δεξιά μητσοτάκη (θου Κύριε...) να φύγει ο αντρέας, σημίτη να φύγει ο μητσοτάκης,κωστάκη να φύγει το κακό πασόκ και πάει λέγοντας.
Τώρα το παίζουμε αυτοδυναμία ή χάος.
Και όπως δεν ψηφίζουμε ποιό κόμμα θεωρούμε καλύτερο αλλά ποιό θα διώξει αυτό που δεν θέλουμε, έτσι φτάσαμε να ψηφίζουμε γελοίους πολιτικούς (;) γιά να μη βγούν αυτοί που δεν θέλουμε,μέχρι που δεν έμεινε χώρος γιά ικανούς ούτε στα εποκρατείας. Αυτοδυναμία λοιπόν με βαναμπάρμπα εφσαρρή και κωστουρνά.
ουφ τά'πα και ξέσκασα
(*) το επίσιμο κουκουέ ενδιαφέρεται μόνο να μη βγεί ο αλαβάνς
Κι εσύ διαφυσικέ μετααριστοφανικέ σατυρικέ ποιητή του καιρού μας -όχι ποιον- αλλά γιατί θα ψηφίσεις;
lieber gi(μόνο εσύ;)
Σκεπτόμενος θετικά σε κάποιο μικρό κόμμα καταλήγεις, ανάλογα με τη θέση σου στη κοινωνία, δεν έχουν όλοι τα ίδια κριτήρια, δεκτή και η προσωπική προτίμηση σε κάποιον μορφωμένο οραματιστή που γνωρίζεις προσωπικά- όχι μέσω των ΜΜΕ- ή δεν ψηφίζεις αν κανένα δεν σε καλύπτει επαρκώς. Απαράδεκτο να ψηφίζεις κάποιον που δεν θες γιά να μη βγεί ο άλλος που δεν θέλεις περισσότερο με τη δικαιολογία της χαμένης ψήφου.
Εγώ ψηφίζω. Αν θέλω να δικαιούμαι να μιλώ (βρε πως τη σοβαρέψαμε την κουβέντα!) πρ΄έπει να αναλάβω το μερίδιο της ευθύνης μου. Τέλος. Είμαι συνυ΄πεύθυνη για όσα γίνονται. Δε γίνεται να μου φταίν οι άλλοι. Πρέπει να μου φραίω κι εγώ
Μικρό κόμμα (εννοείται)
Δημοσίευση σχολίου